ЭIЄ
Ο ΙΗΣΟΥΣ ΧΡΙΣΤΟΣ ΚΑΘΗΜΕΝΟΣ ΣΕ ΘΡΟΝΟ
ΣΧΗΜΑΤΟΣ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΛΥΡΑΣ
Ἔρευνα & συγγραφή: Ἰωάννης Γ. Βαφίνης
Εἶναι παράλογο νὰ ὁμιλοῦμε γιὰ συμβολισμοὺς καὶ ἔννοιες, ὅταν αὐτὲς δὲν ἔχουν τὴν ἀπαιτούμενη πιστοποίηση. Στὴν προκειμένη περίπτωση τὸ θέμα ἐρεύνης δραστηριοποιεῖται μὲ τὸν συμβολισμὸ τῆς ἀπεικόνισης θρησκευτικῶν προσώπων.
Δεδηλωμένα, τὸ σημαντικότερο πρόσωπο τῆς χριστιανικῆς πίστεως εἶναι ὁ Ἰησοῦς Χριστός, ὁ Υἱὸς καὶ Λόγος τοῦ Θεοῦ καὶ ταυτόχρονα ἕνα ἀπὸ τὰ τρία πρόσωπα τῆς Τριαδικῆς Θεότητος.
Πέραν τοῦ κυρίου ὀνόματος, ὁ Ἰησοῦς Χριστός, συναντᾶται καὶ μὲ πλῆθος ἀπὸ ἐπωνυμίες. Μία ἐξ αὐτῶν, κι ἀπ' τις σημαντικότερες ἴσως, εἶναι τὸ Ἰησοῦς Χριστὸς ὁ Λυτρωτής.
Ἡ ἐπωνυμία τοῦ Λυτρωτῆ Χριστοῦ ἀποδόθηκε θεολογικῶς λόγῳ τῆς θυσίας τοῦ ἀμνοῦ τοῦ Θεοῦ ὑπέρ της σωτηρίας τοῦ ἀνθρώπου.
Ἡ ἔννοια τοῦ Λυτρωτῆ, διὰ τῆς ἐτυμολογήσεως τῆς ἀρχαίας ἑλληνικῆς γλώσσης ἐπεξηγεῖται μὲ τὴν φράση: "ἀπελευθέρωση μὲ τὴν καταβολὴ λύτρων". Διαβάζουμε λοιπὸν στὴν Ἁγία γραφὴ τὸ ἑξῆς ἀπόσπασμα τῆς ἐπιστολῆς τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, ποὺ λέγει: «ὃς ἔδωκεν ἑαυτὸν ὑπὲρ ἡμῶν, ἵνα λυτρώσηται ἡμᾶς ἀπὸ πάσης ἀνομίας...» ((Πρὸς Τίτον, κέφ. β', 19).
Ἐπίσης, πλειστάκις ἀκόμη περικοπὲς τοῦ εὐαγγελίου ἐπισημαίνουν τὸ λυτρωτικὸ ἔργο τοῦ κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὅπως, διαβάζουμε καὶ σὲ ἐτούτη: «ὥσπερ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου οὐκ ἦλθεν διακονηθῆναι ἀλλὰ διακονῆσαι καὶ δοῦναι τὴν ψυχὴν αὐτοῦ λύτρον ἀντὶ πολλῶν.» (Κατὰ Ματθαῖον, κέφ. Κ, 28).
Ἐκ τῆς Βίβλου εὐκρινῶς μαρτυρεῖτε ὅτι, ἡ ἁμαρτία τοῦ πρωτόπλαστου Ἀδὰμ κληροδοτήθηκε σὲ ὅλο τὸ ἀνθρώπινο γένος.
Ἔτσι, λοιπόν, καθεὶς ἐξ ἡμῶν, ἐρχόμενος στὴν ζωὴ ἐτούτη, φέρει στὸ αἷμα του τὸ προπατορικὸ ἁμάρτημα.
Ἐν τούτοις, ὁ Πλάστης Θεός, ποὺ ἀγάπησε τὸ δημιούργημα του, τὸν ἄνθρωπο, ὑποσχέθηκε ἄμεσα, πὼς κάποια μέρα θὰ ἀποστείλλει τὸν Υἱόν του τὸν μονογενῆ διὰ τὴν λύτρωση τοῦ ἀνθρωπίνου γένους. Ἰδού, λοιπόν, τί ἀναφέρουν τὰ ἱερὰ κείμενα περὶ τούτου: «ὥσπερ γὰρ διὰ τῆς παρακοῆς τοῦ ἑνὸς ἀνθρώπου ἁμαρτωλοὶ κατεστάθησαν οἱ πολλοί͵ οὕτως καὶ διὰ τῆς ὑπακοῆς τοῦ ἑνὸς δίκαιοι κατασταθήσονται οἱ πολλοί.» (Ρωμαίους, κέφ. Ε', 19).
Τὰ κάτωθι ψηφιδωτά, εἰς τοὺς ναοὺς Ἁγίου Ἀπολλυνάριου στὴν Ραβέννα καὶ στὴν Ἁγία Σοφία Κωνσταντινουπόλεως, ἀντίστοιχα, βλέπουμε νὰ ἀπεικονίζουν τὸν Ἰησοῦ Χριστὸ παντοκράτωρ καθίμενο ἐπὶ θρόνου ποὺ ἔχει τὸ σχῆμα Λύρας.
Τὸ ψηφιδωτὸ ποὺ ἀπεικονίζει τὸν Ἰησοῦ Χριστὸ καθήμενο σὲ θρόνο, μὲ ἐρεισίνωτο, σχήματος ἀρχαίας ἑλληνικῆς λύρας μὲ προσκέφαλο τὸν ζυγὸ αὐτῆς, ἐνῷ τὰ πόδια Του πατοῦν σὲ ὑποπόδιο. Τὸ ἐν λόγῳ ψηφιδωτὸ βρίσκεται στὸ ναὸ τοῦ Ἁγίου Ἀπολλυνάριου στὴ Ραβέννα. Δίπλα ἀπὸ τὸν παντοκράτωρ παρίστανται τέσσερις ἀρχάγγελοι.
Ὁ ναὸς ξαναχτίστηκε ἐπὶ κυριαρχίας τῶν Ἑλλήνων βυζαντινῶν στὴν Ραβέννα γύρω στὸ 540 μ.Χ.

Ἡ εἰκόνα τῆς Δεήσεως ποὺ βρίσκετε στὸ νάρθηκα, πάνω ἀπὸ τὶς Βασιλικὲς πύλες τῆς Ἁγίας Σοφίας στὴν Κωνσταντινούπολη. Στὴν εἰκόνα ἐμφανίζεται ὁ Χριστὸς πάνω σὲ θρόνο μὲ λυροειδῆ ἐρεισίνωτο καὶ γιὰ προσκέφαλο τὸν ζυγὸ αὐτῆς, ἐνῷ τὰ πόδια πατοῦν σὲ ὑποπόδιον. Ἡ ἐπιβλητικὴ ἀπεικόνιση δηλώνει εὐκρινῶς τὴν παρουσία Του ὡς Παντοκράτορας ποὺ κρατάει τὴν Καινὴ Διαθήκη στὸ ἀριστερὸ χέρι καὶ εὐλογεῖ μὲ τὸ δεξί. Δεξιὰ κι ἀριστερὰ ἀπὸ τὸ Χριστὸ μέσα σὲ ἐγκόλπια εἶναι τοποθετημένες οἱ προτομὲς τῆς Θεοτόκου καὶ τοῦ Ἀρχάγγελου Μιχαήλ. Ἡ κατασκευὴ τοῦ μωσαϊκοῦ ἔγινε πιθανότατα κατὰ τὸν 7ο αἰῶνα μ.Χ. ὅπου αὐτοκράτωρ ἦταν ὁ Βασίλειος Α' ὁ Μακεδῶν. Χαρακτηριστικὴ σκηνή, ὅπου, βλέπουμε τὸν αὐτοκράτορα γονυπετῆ ἐκ δεξιῶν τοῦ Κυρίου.
Ὁ συσχετισμὸς τοῦ λυροειδοῦς σχήματος τοῦ θρόνου φαίνεται νὰ μὴν εἶναι καθόλου τυχαῖα, ἐάν, βεβαίως, κάνομεν μία ἑτεροχρονικὴν μετάβαση εἰς τὴν ἀρχαία ἑλληνικὴ μυθολογία, ὅπου κι εὑρίσκοντο οἱ ἀπαρχὲς τῆς ἀρχαίας ἑλληνικῆς Λύρας.
Ἄμεσα ἀνακαλύπτομαι τὴν σημασία αὐτοῦ τοῦ μουσικοῦ ὀργάνου κατὰ τὴν ὁποίαν συσχετίζεται καὶ ἡ φερωνυμία τοῦ Λυτρωτῆ Χριστοῦ.
Ἐν τούτοις, ἡ ἐτυμολογικὴ ρίζα τῆς ἀρχαίας ἑλληνικῆς Λύρας δείχνει νὰ προήρχετο ἀπὸ τὴν ἔννοια τῆς λέξης λύτρο.
Ἡ ἀπαρχή, τῆς ὀνομασίας ταύτης φαίνεται νὰ προέκυψε ἐκ τῆς διενέξεως τοῦ Ἑρμοῦ μετὰ τοῦ Ἀπόλλωνος.
Ἡ μυθιστορία ἄρχεται ὡς ἑξῆς... ὅταν κάποτε ὁ θεὸς Ἑρμῆς ἔκλεψε τὰ βόδια τοῦ θεοῦ Ἀπόλλωνα, ὁ δεύτερος γιὰ νὰ ἱκανοποιηθεῖ ἀπαίτησε ὡς "ἀνταμοιβὴν" ἢ ὡς "λύτρον" τὸ ἐφτάχορδο μουσικὸ ὄργανο ποὺ ἔκτοτε ὀνομάστηκε λύρα.
Τὴν ἐπαλήθευση τῆς ἐν λόγου ἐξιστορήσεως συναντᾶμε εἰς τὸ σχόλιον τοῦ διασωθέντος στίχου τῆς τραγωδίας τοῦ Εὐριπίδη "Ἀντιόπη". Ἰδού, καὶ τὰ περαιτέρω σχόλια, ἐπὶ τοῦ διασωθέντος στίχου τῆς τραγωδίας, τὰ ὁποῖα λένε τὰ ἑξῆς: «λύρα βοῶν...ῥύσι᾽ ἐξερρύσατο»(190).
Ἔτσι, εὐκόλως διαπιστώνεται τὸ αἴτιον ποὺ ὁδήγησε τοὺς Ἕλληνες ψηφιδοποιοὺς νὰ ἀπεικονίσουν τὸν Ἰησοῦ Χριστὸν ἐπὶ θρόνου σχήματος Λύρας - λύτρου. Τὸ λύτρον ἤτοι καὶ ἡ λύραν, ὅπου, ἐπρόσφερε διὰ τὴν σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου.
Στὸ Μέγα Ἐτυμολογικὸ λεξικὸ (ETYMOLOGICON MAGNVM) στὸ λείμμα Λύτρον σημειώνονται τὰ ἑξῆς: «Λύτρον, παρὰ τὸ λύω λύσω. Ὅθεν καὶ ἡ λύρα τις οὖσα. Ἐδόθη γὰρ τῷ Ἀπόλλωνι παρὰ τοῦ Ἑρμοῦ, ὑπὲρ ὤν ἔκλεψε βοῶν τοῦ Ἀπόλλωνος ὁ Ἑρμῆς»(50. 572).
Ἄραγε, εἶναι τόσο ἐπιφανειακὴ ἡ συνταύτιση τῆς μουσικῆς Λύρας μὲ τὸν Ἰησοῦ ἢ ἐμπεριέχεται καὶ ἄλλης μορφῆς ταυτοποίηση;
Ἐὰν λάβουμε ὑπόψιν μας ὅτι, στὴν Καινὴ Διαθήκη, οἱ τέσσερις εὐαγγελιστές, ἐκ Πνεύματος Ἁγίου, μετέφεραν τὰ λόγια τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, τότε τὸ λεχθὲν τοῦ ἰδίου «Ἐγὼ εἰμὶ τὸ Ἄ, καὶ τὸ Ὦ» τί φανερώνει;
Πέραν τῆς θεολογικῆς ἑρμηνείας ὀφείλουμε νὰ δοῦμε φιλολογικὰ ὅτι, τὸ Ἄ, καὶ τὸ Ω εἶναι τὰ ἀκροτελεύτεια γράμματα τῶν ἑπτὰ ἰωνικῶν φωνηέντων ἄ, ἔ, ἡ, ἰ, ὁ, ὑ, ὦ. Τὸ ἑπταγράμματο ἀλφαβητικὸ σύνολο ποὺ ἐμπεριέχεται στὴν ἑλληνικὴ ἀλφαβήτα, εἶναι τὸ μόνο ποὺ ἔχει φωνή, γι' αὐτὸ καὶ τὰ γράμματα αὐτὰ ὀνομάστηκαν φωνήεντα ἐνῷ τὰ ὑπόλοιπα σύμφωνα, δηλαδὴ συμφωνοῦντα.
Τὰ ἑπτὰ φωνήεντα συγχροτίζονται μὲ τὶς ἑπτὰ χορδὲς τῆς λύρας τοῦ Ἀπόλλωνος ποὺ συμβολίζουν τὶς ἑπτὰ ἐνεργειακὲς ἀκτῖνες τοῦ σύμπαντος κόσμου ὅπως καὶ οἱ ἑπτὰ ἀστέρες εἰς στὰς χεῖρας τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ στὴν Ἀποκάλυψη τοῦ Ἰωάννου, ὁμοίως καὶ τὸ ἐπτάκτινο ἀστέρι τῆς θείας γεννήσεως τοῦ Θεανθρώπου στὴν Βηθλεέμ.
Ἐκ τοῦτο, συμπεραίνεται ἡ ὑπόσταση ἑνὸς Παντοκράτορα καὶ λυτρωτῆ Θεοῦ δημιουργοῦ τοῦ κόσμου ποὺ λύτρωσε τὸν ἄνθρωπο καὶ μέλει νὰ ἀναπλάσει διὰ τῆς ἑπτακτίνου ἐνέργειας τὸ κοσμικὸ σύμπαν γιὰ νὰ βάλει τὸν νέο Ἀδὰμ νὰ κατοικίσει εἰς τὸν νέο κόσμο.
Ὁ ἀρχηγὸς τοῦ σύμπαντος κόσμου, ὁ ἐνσαρκωθεὶς ἐκ πνεύματος Ἁγίου καὶ Μαρίας τῆς Παρθένου, ἐμφανίζει κι ἄλλα δηλωτικὰ τῆς δυνάμεως του.
Ἐπὶ παραδείγματι, ἐπὶ τοῦ ὀνόματος ΙΗΣΟΥΣ, προκύπτει εἰς τὴν ἀριθμολογία τὸ ἄθροισμα τοῦ ἀριθμοῦ 888. Ὁ ἀριθμὸς 888 ὑποδηλώνει τὸ τρισδιάστατο τοῦ σύμπαντος σὲ σχέση μὲ τὴν ὀκτάβα τῆς μουσικῆς ἁρμονίας, δηλαδὴ τρεῖς ὀκτάβες φωνῆς.
Αὐτὴ ἡ φωνητικὴ ἔκταση θεωρεῖται ἡ ἀρτιότερη τῆς ἀνθρωπίνης φωνῆς. Σημαῖνον, εἶναι, ἐπίσης καὶ ἡ ἀριθμολόγηση τῆς ἑλληνικῆς λέξεως ΤΡΑΓΟΥΔΙ ὅπου τὸ ἄθροισμα τῆς εἶναι ἐπίσης εἰς τὸν τριψήφιον ἀριθμὸν 888. Ὁμοίως καὶ ἡ λέξη ΟΛΟΦΥΡΜΟΣ= 888.
Ἐπιπλέον ἰδιαίτερον ἐνδιαφέρον προκύπτει ἀπὸ τὴν παρουσία μίας παρόμοιας μικρογραφία, σὲ εἰκονογραφημένο χειρόγραφο εὑρισκόμενο στὴν μονὴ Παντελεήμονος τοῦ Ἁγίου Ὅρους.
Ἡ μικρογραφία, ὅπου ὀνομάζεται "Ἡ γέννησις τοῦ Διονύσου", ἀπεικονίζει τὸν Ζεὺς καθήμενο, ὅπως ὁ Ἰησοῦς Χριστός, σὲ θρόνο μὲ λυροειδῆ ἐρεισίνωτο καὶ προσκέφαλο μὲ τὴν μορφὴ τοῦ ζυγοῦ τῆς ἀρχαιοελληνικῆς λύρας. Ὁ Ζεὺς εἶναι ἐνδεδυμένος μὲ βυζαντινὴ αὐτοκρατορικὴ περιβολή, ἐπισημαίνοντας τὴν ἀρχηγετική του φυσιογνωμία εἰς τοὺς αἰθέρας τοῦ Ὀλύμπου.
Ἡ βυζαντινῆς τέχνης μικρογραφία ἀπὸ τὴν μονὴ Παντελεήμονος Ἁγίου Ὅρους(κωδ. 6,φ. 163β), ποὺ ἐπιγράφονται τὰ ὀνόματα Ζεὺς καὶ Διόνυσος.
Ἐν κατακλεῖδι, γίνεται σαφές, ἡ ἀπ' αἰῶνος συνέχεια τοῦ ἀρχαιοελληνικοῦ πνεύματος σὲ κάθε μορφὴ τέχνης εἰς τὸν ἑλλαδικὸ χῶρο. Παρὰ τὴν ἐξέλιξη ἢ τὴν διαφοροποίηση κάθε ἐποχῆς, οἱ συμβολικὲς ἀξίες παρέμειναν πιστὲς σὲ μιὰ ἀρχέγονη θεώρηση τῆς οὐρανίου θεότητος.
Ὁ Ὕψιστος Τριαδικὸς Θεός, ἀπὸ τὴν ἐποχή του Κέκροπα μέχρι καὶ τὶς διδαχὲς τῶν ἀρχαίων Ἑλλήνων κλασσικῶν φιλοσόφων ἢ Ἀθηναίων φιλοσόφων, προτυπώθηκε μὲ τὴν ἔννοια τοῦ Ἑνὸς κατ' οὐσίαν Θεοῦ.
Ἐκεῖνος, ἦταν τελικὰ ὅπου ἐμφύτεψε εἰς τοὺς σοφοὺς τῆς ἑλληνικῆς ἀρχαιότητας τὸν σπερματικὸ λόγο, τὴν πνευματικὴ φύτρα τῆς φιλοσοφίας καὶ τῆς ἐπιστήμης.
Ἐκεῖνος, δὲν εἶν' ἄλλος ἀπὸ τὸν Υἱὸν καὶ Λόγο τοῦ Πατρὸς ὅπου ἐνανθρωπίστηκε διὰ τὴν λύτρωση τοῦ ἀνθρωπίνου γένους. Μάλιστα, ὁρισμένοι ἐκ τῶν Ἀθηναίων φιλοσόφων, προφήτευσαν περὶ τῆς ἐλεύσεως Τοῦ καὶ τὴν πορεία Τοῦ πρὸς τὸ ἑκούσιον πάθος ἤτοι καὶ Θεῖον δρᾶμα.
Οὐδὲν ἀληθέστερον τούτου θεωρεῖται ἡ ὁμολογία τοῦ Ἀπόλλωνος ἐκ τῆς Πυθίας ὅπως διασώζεται νὰ λέγει ὅτι, «Χριστὸς ἐμὸς θεὸς ἐστίν». Τὴν ὁμολογία αὐτὴ τοῦ Ἀπόλλωνος μαζὶ μὲ ἐπιπλέον προφητεῖες, παρουσίασε σὲ χειρόγραφο ἡ Ἁγία Αἰκατερίνη στοὺς πενῆντα ρήτορες ποὺ ἀπέστειλε ὁ αὐτοκράτορας τῶν Ρωμαίων Μαξιμίνος, γιὰ νὰ τῆς ἀλλάξουν τὴν χριστιανική της πίστη.
Ἐν κατακλεῖδι ὁ Ἀπόλλων, ὁ φέρων εἰς χεῖρας τὴν ἐπτάχορδη λύρας ὡς ἀρχηγέτης τῶν Μουσῶν μὲ ποδήρη χιτῶνα καὶ περιεζωσμένον πρὸς τοῖς μαστοῖς ζώνην χρυσῆν ὅπως ὁ Υἱὸς τοῦ Ἀνθρώπου εἰς τὴν Ἀποκάλυψη τοῦ Ἰωάννου, ἐμφανίζει πλῆθος ὁμοιοτήτων μὲ τὸν Ἰησοῦ Χριστό.
Ἄλλωστε, μὲ τὴν δική του ὁμολογία, διὰ στόματος Πυθίας, αὐτοαποκαλεῖται ἀπεσταλμένος Τοῦ Υἱοῦ τοῦ Ὑψίστου, ἐνῷ παράλληλα δηλώνει πὼς δὲν εἶναι ταυτόσημος μὲ τὸν Ἰησοῦ Χριστό, παρὰ μόνον μιὰ μικρὴ μερὶς τῆς οὐράνιας ἱεραρχίας.
Συνελλόντι εἰπεῖν, ὁ Ἀπόλλων, διὰ μέσου της Πυθίας, ἐπισημαίνει ὅτι, ὡς κοινὸς ἐντολοδόχος, ὁρισμένες προφητεῖες του παρέχονται ὑπὸ τὴν πίεση τῆς Τριαδικῆς Θεότητος.
ΧΑΙΡΕΤΕ!
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Καινὴ Διαθήκη, Εὐαγγέλια, Ἐπιστολὲς Παύλου, Ἀποκάλυψη Ἰωάννου
- EURIPIDES TRAGOEDIAE, EDIDIT A. NAUCK, LIPSIAE IN AEDIBUS B. G. TEUBNERI
- ΟΙ ΘΗΣΑΥΡΟΙ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΟΡΟΥΣ - ΕΙΚΟΝΟΓΡΑΦΗΜΕΝΑ ΧΕΙΡΟΓΡΑΦΑ, ἐκδοτικὴ Ἀθηνῶν, Ἀθήνα, 1975
- Μέγα Ἐτυμολογικὸ λεξικὸ (ETYMOLOGICON MAGNVM), opera Friderici SylbvrgII, LIPSIAE
- Ὀρθόδοξος Συναξαριστής