ЭIЄ
Ο ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΕΘΝΙΚΟΣ ΥΜΝΟΣ ΠΡΩΤΟΕΜΦΑΝΙΣΤΗΚΕ ΩΣ ΣΕΡΕΝΑΔΑ - ΝΥΚΤΩΔΙΑ
Ἔρευνα & συγγραφή: Ἰωάννης Γ. Βαφίνης
Στὴ Ζάκυνθο, κατὰ τὰς ἀρχὰς τοῦ 18ου αἰῶνα μ.Χ. ἡ φλόγα τῆς ἐθνεγερσίας καὶ ἡ ἐπιθυμία τῆς ἀποτίναξης τοῦ τυραννικοῦ ζυγοῦ, διατηροῦνταν περισσότερο ἀπὸ κάθε ἄλλη περιοχὴ τῆς σκλαβωμένης Ἑλλάδος.
Μάλιστα, ὁ ρομαντικὸς λογοτέχνης καὶ γόνος τῆς νήσου, Γρηγόριος Ξενόπουλος, εἰς τὸ διήγημα τοῦ "Ρηγγίνα Λέζα", χαρακτηρίζει τὴν Ζάκυνθο ὡς ὑπερελληνικοτάτη νῆσος.
Ὁμοίως εἰς τὴν νῆσο τῆς Ζακύνθου γεννήθηκε κι ὁ ἐθνικός μας ποιητής, Διονύσιος Σολωμός. Ὁ Διονύσιος, ὑπῆρξε ἡ ἀρχὴ τοῦ θεμέλιου λίθου γιὰ τὴν ἀνασυγκρότηση τῶν ἐκπροσώπων τῆς Α' Ἀθηναϊκῆς ρομαντικῆς ποιήσεως.
Στὴν Ἀθήνα, μετὰ τὴν ἀπελευθέρωση της ἀπὸ τοὺς Ὀθωμανούς, τὸ ποίημα τοῦ "Ὕμνος εἰς τὴν ἐλευθερία" ἀναγνωρίζεται ὡς ἐθνικὸ ποίημα καὶ κατατάσσεται στὰ πατριωτικὰ ἔργα τῆς ἑλληνικῆς ἐποποιίας.
Στὰ πρώιμα χρόνια τῆς μεταοθωμανικῆς ἐποχῆς τῶν Ἑλλήνων, τὸ μακροσκελὲς ποίημα τοῦ ζακυνθινοῦ ποιητῆ μελοποιεῖτε ἀπὸ τὸν Κερκυραῖο μελωδὸ Νικόλαο Μάντζαρο καὶ ἔτει ὀλίγον ἀνακηρύσσεται ἐθνικὸς ὕμνος τῆς Ἑλλάδος.
Ἡ μελωδικὴ γραμμὴ τοῦ ἄσματος, μὲ ἐμβατηριακὸ ὕφος, βασίστηκε στὸν μείζονα τρόπο ἐνῷ ὁ ρυθμός του εἰς τὸν τρίσημον ἠρωϊκὸν πόδα (3/4).
Συνάμα, τὸ ποιητικὸ μέτρο ποὺ χρησιμοποίησε ὁ Σολωμός, στὸν Ὕμνο εἰς τὴν ἐλευθερία, ἦταν ὁ δεκαπεντασύλλαβος.
Ὁ δεκαπεντασύλλαβος θεωρεῖται ἕνα δημῶδες συλλαβικὸ μέτρο ποὺ ἕλκει τὴν καταγωγή του στὸ ὁμηρικὸ ἐπίτριτον πόδα ἤτοι καὶ ἡρωικὸν πόδα.
Ὡστόσο, στὴν ποιητικὴ γραφὴ τοῦ Σολωμοῦ εἶναι τόσο ἐμφανὲς τὸ ρομαντικὸ στοιχεῖο, ποὺ δὲν χωρεῖ καμία ἀμφισβήτηση καὶ καμιὰ ἀμφιβολία.
Ἡ ἐπιβεβαίωση τῆς ρομαντικῆς διάθεσης τοῦ ἐθνικοῦ μας ποιητῆ ἐπισφραγίζεται μὲ τὰ γραφόμενα τοῦ Γρηγορίου Ξενόπουλου, ὅπου, ὑποστηρίζει εὐθαρσῶς ὅτι, ὁ ἐθνικός μας ὕμνος εἰς πρώιμη μορφή του πρωτοπαρουσιάστηκε εἰς τὸν ἑλληνικὸν λαὸν ὡς Σερενάδα[1] ἤτοι καὶ Νυκτωδία. Ἰδού, λοιπὸν καὶ τὸ ἀπόσπασμα ἐκ τοῦ διηγήματος τοῦ συγγραφέα, "Ρηγγίνα Λέζα": «Ἀπὸ πολλοὺς γέρους Ζακυνθινούς, ὅταν ἤμουν παιδί, ἄκουσα πὼς μιὰ νύχτα βγῆκε μεγάλη "σερενάδα" μὲ τοὺς καλλίτερους τραγουδιστὲς καὶ μὲ πολλὰ ὄργανα, γιὰ νὰ τραγουδήση τον " Ὕμνο". Ἐπί κεφαλῆς ἦταν ὁ ἴδιος ὁ Σολωμός, ποὺ τραγουδοῦσε κι' αὐτὸς μὲ τὴν ὡραία φωνή του. Κι' ἀπ' ὅπου περνοῦσαν, τὸν ἔραιναν μὲ λουλούδια...»
Παράλληλα στὸ κυρίως μέρος τοῦ διηγήματος, ὅπου δίδεται ὡς ὑποσημείωση τὸ ἄνωθεν ἀπόσπασμα, παραδίδονται τὰ ἑξῆς ἐπουσιώδη σχόλια περὶ τῆς χρήσης τοῦ Ὕμνου εἰς τὴν ἐλευθερία σὲ νυκτωδίες - σερενάδες: «Ἡ χαρά του κι' ἡ συγκίνηση ἦταν μεγαλύτερη, ὅταν αὐτὲς τὶς νύχτες ἄκουγε συχνά, ἀπὸ σπίτια, ἀπὸ ταβέρνες, ἀπὸ μποτέγες, ἀπὸ βάρκες νὰ τραγουδοῦν στίχους ἀπὸ τὸν "Ὕμνο", ταιριασμένους πρόχειρα σὲ κάποια ἄρια, ἢ καὶ τονισμένους ἀπὸ Ζακυνθινοὺς μουσουργούς. Μιὰ μάλιστα ἀπ' αὐτὲς τὶς συνθέσεις εἶχε γίνει πολὺ δημοτική, καὶ δὲν ἔβγαινε "σερενάδα" χωρὶς νὰ τραγουδήση μ' αὐτὴν τὸ "Σὲ γνωρίζω ἀπὸ τὴν κόψη" Ἔτσι ὁ ἐθνικὸς ὕμνος στὴ Ζάκυνθο πρωτοτραγουδήθηκε, καὶ μὲ μουσική, λένε, ὄχι πολὺ διαφορετικὴ ἀπὸ τὴν κατοπινή του Μαντζάρου».
Εἰκόνα ἀπὸ τὸ δραματοποιημένο δοκίμιον τῆς ΕΡΤ μὲ θέμα τὴν ζωὴ τοῦ Διονύσιου Σολωμοῦ. Τὸν ποιητή ἐνσάρκωσε ὁ ἠθοποιὸς Κώστας Καστανᾶς. Ἐδῶ τὸν βλέπουμε στὴν σκηνὴ ὅπου συνομιλεῖ μὲ τὸν μουσικοσυνθέτη Νικόλαο Μάντζαρο. Τὸν Μάντζαρο ὑποκρίνονταν ὁ ἀείμνηστος συνθέτης Δημήτρης Λάγιος.
Προσθέτει δέ, αὐτὲς τὶς δύο στροφές, λόγῳ τῆς ἀναφορᾶς τοῦ Σολωμοῦ στὸν ἔνδοξο λυρικὸ ποιητὴ καὶ κιθαρωδὸ Πίνδαρο:
Μέσ' τὰ χόρτα, στὰ λουλούδια
τὸ ποτήρι μου βαστῶ
φιλελεύθερα τραγούδια
σὰν τὸν Πίνδαρο ἐκφωνῶ
Ἀπ' τα κόκαλα βγαλμένη
τῶν Ἑλλήνων τὰ ἱερά
καὶ σὰν πρῶτα ἀντρειωμένη
χαῖρε, ὦ, χαῖρε Ἐλευθεριά!
Ἐν τούτοις, ἡ ἀναφορὰ τοῦ Διονύσιου Σολωμοῦ εἰς τὸ πρόσωπο τοῦ Πινδάρου δὲν εἶναι τυχαία. Ὁ Πίνδαρος θεωρεῖται ἕνας ἀπ' τοὺς μεγαλύτερους ὑμνωδοὺς τῆς ἀρχαίας Ἑλλάδος, ποὺ σπούδασε μουσικὴ εἰς τὴν Ἀθήνα, γράφοντας ἐπινίκιος ὕμνους καὶ παιᾶνες, διὰ τοῦτο ὁ Ὕμνος εἰς τὴν ἐλευθερία δὲν θὰ μποροῦσε νὰ παραλείψει τὴν μορφὴ τοῦ Πινδάρου, ποὺ ἐνέπνευσε γενιὲς καὶ γενιὲς ποιητῶν καὶ μουσικῶν.
Ὁ Πίνδαρος, μὲ τὸ ἀθηναϊκὸ λυρωδικὸ ὕφος του ὑπῆρξε ὁ θεμελιωτὴς τῆς ὑμνωδικῆς μουσικῆς ἤτοι καὶ ἀπολλωνίου παιᾶνα, τοῦ εἴδους ποὺ ἐξελίχθηκε ἀπὸ πολεμικὸ σὲ ἐρωτικὸν ἆσμα μέσα στοὺς αἰῶνες, δηλαδή, ἐν καταλήξει στὴν μορφή της σερενάδας - νυκτωδίας.
ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[1] Ἡ καταγραφή του Γρ. Ξενόπουλου, εἰς τὴν ὀνομασία σερενάδα καὶ οὐχὶ σερενάτα, θεωρεῖται πολὺ σημαντικὴ γιὰ νὰ ἐννοήσουμε τὴν ἐτυμολογία της, ὅπου, ἐκπηγάζει ἀπὸ τὶς λέξεις: Σείριος >σειρὸς > σείριος > ξερὸς > ξηρὸς > θερμὸς > καυτὸς & ἄδω > ἀοιδὸς > τραγουδῶ.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
•Γρηγόριος Ξενόπουλος, Ρηγγίνα Λέζα
•Νεότερο ἐγκυκλοπαιδικὸ λεξικὸ τοῦ ΗΛΙΟΥ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου