ЭIЄ
ΘΗΣΕΥΣ Ο ΥΠΟΣΤΗΡΙΚΤΗΣ ΤΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ
(Ο πατέρας της Αθηναϊκής Δημοκρατίας)
(Ο πατέρας της Αθηναϊκής Δημοκρατίας)
Ἔρευνα καὶ συγγραφή: Ἰωάννης Γ. Βαφίνης
Εἰς τὴν παγκόσμια μυθολογία ὁ Θησεὺς κατατάσσεται ὡς ἕνας ἀπὸ τοὺς κορυφαίους ἥρωες καὶ εἷς ἐκ τῶν δύο ἡμιθέων τῆς ἀρχαίας Ἑλλάδος συντασσόμενος στὶς πρῶτες θέσεις τοῦ ἠρωϊκοῦ πανθέου ἰσότιμα μὲ τὸν ξάδερφο του, Ἡρακλῆ.
Μάλιστα, οἱ δύο ἥρωες, σύμφωνα μὲ τὸν ἱστορικὸ Πτολεμαίο του Ἠφαιστίωνος, διαγωνίστηκαν στὴν πάλη καὶ εὑρέθησαν ἰσόπαλοι.
Ἐν τούτοις, οἱ ἆθλοι του, σὲ σχέση μὲ τοὺς ἄθλους τοῦ Ἡρακλέους, παρουσιάζουν πιὸ ἀνθρώπινο χαρακτῆρα.
Ὅταν πλέον ἀνακηρύχθηκε βασιλέας τῶν Ἀθηνῶν διαχειρίστηκε τὴν ἐξουσία μὲ πραότητα καὶ σύνεση. Τὰ ἰσχυρότατα δείγματα τῆς φιλανθρωπίας του καὶ τῆς φιλευσπλαχνίας του, ἀνέδειξαν σταδιακὰ τὴν παρουσία του ὡσὰν πρότυπο τῆς ὑπεράσπισης κάθε ἀδύνατου καὶ ἀνυπεράσπιστου ἀνθρώπου.
Στὸ βιογραφικό του σημείωμα, ἐξιστορεῖται καταφανῶς ἡ συμπαράσταση ποὺ παρεῖχε στοὺς Ἀθηναίους πολῖτες, κυρίως ὅταν ἀδικοῦνταν σκληρὰ ἀπὸ κάποιες τυχοδιωκτικὲς συμπεριφορές, κακοποιῶν, ληστῶν κι ἐκβιαστῶν.
Ἡ τεράστια δύναμη καὶ τὸ θάρρος τοῦ ἥρωος καὶ ἡμιθέου τῶν Ἀθηνῶν ἦταν τὰ δῶρα τοῦ Θεοῦ τὰ ὁποῖα ἐδόθησαν γιὰ νὰ ὑπερνικήσει τὰ ἰσχυρὰ ἐκεῖνα ἀνθρώπινα κτήνη, τῆς προϊστορικῆς ἐποχῆς, ὅπως ἐπὶ παραδείγματι, τὸν Περιφήτη ἀπὸ τὸν ὁποῖο ἀπέσπασε τὴν σιδερᾶ κορύνη(ρόπαλο), τὸν Σίνιν, τὴν Κρομμυωνία, τὸν Σκείρωνα, τὸν Κερκυώνα, τὸν Προκρούστη, τὸν Μαραθώνιο ταῦρο ἢ Κάπρο καὶ τέλος τὸν Μινώταυρο.
Εἰκόνα ἐκ τοῦ βιβλίου "ΤΡΟΠΑΙΟΝ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΠΙΣΤΕΩΣ" ὅπου ἀναφέρει
τὸν Θησέα ὡς ἡμίθεο καὶ γιὸ τοῦ Αἰγέα
Ἔτσι, ὁ Θησέας, διαπράττοντας τοὺς πρώτους ἑφτὰ ἄθλους, κατάφερε νὰ πατάξει τὸ κακὸ στὴν εὐρύτερη περιοχὴ τῆς Ἀττικῆς κι ἔπειτα ἀκολούθησε ἡ ἐπιχείρηση ἐναντίον τῆς Μινωϊκῆς Κρήτης.
Θησεὺς κορυνοφόρος
Ὡστόσο, ὁ ὄγδοος καὶ σημαντικότερος ἆθλος τοῦ Ἀθηναίου ἥρωα ἦταν ἡ ἐντολὴ ποὺ ἔλαβε ἐξ ουρανοῦ γιὰ τὴν ἐξόντωση τοῦ Μινωταυρικοῦ θηρίου.
Παρὰ τὴν συγγένεια μὲ τὸν οἶκο τοῦ πατρὸς τοῦ βασιλέα τῶν Ἀθηνῶν Αἰγέα ἤτοι καὶ μοναδικὸς νόμιμος διάδοχος τοῦ θρόνου, ἡ ἑκούσια συμμετοχή του στὴν ἀποστολὴ τῆς ἐτήσιας φορολογίας ὑπῆρξε καταλυτικὴ γιὰ τὸ κράτος τῆς πλανεμένης κι ἀπανθρώπου κακοδαίμονως ἰσχύς του ἄνακτα τῆς Κρήτης ποὺ φάνταζε ὡς ἕνα ὁλοκληρωτικὸ τυραννικὸν πολίτευμα τῆς μακρινῆς ἐκείνης ἐποχῆς.
Μὲ τὴν κίνηση τοῦ αὐτὴ τόνωσε τὸ ἠθικὸ τῆς πάλαι ποτὲ Κεκροπίδος πόλης ὅπου οἱ εὐσεβεῖς πολῖτες της ἀνέμεναν ἐπὶ πολὺ καιρὸν τὴν ἀπελευθερωτικὴ δράση τοῦ ἥρωος ἀπὸ τὴν δικτακτορικὴ μινωικὴ σκλαβιά.
Οἱ βασικοὶ παράγοντες τῆς νίκης τοῦ Θησέως, ἐπὶ τοῦ Μινώταυρου, ἦταν οἱ ἑξῆς καταγεγραμμένοι: α) ἡ ἐξαίρετος σωματικὴ διάπλαση, ἀπόρροια τῆς ἐκπαίδευσης τῶν πολεμικῶν τεχνῶν καὶ τῆς θαλάσσιας καταδύσεως, β) ἡ πνευματικότητα - εὐφυία, ἴδιον τῆς λαμπρότητας τοῦ προσώπου του, γ) ἡ μουσικὴ μόρφωση στὴν κιθαρωδία - λυρωδία καὶ ἡ εὐγένεια τοῦ τρόπου συμπεριφορᾶς. Ὅλες ἐτοῦτες οἱ ἀρετές, ἐθάμβησαν τὴν πριγκίπισσα Ἀριάδνη, τὴν κόρη τοῦ Μίνωα.
Ὡς ἔπος εἰπεῖν, ὁ Θησέας, σὲ συνάρτηση μὲ ὅλα αὐτὰ τὰ χαρίσματα ἑνὸς ἀκαταμάχητου ἥρωα, ἐξέπεμπε καὶ τὴν θελκτικὴ παρουσία ἑνὸς ἀσυναγώνιστου γόη τῶν Ἀθηνῶν.
Τὸ ἡλιακὸ φῶς, ποὺ ἐξέπεμπε ἡ αὐθεντικὴ θεία παρουσία του, δυνάμεθα νὰ τὸ προσομοιάσουμε μὲ τὴν κίβδηλη - μὲ τεχνικά - μέσα λαμπρότητα ἑνὸς Χολιγουντιανοῦ ἀστέρα τοῦ κινηματογράφου κατὰ τὴν μεταπολεμικὴ περίοδο (βέβαια, ὅπως προεῖπα, τὸ ὁποῖο φῶς τῶν κινηματογραφικῶν ἀστέρων εἶναι πλαστὸ καὶ τεχνητὸ παραγόμενο ἐκ τῶν σύγχρονων τεχνολογικῶν μέσων).
Ἐν ὀλίγοις, ὑπῆρξε ἕνας ἐράσμιος (γαλλιστὶ Ζὲν πρεμιὲ) ρομαντικὸς τύπος μὲ καλὴν τὴν προαίρεση. Τὸ ἡρωικό του παράστημα μετὰ ὑψηλοῦ γιγάντιου ἀλλὰ ἁρμονικοῦ ἀναστήματος φαίνεται ὅτι σαγήνευε τὶς νεαρὲς κοπέλες ποὺ ὀνειρεύονταν ἀπὸ τότε ἕναν ἥρωα - ἱππότη μὲ λευκὸν ἵππον, βασιλικὴ καταγωγὴ καὶ εὐγενεῖς τρόπους.
Ὁ Θησέας, γνωρίζοντας τὴν κιθαρωδικὴ τέχνη, ἐκφράζονταν μὲ ὑμνωδίες τῆς λυρικῆς ποιήσεως, κάτι παρόμοιο μὲ τὶς λόγιες ἔντεχνες καντάδες τῆς καλῆς ἐποχῆς(μπελ ἐπὸκ) τῆς σύγχρονης ἱστορίας τῶν Ἀθηνῶν. Μὲ τοῦτο τὸν τρόπο μιλοῦσε μέσα στὶς καρδιὲς τῶν κοριτσιῶν.
Ἄλλωστε, σύμφωνα μὲ τοὺς ἀρχαίους βιογράφους, ἡ φοίτηση τοῦ στὸ διδασκαλεῖο τοῦ Κένταυρου Χείρωνα, ἤτοι καὶ Κόννο ὀνομαζόμενο τὸν κατέστησε ἕναν ἠθικὸ χαρακτῆρα μὲ ἀρετὴ καὶ φρόνηση.
Ὑπὸ τὴν ἐποπτεία του Χείρωνα σπούδασε τὴν κιθαρωδία καὶ τοὺς τρόπους καλῆς συμπεριφορᾶς (μιὰ πρώιμη μορφή του σαβουὰρ βίβρ [Savoir Vivre]) στὴν πρωίμη ἡλικία του φτάνοντας νὰ γίνει στὰ δεκαέξι του χρόνια ἕνας ὥριμος καὶ συνετὸς μαχητῆς της ζωῆς.
Ὁ Θησέας κρατῶντας τὴν ἐπτάχορδη λύρα τοῦ Ἀπόλλωνα χορεύει μὲ τοὺς συντρόφους του τὸ γέρανοποὺ συνέθεσε καὶ τραγουδοῦσε ὁ ἴδιος μετὰ μεικτοῦ χοροῦ. Ἀττικὸς μελανόμορφος κρατῆρας («Ἀγγεῖο François»), 570-565 π.Χ., Museo Archeologico Etrusco
Κατὰ αὐτὸν τὸν τρόπο, λοιπόν, ἐξελίσσεται τὸ ἐρωτικὸ δρᾶμα τοῦ Θησέα καὶ τῆς Ἀριάδνης. Ἡ ἐρωτευμένη Ἀριάδνη, δίχως νὰ χάσει χρόνο, ἀποτάνθηκε στὸν Ἀθηναῖο πολυτεχνίτη Δαίδαλο, γιὰ νὰ τὴν συμβουλέψει πὼς θὰ βοηθοῦσε τον ἀγαπημένο της. Ὁ Δαίδαλος, ἐκτὸς τὸ ὅτι εἶχε συγγενικὸ αἷμα μὲ τὸ Θησέα, ἐπιπλέον ἐθεωρεῖτο τὸ πρόσωπο κλειδὶ τῆς ἐπιχειρήσης ἐξόντωσης τοῦ θηρίου, καθ' ὅσον, ὑπῆρξε ὁ κατασκευάστής ὅλων τῶν τεχνολογικῶν ἐπιτευγμάτων τῆς Κρητικῆς ἐπικράτειας, με σπουδαιότερο ἔργο τὸν Μινωικὸ λαβύρινθο.
Παράλληλα, οἱ γνώσεις τοῦ Θησέα στὸν τομέα τῶν πολεμικῶν τεχνῶν του προσέθεσαν τὰ ἐχέγγυα γιὰ μιὰ θρυλικὴ νίκη ἔναντι τοῦ φοβεροῦ θηρίου τῆς Κρήτης.
Ἐπὶ πλέον, ὁ μίτος, δώρημα τῆς ἐρωμένης του Ἀριάδνης, τοῦ ἐξασφάλισε τὴν ἔξοδο ἀπὸ τὸν Λαβύρινθο, ὁμοῦ μετὰ τῶν δεκατεσσάρων συνακόλουθων νέων ἐξ Ἀθηνῶν.
Ὁ Θησέας, πραγματώνοντας τὴν ἐξόντωση τοῦ Μινώταυρου τοῦ θηριώδους συμβόλου τῆς αὐταρχικῆς μινωικῆς αὐτοκρατορίας, κατόρθωσε νὰ καταβαραθρώσει τὴν τυραννία ποὺ ἐπέβαλαν οἱ ἐξουσιαστὲς δυνάστες στοὺς ἀδύνατους κι ὑποτελεῖς λαοὺς μὲ βαρύτατες φορολογίες - ἀκόμη καὶ μὲ τὴν καταβολὴ ἀνθρώπινης ζωῆς.
Μὲ τὴν νίκη του αὐτὴ κατήργησε τὴν ἀπάνθρωπη φορολογία τοῦ Μίνωα ποὺ πλήρωναν οἱ Ἀθηναῖοι ἀποστέλλοντας ἐτησίως στὴν Κρήτη 7 νέους καὶ 7 νεανίδες γιὰ νὰ κατασπαραχθοῦν ἀπὸ τὸ σατανικὸ θηρίο.
Μιὰ ἐπίσης ἐνδιαφέρουσα μυθιστοριακὴ ἐκδοχή, μεταφράζει τὴ νίκη τοῦ Θησέα ἐπὶ τοῦ Μινωταύρου μὲ τὴν ἐνίσχυση τοῦ ἡμιθέου ἥρωα ἀπὸ ἕνα θεϊκὸ στέμμα ποὺ τοῦ χάρισε ἡ Ἀμφιτρίτη.
Ἡ ἀφήγηση αὐτῆς τῆς μύθ - ἱστορίας ξεκινάει ἀπὸ τὴν ἔλευση τοῦ Μίνωα στὴν πόλη τῶν Ἀθηνῶν, ὅταν γύρεψε ὁ ἄναξ τὴν παράδοση ἑφτὰ νέων καὶ ἑφτὰ νεανίδων λόγῳ τῆς δολοφονίας τοῦ υἱοῦ Ἀνδρόγεου.
Τὴν στιγμὴ ἐκείνη, ὅπου, συνδιαλέγονταν οἱ δύο βασιλεῖς, Ἀθηνῶν καὶ Κρήτης, ὡς ἀπομηχανὴς θεὸς ἐμφανίστηκε ἐμπρός του Μίνωος ὁ Θησέας καὶ μὲ μιὰ ἀτρόμητη συμπεριφορά του εἶπε μὲ λίγα λόγια ὅτι, θεωρεῖται κι αὐτὸς εὐγενής, ἀφοῦ, ὁ πατέρας του εἶναι ὁ Ποσειδῶνας, ὅπως πατέρας τοῦ Μίνωα εἶναι ὁ Δίας.
Ὁ Μίνωας, τότε, γιὰ νὰ τὸν δοκιμάσει, πέταξε στὰ βαθιὰ τῆς θάλασσας ἕνα δακτυλίδι ζητῶντας του νὰ τὸ βρεῖ καὶ νὰ τὸ ξαναφέρει πίσω.
Ἔκπληκτος, λοιπόν, εἶδε τὸν Θησέα νὰ βουτάει στὰ σκοτεινὰ νερὰ καὶ μέσα σὲ λίγα λεπτὰ νὰ ἀναδύεται μὲ τὸ δαχτυλίδι στὸ χέρι.
Ἡ ἱστορία λέει ὅτι, ἐκεῖ, στὰ μεγάλα βάθη συνάντησε τὸν Ποσειδῶνα, ὁ ὁποῖος καὶ τοῦ ἔδωσε τὸ δαχτυλίδι τοῦ Μίνωα.
Ἡ Ἀμφιτρίτη, ἡ ἀκόλουθος τοῦ Ποσειδῶνα, ἔδωσε στὸν Θησέα ἕνα θεϊκὸ στέμμα. Τὸ θεϊκὸ στέμμα τοῦ Θησέα φωτοβολοῦσε, ὅπως τὸ στέμμα τῶν ἁγίων, γιατί ὁ Θησέας ἦταν γεννημένος γιὰ νὰ ἀντιμετωπίσει τὸ κακὸ τοῦ κόσμου.
Ἐν τέλει ἔχοντας τὴν προστασία τοῦ θεϊκοῦ στέμματος κατάφερε νὰ βγεῖ ἀλώβητος ἀπὸ τὸν λαβύρινθο, σκοτώνοντας τὸν Μινώταυρο.
Τὸ στέμμα ἢ στέφανος ἢ κορώνα τοῦ Θησέα, ἔγινε δώρημα τοῦ ἥρωα πρὸς τὴν ἀγαπημένη του Ἀριάδνη.
Μετὰ ὅμως ἀπὸ τὴν ἱστορικὴ περιπέτεια, τῶν δύο ἐρωτευμένων πρωταγωνιστῶν, τὸ στέμμα τοῦ Θησέα ἢ τῆς Ἀριάδνης καταστερίστηκε στὸν οὐράνιο θόλο, λαμβάνοντας τὴν θέση τοῦ ἀστερισμοῦ τοῦ Στεφάνου (Corona Borea).
Στὸ κτίριο τῆς ἀρχαίας Πομπηίας, ποὺ ὀνομάζεται Βασιλική, βρέθηκε αὐτὴ ἡ ἀρχαία τοιχογραφία ποὺ παριστάνει τὸν ἥρωα Θησέα ὡς νικητὴ τοῦ Μινώταυρου καὶ τὰ νέα παιδιὰ τῶν Ἀθηναίων καὶ Κρητῶν
νὰ τοῦ φιλοῦν τὰ χέρια καὶ τοὺς πόδες πρὸς ἔκφραση εὐγνωμοσύνης
Μετὰ τὸ πέρας τῆς ἀποστολῆς του, ὁ Θησέας ἄρχισε νὰ σχεδιάζει τὴν ἐπιστροφὴ στὴν Ἀθήνα, σκεφτόμενος τὸν ἆθλο ποὺ τὸν ἀνέδειξε τόσο σύντομα ὡς ἕναν ἡγέτη ἄξιο ν' ἀφήσει ἀλησμόνητο ὄνομα τοῦ εἰς τὴν ἀθάνατο μνήμη τῆς ἱστορίας.
Μέσα ἀπὸ ὅλη αὐτὴ τὴν ἀναμόχλευση συνειδητοποιοῦμε τὴν μεγάλη του προσφορὰ ὅπου καθόρισε τὴν Δημοκρατικὴ συνείδηση τῆς πολιτείας τῶν Ἀθηναίων, ἀρχῆς γενομένης ἀπὸ τοῦ βασιλέα Κέκροπα.
Ἔκτοτε, ὁ Θησέας, θεωροῦνταν ὡς κύριος ὑπερασπιστὴς κάθε ἀδικημένου ἀνθρώπου καὶ γνήσιος ὑποστηρικτὴς τοῦ δικαίου[1]. Μάλιστα, σὲ ὅλη του τὴ θητεία βοηθοῦσε καὶ προστάτευε τοὺς ἀσθενεῖς κι ἀδυνάτους τιθέμενος ὡς ἀρωγὸς σὲ κάθε ἀνθρωπιστικὴ δραστηριότητα.
Μὲ λίγα λόγια, ὑπῆρξε ἕνας ἄνθρωπος τοῦ λαοῦ ποὺ συμπεριφέρονταν φιλάνθρωπα σὲ οἱανδήποτε ἱκεσία καὶ παράκληση τῶν ἀδυνάτων κι ἀδικημένων. Ἔτσι, παρέμεινε πιστὸς στὰ ἰδανικά του καὶ δὲν ἀλλοιώθηκε ἀπὸ τὴν ἀλαζονεία τῆς ἐξουσίας τὴν ὁποία παραχώρησε εἰς τοὺς συμπολῖτες του Ἀθηναίους θεωρῶντας ἰσότιμους ὅπως κι Ὕψιστος Οὐράνιος Τριαδικὸς Θεός μας!
Σύμφωνα μὲ τὰ παρατιθέμενα βιογραφικὰ στοιχεῖα, ὁ Θησεύς, ὁ γιὸς τοῦ Αἰγέα, ἦταν ὁ πρῶτος βασιλιᾶς τῆς Ἀθήνας ποὺ ἐφήρμοσε τὸ πολιτειακὸ σύστημα τῆς Δημοκρατίας. Γι' αὐτὸ θὰ πρέπει νὰ θεωρηθεῖ ὁ πρῶτος δημοκράτης βασιλέας τῆς παγκόσμιας ἱστορίας.
Ἀπὸ τὸ βιβλίο του Πλούταρχου, ἀντλῶ τὴν ἱστορικὴ καταγραφὴ τῆς πρώτης διακήρυξης τῶν δημοκρατικῶν θεσμῶν, στὸ κλεινὸν ἄστυ τῶν Ἀθηνῶν, ὅταν ὁ Θησεύς, πρότεινε πρὸς τοὺς οἰκονομικὰ δυνατοὺς πολῖτες νὰ προάγουν τὸ Ἀθηναϊκὸ πολίτευμα σὲ ἀβασίλευτο καὶ δημοκρατικό, μὲ μοναδικὸ ἡγέτη στὶς μάχες αὐτόν, ὡς πολέμαρχο, καὶ παράλληλα προστάτη τῶν νόμων: «...οῖς δὲ δυνατοῖς ἀβασίλευτον πολιτείαν προτείνων καὶ δημοκρατίαν, αὐτῷ μόνον ἄρχοντι πολέμου καὶ νόμων φύλακι χρησομένην» ("Βίοι Παράλληλοι - Θησεύς", παρ. 24).
Ἐπιπλέον, ὁ περιηγητὴς Παυσανίας, κατέγραψε ὅτι, στὴν Βασιλικὴ στοὰ τοῦ Κεραμικοῦ ὑπῆρχε ζωγραφισμένος ὁ Θησέας, μαζὶ μὲ τὴν Δημοκρατία καὶ τὸν Δῆμο, γιατί ἐκεῖνος πρῶτος θέσπισε τοὺς δημοκρατικοὺς νόμους δίδοντας ἴσα πολιτικὰ δικαιώματα στοὺς Ἀθηναίους. Ἰδοὺ καὶ ἡ ἀρχαία γραφή: «στὸὰ δὲ ὄπισθεν ᾠκοδόμηται γρὰφὰς ἔχουσα θεοὺς <τὸὺς> δώδεκα καλουμένους· ἐπὶ δὲ τῷ τοὶχῳ τῷ πέραν Θησεὺς ἐστι γεγραμμένος καὶ Δημοκρατία τε καὶ Δῆμος. δηλοῖ δὲ ἡ γρὰφὴ Θησέα εἶναι τὸν καταστήσαντα Ἀθηναίοις ἐξ ἴσου πολιτεύεσθαι·» (Παυσανίου, Ἑλλάδος περιήγησις - Ἀττικά, Ι.3.3).
Ὡστόσο, ἡ βασιλεία δὲν καταλύθηκε ἄμεσα, ἀλλά, διατηρήθηκε μέχρι τὴν ἐποχὴ τῆς βασιλείας του Κόδρου. Σήμερα, τὸ πολίτευμα τῆς Ἀθήνας, τῆς προϊστορικῆς ἕως καὶ ἀρχαϊκῆς ἐποχῆς, θὰ μποροῦσε νὰ χαρακτηριστεῖ, ἐν μέρει, συγγενὲς ὡς πρὸς τὴν λειτουργικότητα τῆς βασιλευομένης δημοκρατίας τῆς νεότερης ἱστορίας τῆς Ἑλλάδος.
Συνάμα, οἱ Ἀθηναῖοι, σὲ ὅλη τὴν μεγάλη καὶ ἔνδοξη πορεία τῆς ἱστορίας τους, λάτρεψαν τὸν Θησέα καὶ τὸν εἶχαν ὡς πρότυπο δικαιοσύνης καὶ φιλανθρωπίας. Αὐτὸ ἴσχυσε μέχρι καὶ τοὺς πρώτους χριστιανικοὺς αἰῶνες.
Τὸ χαρακτηριστικὸ γνώρισμα τῆς ἔμφυτης δικαιοσύνης τῶν Ἀθηναίων πολιτῶν, ποὺ τὸ κληρονόμησαν ἀπὸ τὸν Θησέα, τὸ γνωστοποιεῖ κι ὁ Διόδωρος ὁ Σικελιώτης στὰ ἑξῆς περαιτέρω γραφόμενα: «μόνοι τῶν ἄλλων Ἀθηναῖοι διὰ τὴν ἔμφυτον παρ΄ αὐτοῖς ἐπιείκειαν προσεδέξαντο τὸὺς Ἡρακλείδας» (βιβλίο 4ο 57.4) μετάφραση: [οἱ μοναδικοὶ ἀπὸ ὅλους τοὺς Ἕλληνες, οἱ Ἀθηναῖοι, μὲ τὴν ἔμφυτη δικαιοσύνη - ἐπιείκεια δέχτηκαν τοὺς Ἡρακλεῖδες].
Ἐπὶ τοῦτο, ἴσως, νὰ συμφωνεῖ καὶ ὁ διάλογος τοῦ Αἰγύπτιου ἱερέα μὲ τὸν Ἀθηναῖο σοφὸ Σόλωνα στὴν Σαΐδα, λέγοντας τοῦ ὅτι, τὸ γένος τῶν Ἀθηναίων ὑπῆρξε τὸ πιὸ εὐγενικὸ γένος τῶν ἀνθρώπων (Δές, Τίμαιος τοῦ Πλάτων).
Διότι, τὸ Ἀθηναϊκὸ γένος, γεννοῦσε ἔννοιες πανανθρώπινες. Ἄλλωστε, γιὰ πρώτη φορὰ στὰ πολιτειακὰ δρώμενα τοῦ δημοκρατικοῦ διαλόγου, διακηρύχθηκε ἀπὸ τὸν Περικλῆ, ἡ ἔννοια τῆς ἀξίας τῆς ἀνθρώπινης ζωῆς ποὺ δὲν μπορεῖ νὰ ἀφαιρεῖται ἢ νὰ κακοποιεῖται χωρὶς τὴν ἐπιμέλεια μιᾶς ἔνορκης δικαστικῆς ἀρχῆς.
Τελικά, οἱ γηγενεῖς κάτοικοι τῶν Ἀθηνῶν, ὑπῆρξαν τόσο περήφανοι γιὰ τὸν ἥρωα τους, γι' αὐτὸ κι ἀποκαλοῦνταν ὅλοι ὡς γνήσιοι ἀπόγονοι τοῦ Θησέως. Δι' αὐτὸ τὸ λόγο, ὀνόμαζαν τὴν πόλη τῶν Ἀθηνῶν καὶ πόλη τοῦ Θησέως. Συνήθιζαν δὲ νὰ κατονομάζονται κι οἱ ἴδιοι ὡς Θησηΐδες.
ΘΗΣΕΥΣ ΕΝ ΟΠΛΟΙΣ ΜΕ ΚΕΦΑΛΗ
ΜΙΝΩΤΑΥΡΟΥ ΕΙΣ ΤΟΥΣ ΠΟΔΕΣ ΤΟΥ
ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[1].Ὅλη αὐτὴ ἡ δεοντολογία, ξεκίνησε ἀπὸ τὸν Θησέα, τοῦ ὁποίου οἱ σχέσεις μὲ τὸ μαντεῖο τῶν Δελφῶν ἦταν στενότατες. Μάλιστα, ἡ ἀρχαιολογικὴ σκαπάνη, ἀνακάλυψε ἕνα ἵδρυμα θεωρούμενο ὡς θησαυρὸ ἢ ἱερὸ τοῦ Θησέως. Τὸ μαντεῖο τὸ Δελφῶν εἶχε ἐξαγγείλει, ἀπὸ ἐκείνη τὴν ἐποχή, χρησμοὺς καὶ προφητεῖες περὶ τῆς ἐλεύσεως τοῦ Ἡλίου τῆς Δικαιοσύνης, στὸ πλανήτη γῆ. Δηλαδὴ περὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ Θεοῦ λυτρωτῆ τῶν ἀνθρώπων - ἐκ τοῦ θανάτου τῆς βροτὴς φύσεως - τοῦ ὁποίου τὸ ὄνομά θὰ εἶναι, Ἰησοῦς Χριστός. Θεωρητικά, ὅλοι οἱ ἥρωες τῆς περιόδου τῆς Ἀργοναυτικῆς ἐκστρατείας εἶχαν μυηθεῖ στὸ μυστήριο τῆς παλιγγενεσίας τοῦ ἀνθρώπου καὶ γνώριζαν τὴν ὕπαρξη Ἑνὸς Τριαδικοῦ Θεοῦ δημιουργοῦ τῶν πάντων. Ἐπιπλέον ἐθεωρεῖτο ὅτι οἱ ἥρωες τῆς Ἀργοναυτικῆς ἐκστρατείας ἦταν ἐκλεγμένοι γιὰ νὰ τοὺς γνωστοποιηθοῦν τὰ μελλούμενα ποὺ προφήτευαν περὶ τῆς Ἐνανθρωπήσεως τοῦ Θεοῦ Λόγου καὶ τῆς ἐπερχόμενης παλιγγενεσίας τοῦ ἀνθρώπου διὰ τῆς σταυρώσεως καὶ ἀναστάσεως τοῦ Θεανθρώπου. Ὑπενθυμίζω, ἐπίσης, τὴν συνήθεια τῶν Ἀθηναίων νὰ ὀμνύονται ὑπὲρ τοῦ Ἀγνώστου Θεοῦ. Αὐτὸ ὅμως εἶναι ἕνα ἄλλο κεφάλαιο, ποῦ ἴσως κάποτε νὰ ἀναρτηθεῖ..
•Πλούταρχου, Βίοι Παράλληλοι -Θησεύς/Ρωμύλος
•Διοδώρου Σικελιώτη, Ἱστορικὴ Βιβλιοθήκη
•Πλάτων, Τίμαιος
•Ἰωάννης Μαλαλάς, Χρονογραφία
•ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ Β', ἐκδ. Ἀθηνῶν, Ἀθήνα 1989
•HYGINUS, ASTRONOMICA
•ΑΝΤΩΝΙΟΥ ΜΑΝΟΥΗΛ, ΤΡΟΠΑΙΟΝ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΠΙΣΤΕΩΣ, ΕΝ ΒΙΕΝΝΗ, 1791