Σάββατο 14 Ιουλίου 2018



ЭIЄ
ΟΙ ΑΘΗΝΑΙΟΙ ΦΙΛΟΣΟΦΟΙ ΔΙΠΛΑ ΣΤΗΝ ΥΠΕΡΑΓΙΑ ΘΕΟΤΟΚΟ ΣΕ ΑΓΙΟΓΡΑΦΙΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΟΡΟΥΣ
Ἔρευνα & συγγραφή: Ἰωάννης Γ. Βαφίνης 

  Στὴν ἀνθρώπινη ἐξέλιξη, κατὰ καιρούς, ἔχουν συμβεῖ πολλὲς ἱστορικὲς παρεκτροπὲς μὲ ἀποτέλεσμα τὸν ἐκτροχιασμὸ τῆς διανοητικῆς πορείας τοῦ ἀτόμου. 
  Οἱ παρεκτροπὲς αὐτὲς τῆς ἱστορίας, ἄλλοτε μεγάλες κι ἄλλοτε μικρές, ἐπέδρασαν καὶ ἐπιδροῦν μὲ τρόπο ὑποδόριο καὶ παραπλανητικὸ γιὰ τὸν καθημερινὸ ἄνθρωπο, τὸν μελετητὴ ἐρευνητή, τὸν σπουδαστή, πάντες τοὺς ἐπαΐοντες στοχαστὲς ποὺ προσπαθοῦν νὰ διαπιστώσουν τὴν δογματική τους ὀρθότητα. 
 Ἡ φιλοσοφία ὑπῆρξε τὸ πρῶτο καὶ ἐλπιδοφόρο βῆμα τῆς πανανθρώπινης σκέψης, μὲ σκοπὸ τὴν ἐπίτευξη ἑνὸς καλύτερου κόσμου. Φαίνεται, ὅμως ὅτι ἡ σκέψη χωρὶς ἀληθινὸ Θεὸ εἶναι ἄκυρως. 
Ἐπὶ τοῦτο, λοιπόν, ἀναγάγουμε, τὴν εὕρεση τοῦ φιλοσοφεῖν, εἰς τὴν κοσμοξάκουστη πόλη τῶν Ἀθηνῶν, ὅπου ὦδε ἐγεννήθη καὶ ἐλαμπρύνθει. 
 Εἰς τὰς λιπαρᾶς Ἀθήνας, οὕτως ἀναφερθεῖς ἐκ Πινδάρου, γεννήθηκε τὸ ἱερὸ δένδρο τῆς φιλοσοφίας καὶ ἡ θαλλοφορία τοῦ ἐπέφερε πληθώρα καρπῶν. 
  Οἱ Ἀθηναῖοι ἀγκάλιασαν μὲ θέρμη τὴν μελέτη καὶ τὴν σπουδὴ τῶν φιλοσοφικῶν ἀποφθεγμάτων, μὲ κορυφαίους ἐκπροσώπους τῆς κλασσικῆς περιόδου, τὸν Σόλωνα, τὸν Αἰσχύλο, τὸν Σοφοκλῆ, τὸν Εὐριπίδη, τὸν Σωκράτη, τὸν Πλάτωνα, τὸν Ξενοφῶν, τὸν Χαρμίδη τὸν κυνικό, τὸν Κριτία, τὸν Ἀριστοτέλη κ.α. 

Ἡ ἀκαδημία τοῦ Πλάτωνος, σύμφωνα μὲ τὸ ζωγραφικὸ πίνακα τοῦ Ραφαήλ 

  Μὲ τὴν παρέλευση τῶν αἰώνων, καὶ καθὼς ἡ Ἀθήνα εἶχε πλέον γίνει τὸ κέντρο τῆς παιδείας καὶ τῆς φιλοσοφίας, ἐμφανίστηκαν πολλὲς φιλοσοφικὲς τάσεις καὶ πλῆθος ἐνδιαφερομένων μετοίκων εἰσῆλθαν διὰ νὰ τὶς σπουδάσουν. 
 Ὡστόσο, κατὰ τοὺς χρόνους τῆς διάδοσης τοῦ χριστιανισμοῦ, ἡ φιλοσοφία παρέμεινε στὴν Ἀθήνα ἡ ζωτικότερη πνευματικὴ ἐνασχόληση τῶν Ἀθηναίων ἀλλὰ καὶ τῶν παρεπιδημούντων σπουδαστῶν. 
 Τόσο μείζων ὑπῆρξεν ὁ ἔρως τῶν Ἀθηναίων πολιτῶν, πρὸς τὸ φιλοσοφεῖν, τὸ ἐπιστημονικῶς ἀναζητεῖν καὶ ὁτιδήποτε τὸ καινοφανές, ἔτσι ὥστε καθημερινῶς συνευρίσκοντο εἰς τὴν ἀρχαία ἀγορὰ τοῦ κλεῖνὸν ἄστυ καὶ φιλοσοφοῦσαν. 
 Τὸ γεγονὸς τοῦτο ἐπιβεβαιώνεται ἐγγράφως στὴν Ἁγία Γραφὴ ὅπου εἰς τὶς πράξεις τῶν Ἀποστόλων (ἰζ΄ 21) ὁ Ἕλληνας εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς, σχολιάζει ὡς ἑξῆς: «Ἀθηναῖοι δὲ πάντες καὶ οἱ ἐπιδημοῦντες ξένοι εἰς οὐδὲν ἕτερον εὐκαίρουν ἢ λέγειν τι καὶ ἀκούειν καινότερον.»  [Πάντες οἱ Ἀθηναῖοι καὶ οἱ ξένοι ποὺ διέτριβαν ἐν τῇ πόλει γιὰ τίποτε ἄλλο δὲν εὐκαιροῦσαν ἀπὸ τὸ νὰ λέγουν καὶ νὰ ἀκοῦν κάτι τὸ καινούργιο]. 
   Ἐκ πρώτης οἱ σχέσεις τῆς φιλοσοφίας καὶ τῆς χριστιανικῆς διδασκαλίας δὲν φάνηκαν ὅτι παρουσιάζουν κάποια ἰδιαίτερη ἀντιπαράθεση. Μάλιστα, ἐθεάθησαν λατρεῖες ἁγιοποίησης, σὲ φιλοσόφους, ὅπως, ἐπὶ παραδείγματι τοῦ Σωκράτους. 
 Ἄλλωστε, ἡ νοοτροπία τῆς φιλοσοφικῆς σκέψης ἔφτασε στὰ συμπεράσματα τῆς κατόπιν ὡρίμου διαλογικῆς σκέψης, ὑποβαλλομένης σὲ κανόνες. Ἐκ τούτου, προκύπτει ἡ ἀσφαλὴς προσέγγιση τοῦ Θείου καὶ Δημιουργοῦ Πνεύματος ἀπὸ μιὰ μερὶς φιλοσόφων. 
 Ἀντίθετα, τὸ δημοκρατικὸ πολίτευμα ἀπέτρεπε κάθε εἰσαγωγὴ καινῶν δαιμονίων κρατῶντας σθεναρὰ τοὺς ἀρχαίους νόμους τοῦ Ἑρμοῦ ὅπως οἱ Ἑβραῖοι μὲ τοὺς νόμους τοῦ Μωυσῆ. Ἔτσι, κάθε εἰσβολὴ οἱονδήποτε νεοφερμένου δόγματος, θεωρητικά, χαρακτηρίζονταν ποινικῶς κολάσιμος. 
 Ἐν τούτοις, ὁ Ἀπόστολος τῶν ἐθνῶν Παῦλος δὲν ἐκδιώχθηκε οὔτε φυλακίστηκε παρὰ μόνο ἀπαξιώθηκε καὶ χλευάστηκε, ἀπὸ λίγους ὀπαδοὺς τῶν φιλοσοφικῶν σχολῶν. Αὐτοί του ἀπέδωσαν τὸν τίτλο τοῦ σπερμολόγου καὶ τὸν ἀπέβαλον ἀπὸ τὸ βῆμα τῆς Πνυκός. Αὐτὸ ἦταν δυνατὸ νὰ συμβεῖ σὲ ὁρισμένες φιλοσοφικὲς συζητήσεις τῶν Ἀθηναίων ὁμιλούντων τῆς ἀγορᾶς - ὅπως ἐξάλλου μαθαίνουμε διὰ τὶς ἄγριες διενέξεις τοῦ Σωκράτους μὲ ἀντιφρονοῦντες συζητητές. 
   Παρὰ τὴν ἑκουσία προσχώρηση ἀρκετῶν ἐπιφανῶν Ἀθηναίων στὴν χριστιανικὴ πίστη ἡ πόλη παρέμεινε τὸ κέντρο τῆς παιδείας καὶ τῆς φιλοσοφικῆς διδαχῆς. 
  Ἐν τούτοις, πολλοὶ χριστιανοὶ Ἀθηναῖοι, μὲ εὐγενικὴ καταγωγὴ καὶ ὑψηλὸ δείκτη μορφώσεως, μαρτύρησαν, χύνοντας τὸ αἷμα τους εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ.      Ἦταν ἐκείνη ἡ ἐποχὴ κατὰ τὴν ὁποία ἡ Ρώμη ἐφήρμοσε εἰς τὴν Εὐρώπη τὴν Pax Romana. Ἡ πανθεϊστικὴ αὐτοκρατορία τοῦ ἐπεκτατισμοῦ (ἰμπεριαλισμοῦ) καὶ τοῦ ἄκρατου φιλήδονου ὑλισμοῦ ἀπαξίωσε τὴν ὑπόσταση τοῦ ἀνθρώπου καὶ ἐπέφερε μιὰ νέα πνευματικὴ πτώση τοῦ ἀνθρώπου. 
  Ἀντιθέτως τὸ χριστιανικὸ πνεῦμα ἦταν τὸ μόνο ποὺ ἀντιτάχθηκε σ' αὐτὴ τὴ στυγνὴ δικτατορία γι'αυτό καὶ γνώρισε καὶ τοὺς μεγαλύτερους διωγμούς. 
  Ὅταν ὅμως, τὸν 3ο αἰῶνα, ὁ αὐτοκράτωρ Κωνσταντῖνος Α' θέσπισε τὸν νόμο της ἀνεξιθρησκίας ὅλα ἄλλαξαν. 
  Τότε οἱ χριστιανοὶ βρῆκαν τὴν νομικὴ προστασία ποὺ τοὺς ἅρμοζε καὶ μιὰ νέα περίοδος ἄρχισε νὰ ἀνατέλλει. Μέσα σ' ἕναν αἰῶνα ὁ χριστιανισμὸς ἔγινε ἡ κύρια θρησκεία τῆς αὐτοκρατορικῆς ἡγεσίας ἀλλὰ καὶ στὸ μεγαλύτερο μέρος τοῦ πληθυσμοῦ της πρωτεύουσα, τὴν ἐπονομαζόμενη ΚωνσταντινούποληΝέα Ρώμη
  Ἡ νέα πόλη τῆς Ἀνατολικῆς Ρωμαϊκῆς αὐτοκρατορίας, ἀπομιμούμενη τὸν πρωτοπόρο χαρακτῆρα τῆς ἄλλοτε ἀρχαίας Ἀθηναϊκῆς ἡγεμονίας, χτίστηκε μὲ τὴν προϋπόθεση νὰ γίνει τὸ ἐπίκεντρο τῆς νέας Πίστεως. 
  Ὡστόσο, οἱ ἀλλεπάλληλες ἀναταραχὲς καὶ δολοπλοκίες τοῦ βαθὺ κράτους τοῦ Βυζαντίου ὁδήγησαν ὁρισμένους αὐτοκράτορες  σὲ ἀκραῖες κι ἀπάνθρωπες ἐνέργειες. 
  Στὴν Ἀθήνα, ὕστερον τῆς κατάλυσης τοῦ ρωμαϊκοῦ ἐπεκτατισμοῦ, ἡ ζωὴ εἶχε ἀλλάξει ἀρκετὲς φορὲς ἄλλοτε πρὸς τὸ καλὸ κι ἄλλοτε πρὸς τὸ χειρότερον. 
 Παρα ταῦτα, ἡ χριστιανικὴ κοινότητα καὶ οἱ φιλοσοφικὲς σχολὲς συνυπῆρχαν, ὅπως ἔχει διαπιστωθεῖ, χωρὶς κάποια ἐπουσιώδη ἀντιπαράθεση. 
 Ὡς παράδειγμα, τῆς ἀλληλοπεριχώρησης τῶν δύο δογμάτων, τοῦ ἀρχαιοελληνικοῦ καὶ τοῦ χριστιανικοῦ, δύνανται νὰ τεθοῦν οἱ τρεῖς μεγάλοι ἱεράρχες καὶ πατέρες τῆς ἑλληνορθόδοξης χριστιανικῆς ἐκκλησίας, ὁ Ἅγιος Βασίλειος κι ὁ Ἅγιος Γρηγόριος καὶ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος. Ἀμφότεροι, ἦλθον εἰς τὰς Ἀθήνας, ἀπὸ τὴν Καππαδοκία, γιὰ νὰ σπουδάσουν στὴν Ἀκαδημία τῶν Ἀθηνῶν. Κατὰ τὴν παρεπηδημίαν τοὺς ἐγνωρίσθηκαν μὲ τὴν κοινότητα τῶν Ἀθηναίων χριστιανῶν καὶ ἄμεσα πίστευσαν στὸν Ἰησοῦ Χριστό
 Ἕνα ἐπιπλέον παράδειγμα μπορεῖ νὰ θεωρηθεῖ ἡ πληροφορία ποὺ θέλει τοὺς πρώτους χριστιανοὺς νὰ τιμοῦν ὡς ἅγιους ὁρισμένους ἀπὸ τοὺς Ἀθηναίους φιλοσόφους τῆς κλασσικῆς ἐποχῆς, ὅπως φερειπεὶν τὸν Σωκράτη, τοῦ ὁποίου εἶχαν φτιάξει καὶ εἰκόνα ποὺ τὴν λιτάνευαν. 





 Οἱ Ἕλληνες σοφοὶ ἁγιογραφημένοι εἰς τὸν τροῦλο τοῦ ἱεροῦ ναοῦ τῆς Παναγίας της Πορταΐτισας στὴν Μονὴ Ἰβήρων 
Ἁγίου Ὅρους. Οὗτοι, πλαισιώνουν τὴν ἔνθρονη Θεοτόκο ποὺ κρατάει εἰλητάρια μὲ θεολογικὲς προρρήσεις. Πρῶτος εἶναι ὁ Σόλων ὁ Ἀθηναῖος, ἀκολουθοῦν ὁ Πλούταρχος, ὁ Πλάτωνας ὁ Ἀθηναῖος , ὁ Ἀριστοτέλης καὶ τέλος ὁ Ἀθηναῖος τραγωδὸς Σοφοκλῆς. 

 Ἡ παρουσία τῶν φιλοσοφικῶν σχολῶν στὴν Ἀθήνα, γιὰ κάποιον ἀνυπόστατο λόγῳ παρόργισε τὴν αὐτοκρατορικὴ αὐλὴ τοῦ Βυζαντίου καὶ κάποια στιγμή, ὁ αὐτοκράτορας Θεοδόσιος ἐξ ἀφορμῆς τῆς δῆθεν ἐπαναφορᾶς τῶν εἰδωλολατρικῶν καὶ παγανιστικῶν ἐθῶν ἔκλεισε τὶς φιλοσοφικὲς σχολὲς καὶ ἐκδίωξε πάντες τοὺς διδασκάλους. 
 Ἡ ταφόπλακα τέθηκε λίγο ἀργότερα μὲ τὴν γνωστὴ εἰς τοὺς ἐκκλησιαστικοὺς κύκλους ἀναφορὰ τῶν Χαιρετισμῶν τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου ποὺ ἀπαξιώνουν τοὺς ποιητὲς καὶ φιλοσόφους τῆς ἀρχαίας ἑλληνικῆς γραμματείας ποὺ εἶχαν πλέον κατονομασθεῖ Ἀθηναῖοι. Ἰδοὺ καὶ οἱ συγκεκριμένοι στίχοι, ὅπου ψάλλονται τὴν τέταρτη Παρασκευὴ τῶν Χαιρετισμῶν: 

Χαῖρε, ὅτι ἐμαράνθησαν οἱ τῶν μύθων ποιηταί.
Χαῖρε, τῶν Ἀθηναίων τᾶς πλοκᾶς διασπώσα
Χαῖρε, τῶν ἁλιέων τᾶς σαγήνας πληροῦσα.
Χαῖρε, βυθοῦ ἀγνοίας ἐξέλκουσα
Χαῖρε, πολλούς ἐν γνώσει φωτίζουσα.
Χαῖρε, ὀλκᾶς τῶν θελόντων σωθῆναι
Χαῖρε, λιμήν τῶν τοῦ βίου πλωτήρων.

  Διὰ τὴν ἐγκυρότητα τοῦ ἱστορικοῦ συμβάντος, τοῦ περιγραφθέντος εἰς τοὺς στίχους τῶν Χαιρετισμῶν, δὲν ἔχουν δοθεῖ ἀξιόλογες θεολογικὲς ἑρμηνεῖες. Τὸ μόνο ἱστορικὸ γεγονός, ὅπου δύναται νὰ συνδυαστεῖ μὲ τὴν ἀναφορὰ περὶ τῆς πλάνης τῶν Ἀθηναίων φιλοσόφων, εἶναι ὁ ἐρχομὸς τοῦ ἀποστόλου Φιλίππου στὴν Ἀθήνα, μετὰ τῆς ἐλεύσεως τοῦ Παύλου. 
 Στὴν χρονικὴ αὐτὴ περίοδο γίνεται ἡ καταγραφὴ περὶ μιᾶς διαμάχης μεταξὺ τοῦ Ἀποστόλου Φιλίππου ἔναντι ὁρισμένων φιλοσόφων. Τότε λέγεται ὅτι κάποιοι "ἀθηναῖοι" φιλόσοφοι ἐκάλεσαν τὸν ἀρχιερέα τῶν Ἰουδαίων γιὰ νὰ ἐπιληφθεῖ τοῦ θέματος. 
 Ποῖα ἦτο, ἄραγε, ἡ σχέση τοῦ ἰουδαίου ἀρχιραββίνου μὲ τοὺς Ἕλληνες φιλοσόφους; μήπως οἱ φιλόσοφοι αὐτοὶ ἦσαν παρεπιδημοῦντες καὶ ὄχι γνήσιοι Ἀθηναῖοι;; 
 Τοῦτο δὲ βεβαιώνεται ἀπὸ τὰ συμφραζόμενα. Οὐδεὶς Ἀθηναῖος μὲ τὸ ἀρχαῖον ἑλληνικὸν φρόνημα, ποὺ διακατεῖχε τὴν παλαιότατη γενιὰ τῶν Ἰαόνων - Ἰώνων, δὲν θὰ συνεργάζονταν μὲ τοὺς Ἑβραίους
 Ἐν τέλει τὸ ἱστορικὸν καταλήγει εἰς τὴν θείαν ἐπενέργεια ἤτοι καὶ ἐπέμβαση τοῦ Θεοῦ ὅπου καὶ κατατροπώνεται ἡ μερίδα τῶν νεοπλατωνικῶν καὶ ἄλλων φιλοσόφων ὁμοῦ μετὰ τῶν Ἑβραίων συναγωγῶν καὶ τοῦ ἀρχιερέως τους Ἀνανία, καθ' ὅσον, ἄνοιξε στὴν γῆν ἕνα μεγάλο χάσμα καὶ τοὺς κατάπιε ὅλους τοὺς ἀντιφρονοῦντες. 
 Ἴσως ἐτούτη ἡ ἀφήγηση νὰ ἦταν δυνατὸν νὰ ἑρμηνεύσει τὴν διάλυση τῶν πλοκῶν καὶ τῆς πνευματικῆς πλάνης τῆς νεοτέρας φιλοσοφίας τῶν Ἀθηνῶν μὲ τὴν ἐπέμβαση τῆς Θεομήτορος, συνεργοῦντος, μετὰ τοῦ Ἀποστόλου Φιλίππου. 
  Τοῦτο, συνάμα, αἰτιολογεῖ καὶ τὴν μεγάλη λατρεία ποὺ εἶχαν οἱ Ἀθηναῖοι στὴν Παναγία Θεοτόκο, γιὰ τὴν εὐεργεσία ποὺ τοὺς παρεῖχε, ἐκεῖνα, τὰ πολὺ κρίσιμα χρόνια μὲ τὶς πολλαπλὲς αἱρέσεις. 
 Ἐκείνη, ὑπῆρξε ἡ βοηθὸς τῶν Ἀθηναίων χριστιανῶν, διαλύοντας τὰ ἔργα τοῦ Σατανᾶ, ἐνισχύοντας τὴν καθαρότητα τῆς πνευματικῆς ζωῆς τῆς πόλης καὶ διὰ αὐτὸ οἱ εὐεργετημένοι πολῖτες γέμισαν τὴν Ἀθήνα μὲ πάμπολλες ἐκκλησίες, μονύδρια καὶ μοναστήρια στὸ ὄνομα της. 
Ἔπειτα, χωρὶς οὐδένα δισταγμό, τὴν ἀνακήρυξαν πολιοῦχο τῆς πόλεως καὶ τὴν τοποθέτησαν εἰς τὸ ἀκρογωνιαῖο σημεῖο τῆς ἱερᾶς πόλεως ὡς βασίλισσα τῶν Ἀθηνῶν. 
 Στὸ ὁμηρικὸ πτολίεθρο τὴν πανάρχαια ἀκρόπολις, ἐκεῖ, στὸν Παρθενῶνα, ὅπου εἶχε χτιστεῖ γιὰ μιὰ ἄλλη Παρθένο τὴν Ἀθηνᾶ ἔλαβε τὴν θέση της ὅπου τὴν ἀνέμενε σύμφωνα μὲ τὸν Δελφικὸ χρησμό. 
 Καμία ἀντίδραση δὲν φάνηκε νὰ σημειώνεται, ἀπὸ τὴν πρώην προστάτιδα Παλλάδα Ἀθηνᾶ, κατὰ τὴν μετάβαση αὐτή. 
 Ἐν τούτοις, ἀπ' τὰ πρώιμα χρόνια τῆς διάδοσης τοῦ χριστιανισμοῦ, ἡ Παναγία Θεοτόκος, εἶχε δείξει τὴν ἰδιαίτερη ἐκτίμηση τῆς εἰς τὸ πρόσωπο δύο Ἑλλήνων ἐπισκόπων τῆς Ἀθήνας, τοῦ Ἁγίου Ἱεροθέου καὶ τοῦ Ἁγίου Διονυσίου τοῦ Ἀρεοπαγίτου, τοὺς ὁποίους συγκαλέσας, μετὰ θαυματουργικοῦ τρόπου μετέβησαν εἰς τὰ Ἱεροσόλυμα στὸν τόπο τῆς Κοιμήσεως της (ἔχω ἀναφερθεῖ σὲ προηγούμενο κεφάλαιο περὶ αὐτοῦ τοῦ ὑπερβατικοῦ γεγονότος). 
 Ὑπεραγία Θεοτόκος λέγεται ὅτι, ἐν εὐθέτῳ χρόνῳ, ἀγκάλιασε τοὺς Ἀθηναίους φιλοσόφους τῆς ἀρχαϊκῆς καὶ κλασσικῆς περιόδου δίδοντας ἐπιταγὴ εἰς τὴν μονὴ Ἰβήρων νὰ ἁγιογραφηθοῦν τοιχογραφίες στὸ νάρθηκα τοῦ ναοῦ τῆς (ἀνοικοδομηθέντος ἐν ἔτει 1774) μὲ τὴν ἴδια νὰ περιστοιχίζεται ἀπὸ τοὺς ἀρχαίους Ἀθηναίους σοφοὺς καὶ βασιλεῖς τῆς ἀρχαιότητας. 
 Ἰδού, διὰ τὴν ἐπαλήθευση τῶν προαναφερθέντων, τί μᾶς λέγει περὶ τούτου ὁ Φερδινάνδος Γρηγορόβιος στὸ βιβλίο τοῦ "Ἱστορίας τῆς πόλεως τῶν Ἀθηνῶν κατὰ τοὺς μέσους χρόνους" (τόμος Α' ἐν Ἀθήναις 1904): 
«Ἐπειδὴ δὲ ὁ ὔμνος οὖτος πρὸς τὴν Παναγίαν, εἴς τῶν ὡραιοτάτων ἐν τῇ πλουσίᾳ ὑμνολογίᾳ τῶν Βυζαντίνων, ἔτυχεν ἐν τῆ καθ' ὅλου ἑλληνικῇ ἐκκλησίᾳ ὑποδοχῆς ἐνθουσιώδους, δικαιούμεθα νὰ εἱκάσωμεν, ὅτι ἤδη ἐν τῖς χρόνοις τοῦ αὐτοκράτορος Κώνσταντος καὶ ἡ χριστιανικὴ ἐν τῷ Παρθενῶνι κοινότης τῶν Ἀθηναίων ὔμνει τὴν διάδοχον τῆς Παλλάδος ὠς διασπάσασαν τὰ θεῖα ἔργα τῆς μεγαλοφυίας των προγόνων δίκην πλοκῶν σαγηνευτικοῦ δόλου τῶν δαιμόνων. Ἐδέησε δὲ νὰ παρέλθωσιν αἰῶνες, ἔως ἡ ἑλληνικὴ ἐκκλησία ἀξιώσῃ τοὺς μεγάλους φιλοσόφους καὶ ποιητὰς τῶν ἀρχαίων χρόνων τῆς τιμῆς, ἵνα καταλάβωσι θέσιν θεραπόντων ἐν τῇ συνοδίᾳ τῆς Θεομήτορος. Οὕτω δὴ παρατηροῦνται ἐν τῷ τρούλλῳ τῆς ἀγιορειτικῆς μονῆς τῶν Ἰβήρων, ἐν ᾧ ἡ ἐπὶ θρόνου καθημένη Παρθένος περιστοιχίζεται οὐ μόνον ὑπὸ ἀγγέλων, προφητῶν καὶ ἀποστόλων, ἀλλὰ καὶ ὑπὸ Σόλωνος τοῦ Ἀθηναίου, τοῦ Χείρωνος, τοῦ Πλάτωνος καὶ τοῦ Ἀριστοτέλους, τοῦ Σοφοκλέους, του Θουκυδίδου καὶ τοῦ Πλουτάρχου. Ὑπῆρξε δὲ τοῦτο ὑποχώρησις εἰς τήν ἀθάνατον ἀξίαν τῆς ἑλληνικῆς ἐπιστήμης καὶ μέγα βῆμα πρὸς τὴν ἀναγέννησιν αὐτῆς ἐν τῇ ἐξελίξει τοῦ χριστιανικοῦ κόσμου.» (Δὲς κάτωθι εἰκόνες ἀπὸ τὸν πρῶτο τόμο τοῦ βιβλίου). 



    Ἐν κατακλεῖδι, ὀφείλω νὰ ἐπισημάνω τὴν μὴ παραδεκτὴ ἐκ τῶν πολλῶν ἀλλὰ τὴν κατ' οὐσίαν μακραίωνη καὶ ἀλληλένδετη συμπόρευση τῆς χριστιανικῆς πίστης μετὰ τῶν Προσωκρατικῶν καὶ Σωκρατικῶν φιλοσόφων ὅπως ἀποδεικνύουν πλῆθος κρυμμένες ἀναφορές. 
  Ὁ Ἅγιος Νεκτάριος, εἰς τὸ συγγραφικό του ἔργο "ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ ΩΣ ΠΑΙΔΑΓΩΓΟΥ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΝ" μᾶς πληροφορεῖ περὶ τῆς ἐναρέτου φύσης τῶν Ἑλλήνων - Ἀθηναίων φιλοσόφων, κυρίως τῆς κλασσικῆς καὶ ἀρχαϊκῆς περιόδου εἰς τοὺς κυρίως ἀκμάζοντες. 
 Παρὰ τὸ ὅτι, ἀρκετοὶ συγγραφεῖς κι ὁμιλητές - ἱεροκήρυκες ἐξέθεσαν τὴν θεωρία περὶ τοῦ συγκερασμοῦ ἢ τῆς ἀλληλοπεριχώρησης τῶν δύο συγκοινωνούντων δογμάτων κανεὶς ἀκαδημαϊκὸς φορέας δὲν ἀνέδειξε αὐτὴν τὴν σοβαρότατη ἱστορικὴ ἀλήθεια. 
  Κι ἐνῷ ἡ ἱστορία περιμένει νὰ δώσει μιὰ λύση στὸ σκοτεινὸ τοπίο αὐτῆς τῆς ὑποθέσεως, κανεὶς σοβαρὸς μελετητὴς δὲν μπορεῖ νὰ ἀναιρέσει τὴν τεράστια προσφορὰ τῶν ἀρχαίων Ἑλλήνων σοφῶν στὴν ἐπιστημονικὴ κατάρτιση τῶν δογματικῶν κανόνων ποὺ ἔθεσαν, ἐν εὐθέτῳ χρόνῳ, οἱ Πατέρες τῆς ἐκκλησίας. 
Ἔτσι, γίνεται ἐμφανὲς ὅτι τὸ χριστεπώνυμο πλήρωμα τῆς ἐκκλησίας ὠφελήθηκε καὶ δὲν ζημιώθηκε ἀπὸ τοῦ ἀρχαίους Ἕλληνες σοφιστές. 
 Ἄρα, ἡ Χριστιανικὴ ἐκκλησία καὶ δὴ ἡ Ἑλληνορθόδοξος ὀφείλει νὰ τιμάει τοὺς Ἀθηναίους φιλοσόφους μὲ ἰδιαίτερη λατρεία καὶ νὰ μὴν τοὺς ὑποτιμᾶ κι ἀναθεματίζει, ὅπως, μᾶς προτρέπει κι ὁ Ἅγιος Ἀναστάσιος ὁ Σιναΐτης γράφοντας: 
«Τί οὗν; Καὶ τοῖς Ἕλλησι τοῖς προτελευτήσασι πρὸ τοῦ Χριστοῦ παρουσίας δεῖ εὔχεσθαι καὶ μὴ ἀναθεματίζειν, ἢ οὐ;»

ΧΑΙΡΕΤΕ






Ἰδοὺ οἱ ἁγιογραφημένοι Ἕλληνες σοφοὶ  στὸν ἐξωνάρθηκα τῆς ἐκκλησίας τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου Γαργαρέττας στὴν Ἀθήνα. Ἡ ἁγιογράφιση 
συντελέστηκε ὑπὸ τοῦ Δημητρίου Καφή 
κατὰ τὸ μέσον τῆς δεκαετίας τοῦ 1930. 

ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
Ἡ μονὴ Ἰβήρων τοῦ Ἁγίου Ὅρους ἔχει σήμερα 16 παρεκκλήσια. Στὸ Καθολικὸ τῆς μονῆς βρίσκονται δύο παρεκκλήσια μὲ τοιχογραφίες, τοῦ Ἁγίου Nικολάου καὶ τῶν Ἁγίων Ἀρχαγγέλων. Παράλληλα στὸ σημεῖο αὐτὸ φυλάσσονται τὰ λείψανα 165 ἁγίων καὶ τμήματα ἀπὸ τὰ ὄργανα ἐκεῖνα ποὺ χρησιμοποιήθηκαν κατὰ τὴν σταύρωση τοῦ Xριστού. Δίπλα στὴν παλιὰ εἴσοδο τῆς μονῆς βρίσκεται τὸ παρεκκλήσι τῆς Παναγίας της Πορταΐτισσας μὲ τὴν θαυματουργὴ εἰκόνα τῆς Παναγίας. 



ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Φερδινάνδος Γρηγορόβιος, "Ἱστορίας τῆς πόλεως τῶν Ἀθηνῶν κατὰ τοὺς μέσους χρόνους" ἐν Ἀθήναις 1904, τόμος Α' 
•Ἁγίου Νεκτάριου, Περὶ τῆς Ἑλληνικῆς φιλοσοφίας ὡς παιδαγωγοῦ τῶν Ἑλλήνων πρὸς τὸν Χριστιανισμό 
•Ἁγία Γραφὴ, Πράξεις τῶν Ἀποστόλων (ἰζ΄ 21)
•Βίβλος ἡ καλουμένη ὁδηγὸς τοῦ ἐν Ἁγίοις πατρὸς Ἀναστασίου τοῦ Σιναΐτου καὶ ἐπισκόπου Θεουπόλεως Ἀντιοχείας, Ἐν Ἀθήναις 1889 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου