Τετάρτη 25 Απριλίου 2018


    
ЭIЄ
 Γιατί ὁ ναὸς τοῦ Θησέα μετεβλήθει σὲ ναὸ τοῦ Ἁγίου Γεωργίου; 
(Θησέας κι Ἀη-Γιώργης τί κοινό 
συνδέει τοὺς δύο Ἕλληνες στὴν Ἀθήνα;) 
Ἔρευνα καὶ συγγραφή: ΙΩΑΝΝΗΣ Γ.
ΒΑΦΙΝΗΣ 

   Εἰς τὴν ἀρχαία Ἀθήνα, τῶν προϊστορικῶν χρόνων, ἔζησε καὶ μεγαλούργησε ὁ Ἕλλην Ἀττικὸς Θησέας, υἱὸς τοῦ Αἰγέα καὶ τῆς Αἴθρας. Μετὰ τοὺς πολυθρύλυτους ἄθλους του, κατά τὴν Ἀθήνησιν πορείαν του, ἐκαλέσθει νὰ ἐκτελέσει τὸν ὕψιστον ἆθλον ποὺ ἤτανε ἡ ἐξόντωση τοῦ ἀντίθεου θηρίου τῆς Κρήτης, ὁ Μινώταυρος. 
 Μεταφερόμενοι ἑτεροχρονικά, εἰς τοὺς πρώτους μετὰ Χριστὸν ἑλληνορωμαϊκοὺς χρόνους, ἕνας νεαρὸς Ἕλλην ἀπὸ τὴν Καππαδοκία, ἐπονόματι Γεώργιος, γίνεται ρωμαῖος στρατιωτικὸς τοῦ ἱππικοῦ ὑπὸ τὴν ἀρχηγία αὐτοκράτορος Διοκλητιανοῦ. Πιστεύσας ὁ νεαρὸς Γεώργιος, στὸν Ἰησοῦ Χριστό, ἀρχίζει νὰ διαπράττει δεκάδες θαύματα. 
  Τὸ σημαντικότερον θαῦμα τοῦ Ἁγίου ποὺ θέλησε νὰ διατηρηθεῖ στὴ μνήμη τοῦ χριστεπώνυμου πληρώματος τῆς ἐκκλησίας ἦταν ἡ ἐξόντωση τοῦ θηριώδους δράκου, τοῦ ὁποίου ἡ ἀπειλὴ τῆς ζωῆς πολλῶν ἀνθρώπων ἀλλὰ κυρίως μιᾶς βασιλοπούλας τῆς Λιβύης εἶχε καταντήσει βασανιστική. 
  Ὁ Θησέας πάλιν ἐπιστρέφοντας εἰς Ἀθήνας, μετὰ τὴν νίκη του ἐπὶ τοῦ Μινωταύρου, ἀνακηρύσσεται βασιλιᾶς, ἀλλὰ λίγο χρόνο ἔτι παραδίδει ὅλες τὶς ἐξουσίες στὸν λαό. 
 Μὲ αὐτὴν τὴν καινοτομία μετέτρεψε τὸ μοναρχικὸν πολίτευμα σὲ δημοκρατικόν - κρατῶντας μόνο γιὰ τὸν ἑαυτό του τὴν ἰδιότητα τοῦ πολέμαρχου ἤτοι καὶ στρατηγοῦ τοῦ Ἀθηναϊκοῦ στρατοῦ ὅστις λέγει ὁ Πλούταρχος εὐθαρσῶς:  «τοῖς δὲ δυνατοῖς ἀβασίλευτον πολιτείαν προτείνων καὶ δημοκρατίαν αὐτῷ μόνον ἄρχοντι πολέμου» (Πλουτάρχου Βίοι - Θησεὺς 24.1). 
  Ὁ Θησέας, ὡς γιὸς τοῦ ΑἰγέωςἼππιου Ποσειδῶνος, ἔφερε εἰς τὸ γονίδιο τοῦ τὴν ἱππικὴ τέχνη, γι' αὐτὸ ὑπῆρξε δεινὸς ἱπποτρόφος, ἰππευτὴς καὶ ἱππομάχος. 
 Ὡς ἰππευτής, ἐξεστράτευσε κάποιες φορές, μετὰ τοῦ ἀδελφικοῦ του φίλου Πειρίθοου, κατὰ τὰ βαρβαρικὰ στίφη τῶν ἐχθρῶν τῶν Ἑλλήνων. 
 Τὸ ἴδιο ἀκριβῶς συναντᾶμε ἑτεροχρονισμένα καὶ στὸν βίο του Ἀή-Γιώργη. Ὁ Ἅγιος ἀπ' την Καππαδοκία ὑπῆρξε ἕνας καβαλάρης, στρατιωτικὸς τοῦ ἱππικοῦ, ὅπου μετὰ τὴν ἁγιοκαταταξή τους ὡς μεγαλομάρτυρας τοῦ δόθηκε ἡ προσωνυμία τοῦ ἱππομάχου στρατηλάτη. 
 Στὴν καθ' ἡμᾶς λαογραφικὴν καὶ ἁγιογραφικὴν παράδοση συντηρήθηκε ὁ μῦθος ὅτι, στὰ οὐράνια συνεδέθηκε φιλικά, παρὰ τῷ Θεῷ, μὲ τὸν μετέπειτα συμπολεμιστή του Ἅγιο Δημήτριο
  Οἱ κοινές τους ἐμφανίσεις, ἀπὸ τὰ πρῶτα κιόλας χριστιανικὰ χρόνια, τοὺς κατέστησαν στὴν μνήμη τοῦ λαοῦ, ὡσάν, δύο ἀρχαίους ἥρωες ἰππευτὲς προστάτες τῶν ἀδυνάτων καὶ πτωχῶν χριστιανῶν. 
 Ἡ ἁγιογραφική τους ἀπεικόνιση, ἴσως, νὰ φάνταζε εἰς τοὺς ἀρχαίους Ἀθηναίους σὰν τὶς μορφὲς τῶν ἀρχαίων Ἑλλήνων ἰππηλατὼν Θησέα καὶ ΠειρίθοοΘησέα καὶ Ἡρακλῆ τοὺς ὁποίους ἕνωνε καὶ δεσμὸς πρώτου βαθμοῦ συγγένειας. Εἰκάζουμε ὅτι αὐτὸς ἦταν ὁ λόγος ὅπου τὰ ἀνάγλυφα τοῦ ναοῦ τοῦ Θησέα, στὴν περιοχὴ τοῦ Ἀγοραίου Κολωνοῦ ἦταν ἀφιερωμένα καὶ στοὺς δύο ἥρωες. 
 Ὁ Ἀθηναῖος ἥρωας Θησέας, ἐκτὸς ἀπ' τὴν σωματική του ρώμη, διέθετε καὶ ψυχικὰ χαρίσματα. Παρὰ τὰ ὑψηλὰ ἀξιώματα ἐξουσίας καὶ τὸ φόβητρο τῆς παρουσίας του πρὸς στοὺς ἀντιπάλους του ἤτανε καλόψυχος μὲ σπάνια ψυχικὰ χαρίσματα. Στὴν βιογραφία τοῦ ἡμιθέου ἥρωος, ποὺ συνέγραψε ὁ Πλούταρχος μετὰ ἀπὸ δεκάδες αἰῶνες, περιγράφει ἐκτενῶς τὶς καλὲς φῆμες ποὺ διασώζονταν ἀκόμη ἐπὶ τῶν ἡμερῶν του γιὰ τὸν Ἕλληνα Θησέα. Λέγει δὲ ὅτι, ἐν ζωῇ ὑπῆρξε ὑπερασπιστὴς τῶν ἀδικημένων καὶ ἀδυνάτων. 
 Παράλληλα, τὸ ἴδιο ἀκριβῶς περιγράφεται στὰ ἑλληνορθόξα συναξάρια καὶ γιὰ τὸν Ἅγιο Γεώργιο ποὺ θεωροῦνταν τῶν πτωχῶν ὑπερασπιστής. ἰδοὺ καὶ τὰ γραφόμενα ἀπὸ τὸ Ἀπολυτίκον τοῦ ἁγίου καβαλάρη: 

ΑΠΟΛΥΤΙΚΙΟΝ  Ήχος δ'
Ὡς τῶν αἰχμαλώτων ἐλευθερωτής, καὶ τῶν πτωχῶν ὑπερασπιστής, ἀσθενούντων ἰατρός, βασιλέων ὑπέρμαχος, Τροπαιοφόρε Μεγαλομάρτυς Γεώργιε, πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.
  Ἐπιπλέον, ὁ Θησέας ἄσκησε, ἐπὶ τῶν ἡμερῶν του, τέτοια βαθιὰ ἐπιρροὴ εἰς στὸ λαὸ τῶν Ἀθηνῶν, μετατρέποντας τὴν ροὴ τῆς ἐξελίξεως τῶν κατοίκων αὐτῆς τῆς πόλης ἡ ὁποία ἔμελλε νὰ παίξει πολὺ σημαντικὸ ρόλο στὸν ἐκπολιτισμὸ τῆς ἀνθρωπότητας. 
 Εἶναι βέβαιον ἱστορικὰ πὼς ἀκόμα καὶ μετὰ ἀπὸ πολλοὺς αἰῶνες μετὰ τὸν θάνατον τοῦ ἦταν αὐτὸς ὁ αἴτιος ποὺ θεσπίστηκε ὁ νόμος τῆς ἀσυλίας πρὸς κάθε ἀδύναμο καὶ κατατρεγμένο ἄνθρωπο ποὺ κατέφευγε ὡς ἱκέτης στὸν ναό - τάφο του. 
  Ἰδοὺ καὶ τὰ λεχθέντα του Πλούταρχου, ποὺ ἐξιστορεῖ τὴν ἀνακομιδὴ τῶν λειψάνων τοῦ ὁσιακοῦ ἠρῶος τῶν Ἀθηνῶν καὶ τὴν μεταφορά τους στὴν Ἀθήνα, ὅπου, ἐτέθηκαν εἰς τύμβον καὶ ἄνωθεν χτίσθηκε ναὸς ὅπου προστάτευε τοὺς πτωχοὺς καὶ ἀδυνάτους: «μετὰ δὲ τὰ Μηδικὰ Φαίδωνος ἄρχοντος μαντευομένοις τοῖς Ἀθηναίοις ἀνεῖλεν ἡ Πυθία τὰ Θησέως ἀναλαβεῖν ὀστᾶ καὶ θεμένους ἐντίμως παρ᾽ αὑτοῖς φυλάττειν. ἦν δὲ καὶ λαβεῖν ἀπορία καὶ γνῶναι τὸν τάφον ἀμιξίᾳ καὶ χαλεπότητι τῶν ἐνοικούντων Δολόπων. οὐ μὴν ἀλλὰ Κίμων ἑλὼν τὴν νῆσον, ὡς ἐν τοῖς περὶ ἐκείνου γέγραπται, καὶ φιλοτιμούμενος ἐξανευρεῖν, ἀετοῦ τινα τόπον βουνοειδῆ κόπτοντος, ὥς φασι, τῷ στόματι καὶ διαστέλλοντος τοῖς ὄνυξι θείᾳ τινὶ τύχῃ συμφρονήσας ἀνέσκαψεν. [36.2] εὑρέθη δὲ θήκη τε μεγάλου σώματος αἰχμή τε παρακειμένη χαλκῆ καὶ ξίφος. κομισθέντων δὲ τούτων ὑπὸ Κίμωνος ἐπὶ τῆς τριήρους, ἡσθέντες οἱ Ἀθηναῖοι πομπαῖς τε λαμπραῖς ἐδέξαντο καὶ θυσίαις ὥσπερ αὐτὸν ἐπανερχόμενον εἰς τὸ ἄστυ. καὶ κεῖται μὲν ἐν μέσῃ τῇ πόλει παρὰ τὸ νῦν γυμνάσιον, ἔστι δὲ φύξιμον οἰκέταις καὶ πᾶσι τοῖς ταπεινοτέροις καὶ δεδιόσι κρείττονας, ὡς καὶ τοῦ Θησέως προστατικοῦ τινος καὶ βοηθητικοῦ γενομένου καὶ προσδεχομένου φιλανθρώπως τὰς τῶν ταπεινοτέρων δεήσεις.»
  Κατὰ τὰ πρώιμα χριστιανικὰ χρόνια, ὁ ναὸς τοῦ Θησέα, ποὺ τὴ σήμερον διατηρεῖται σχεδὸν ἀκέραιος, μετατράπηκε σὲ ναὸ τοῦ Ἁγίου Γεωργίου. 
  Ὁ συσχετισμός, ἑνὸς πανελληνίου ἥρωα, ὅπως, ἐθεωρεῖτο ὁ Θησέας καὶ ἑνὸς στρατηλάτη τῆς ἑλληνορθόδοξης πίστεως, ὅπως, ὁ Ἅγιος Γεώργιος, ὑπῆρξε εὐνόητη, εἰς τὸν ἱερὸ ναὸ τῆς ἀρχαίας ἀγορᾶς τῶν Ἀθηνῶν, καθότι, οἱ δύο λαοφιλὴς πρωταγωνιστὲς τῆς ἑλληνικῆς ἱστορίας, παρὰ τὴν ἑτεροχρονικότητα τους, ἐμφάνιζαν ὁμοιότητες στὸν βίο τους, ὅπου, διὰ τὴν ἀμέριστη φιλανθρωπία τους ἐγκαθίσταντο εἰς τὴν συνείδηση τοῦ λαοῦ ὡς ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ! 
 Ἕνα ἐπιπλέον κοινὸ χαρακτηριστικό, τοῦ ἥρωα Θησέα καὶ τοῦ Ἅγιου Γεωργίου, φαίνεται νὰ εἶναι οἱ θαυματουργικὲς ἐμφανίσεις τους ἐν καιρῷ πολέμου. Οἱ ἱστορικὲς μαρτυρίες τους τοποθετοῦν σὲ ὁρισμένες δύσκολες στιγμὲς ὡς βοηθοὺς τὶς παρατάξεις τῶν ἑλληνικῶν στρατευμάτων. 
  Ἐπὶ παραδείγματι, ὁ Θησέας, σύμφωνα μὲ τὸν Πλούταρχο, ἐμφανίστηκε παρὰ τῷ πλευρῷ τῶν συγγενῶν καὶ συνδημοτὼν τοῦ Ἀθηναίων ἐναντίον τῶν Περσῶν πολεμῶντας τους ὑπὸ τὴν μορφὴ φάσματος. Ἰδοὺ καὶ τὰ ὀλίγα γραφθέντα ἀρχαῖα σχόλια τοῦ βιογράφου τοῦ Πλουτάρχου: «χρόνοις δ᾽ ὕστερον Ἀθηναίους ἄλλα τε παρέστησεν ὡς ἥρωα τιμᾶν Θησέα, καὶ τῶν ἐν Μαραθῶνι πρὸς Μήδους μαχομένων ἔδοξαν οὐκ ὀλίγοι φάσμα Θησέως ἐν ὅπλοις καθορᾶν πρὸ αὐτῶν ἐπὶ τοὺς βαρβάρους φερόμενον.»(35.3).
 Συνάμα, παρόμοιο χρονικὸ εἰς τὴν πολεμική μας ἱστορία ἐσυνέβη ἐπὶ τῇ ἐμφανίσει τοῦ Ἁγίου Γεωργίου, ὡς βοηθὸν τοῦ ἑλληνικοῦ στρατεύματος, στὴν περιοχή τοῦ βορειοηπειρώτικου μετώπου στὸ πόλεμο τοῦ '40. 
 Τὴν μαρτυρία αὐτὴ κατέθεσε, ένας αἰχμάλωτος ἰταλὸς στρατιώτης, αὐτόπτης μάρτυρας τοὺς γεγονότος, τὸ ὁποῖον συνέβη, καὶ καταγράφηκε στὰ ντοκουμέντα τοῦ Ἑλληνικοῦ στρατοῦ. 
 Μάλιστα, ἡ ἀναφορά του στάλθηκε στὴν Ἀθήνα, μὲ γραπτὴ ἔκθεση, ἀπὸ ἕναν Ἕλληνα ἀξιωματικὸ τοῦ μετώπου. Πρόκειται, γιὰ μιὰ ἐπίσημη καταγραφὴ τῶν παράδοξων γεγονότων τοῦ Β' Παγκοσμίου πολέμου ἐν ἔτει χίλια ἐννιακόσθα σαράντα (1940 μ.Χ.). 
 Ἡ μαρτυρία τοῦ ἰταλοῦ στρατιώτη ἀναφέρει ὅτι, κατὰ τὴν διάρκεια τοῦ πολέμου στὰ ἑλληνοαλβανικὰ σύνορα, καθ' ὅσον, τὰ ἰταλικὰ τάγματα ἐφόδου ἔκαναν τὴν ἐαρινὴ ἐπίθεση, ἕνας ἰππευτὴς ἀξιωματικὸς ἐμφανίζονταν θαυματουργικὰ κι ἔμπαινε ἐμπόδιο χαλῶντας μιὰ τὰ ἅρματα μάχης, μιὰ τὰ τουφέκια τους ἢ ἄλλοτε ἔχαναν τὸν προσανατολισμό τους ἔπειτα ἀπὸ μιὰ ξαφνικὴ συννεφιά. Ὅποτε τὸν ἔβλεπαν ἐμπρός τους, πανικὸς ἔπιανε ὅλο τὸ ἰταλικὸ στράτευμα. 
  Ἐπίσης, ὁ ἰταλὸς ἰσχυρίστηκε, πρὸς στιγμήν, πὼς δὲν ἤξερε ποιός ἦταν ὁ μυστηριώδης καβαλάρης. Ὡστόσο, μετὰ ἀπὸ μιὰ ἑλληνικὴ ἀντεπίθεση πῆγε καὶ κρύφτηκε σ' ἕνα ἐκκλησάκι κι ἐκεῖ, προσπαθῶντας νὰ κρυφτεῖ, βρέθηκε μπροστὰ στὴν εἰκόνα ἑνὸς ἁγίου καβαλάρη, τοῦ Ἀη- Γιώργη. Τότε, κατάλαβε πὼς αὐτὸς ἤτανε ὁ μυστηριώδης καβαλάρης ποὺ τοὺς ἐμπόδιζε νὰ ἐπιτεθοῦνε στοὺς Ἕλληνες. 
  Εὐθὺς ἀμέσως, ἀπὸ εὐλάβεια καὶ σεβασμό, ὁρκίστηκε στὸν Ἅγιο πὼς δὲν θὰ ἐπιχειρήση νὰ σκοτώσει Ἕλληνα κι οὔτε θὰ ἐπιτεθεῖ ἐναντίον τῆς Ἑλλάδος, ἀλλά, θὰ τιμᾶ διὰ παντὸς τὸ ὄνομα τοῦ Ἁγίου καβαλάρη. 
  Ἔπειτα, βάδισε πρὸς τὴν ὡραία πύλη καὶ βάζοντας μετάνοια ρώτησε τὸν Ἅγιο ἂν μποροῦσε νὰ πάρει τὴν εἰκόνα μαζί του γιὰ νὰ μὴν θεωρηθεῖ ὅτι κλέβει τὴν εἰκόνα του μέσα ἀπὸ τὴν ἐκκλησία. Κι ἀφοῦ αἰσθάνθηκε μιὰ συγκατάβαση τοῦ Ἁγίου πῆρε τὴν μικρὴ εἰκόνα καὶ τὴν ἔβαλε στὸν κόρφο του γιὰ νὰ τὸν φυλάει. 
  Ἀργότερα ὅταν πιάστηκε, μεταξὺ τῶν ἄλλων αἰχμαλώτων, δόθηκε ἡ ἐντολὴ ἀπὸ τὸ Ἔλληνικὸ ἐπιτελεῖο νὰ παραδώσουν οἱ αἰχμάλωτοι ὅλα τους τα ὀπλὰ καὶ τὰ ἐφόδια. Ὁ ἰταλός, παρέδωσε τὰ πάντα ἐκτὸς ἀπὸ τὴν εἰκόνα. Βλέποντας, οἱ Ἕλληνες, ὅτι, κάτι ἔκρυβε στὸν κόρφο του τὸν διέταξαν νὰ παραδώσει τὸ κρυφθὲν ἀντικείμενο. Ὅταν μετὰ βίας εἶδαν ὅτι ἔκρυβε μιὰ εἰκόνα τοῦ Ἁγίου Γεωργίου, ἐρωτήθει, τί ἤθελε μιὰ ὀρθόδοξη εἰκόνα στὸν κόρφο ἑνὸς καθολικοῦ. Ὁ ἰταλός, τότε, τοὺς διηγήθηκε τὰ προλεχθέντα... 
  Οἱ Ἕλληνες στρατιῶτες βλέποντας πόσο ὁ ἰταλὸς σέβονταν καὶ εὐλαβοῦνταν τον Ἀη-Γιώργη, τὸν φρόντισαν ἰδιαιτέρως καὶ μάλιστα, ὅταν ἀργότερα ἔγινε ἡ κατάληψη τῆς Ἑλλάδος ἀπὸ τοὺς Γερμανοϊταλούς, τὸν φυγάδεψαν στὴν ἰταλία γιὰ νὰ τὸν σώσουν! 


Οἱ εἰκόνες τῶν δύο ἐτερόχρονων προσώπων τῆς ἑλληνικῆς ἱστορίας τοῦ ἥρωα προφητάνακτα Θησέα καὶ τοῦ Ἁγίου Γεωργίου πέρα τῆς ὁμοιότητας τῶν ἐνάρετων πράξεων διακρίνουμε καὶ μιὰ ἔντονη ἐπιρροὴ στὴν κίνηση τοῦ κεφαλιοῦ προςτην εὐώνυμον πλευρὰ τοῦ ὤμου καὶ τὸ δεξὶ χέρι ἀνασηκωμένο πάνω ἀπὸ τὸν δεξιὸ ὦμο ἔνδειξη τῆς θείας δύναμεως ποὺ ἐπενεργεῖ εἰς τὴν κετέλεσιν τοῦ ἱεροῦ καθήκοντος διὰ τὴν πάταξη τοῦ κακοῦ. 

 Ἐν τούτοις, κλείνοντας, ἐνεθυμήθην μιὰ λαογραφικὴ παράδοση, περὶ τῆς ὀνομασίας τοῦ Ἁγίου Γεωργίου ὡς Ἀκάματου, λόγῳ τὸ ὅτι δὲν κουράζετε ποτὲ νὰ τρέχει πρὸς βοήθεια τῶν ἀνθρώπων. Ὡστόσο, κάποιοι ὑποστηρίζουν ὅτι, προῆλθε ἐξ ὀνόματος τοῦ Ἀκάμαντα τοῦ γιοῦ τοῦ Θησέα καὶ τῆς Φαῖδρας. 

ΧΑΙΡΕΤΕ!

  
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
•Πλουτάρχου Βίοι Παράλληλοι-Θησεύς 
•Συναξαριστὴς Ὀρθοδόξου Πίστεως