ЭIЄ
Ο ΑΡΧΑΙΟΣ ΤΡΑΓΩΔΟΣ ΧΟΙΡΙΛΟΣ ΕΜΠΝΕΥΣΤΗΣ ΤΗΣ ΟΠΕΡΑΣ SINGSPIEL
Ἔρευνα & συγγραφή: Ἰωάννης Γ. Βαφίνης
Τὸ ἐν λόγῳ μουσικὸ ὁδοιπορικὸ ἀποτελεῖ μιὰ συγκριτικὴ ἔρευνα ἐπαφιόμενη εἰς τὴν μουσικὴ συνεισφορὰ ἑνὸς παρελθοντικοῦ προσώπου τοῦ ἀρχαίου Ἀττικοῦ - Ἀθηναϊκοῦ θεάτρου. Ἡ προσωπικότητα αὐτὴ δὲν εἶναι ἄλλη ἀπὸ τὸν γνωστό - ἄγνωστο Ἀθηναῖο δραματουργὸ Χοιρίλο. Ὁ Χοιρίλος, γεννήθηκε στὴν Ἀθήνα τὸ 550 π.Χ. κι ἀπεβίωσε τὸ 460 π.Χ. Ὑπῆρξε μαθητὴς τοῦ Θέσπιδος καὶ κατὰ τὰ συμφραζόμενα πρόλαβε νὰ ἀνταγωνιστεῖ τὸν δάσκαλο τοῦ ἐπὶ τῆς θεατρικῆς σκηνῆς.
Οἱ πληροφορίες λέγουν ὅτι, ἔγραψε 160 τραγωδίες, ἀπὸ τίς ὁποῖες κρίθηκε νικητής, στὰ μεγάλα Διονύσια, στὶς δεκατρεῖς ἀπὸ αὐτές διαγωνιζόμενος ἔναντι τοῦ Αἰσχύλου καὶ ἀκόμη κι αὐτοῦ τοῦ μεγάλου ἐπίσης Σοφοκλῆ. Ἡ μοναδικὴ γνωστὴ τραγωδία του, ποὺ διασώθηκε μόνο ὁ τίτλος της, εἶναι ἡ "Ἀλόπη" ἀλλὰ καὶ ἕνα ἔργο τοῦ ἀφερωμένο στὸν ἀσσύριο βασιλιᾶ Σαρδανάπαλο[1].
Ὁ Χοιρίλος ἐπαρουσίασε τὸ πρῶτο του δρᾶμα σὲ ἡλικία 25 ἐτῶν καὶ κατὰ τὴν μακρὰν πορείαν του ἀπέλαυσε ἱκανὸ βαθμὸ δημοτικότητας. Ἐνῶ εἶχε διακριθεῖ στὴν καθαρὰ τραγωδία στὸ εἶδος ποὺ εὐδοκίμησε ἦταν τὸ σατυρικὸ δρᾶμα.
Ὁ ἐν λόγῳ ἀθηναῖος τραγωδός ὑπῆρξε ἄμεσος θεατρικὸς πρόδρομος τοῦ φημισμένου κι ἐπίσης ἀθηναίου δραματουργοῦ Αἰσχύλου. Οἱ φιλολογικὲς πηγὲς χαρακτηρίζουν τὸν Χοιρίλο ὡς ἐμπνευστῆ τῆς παιζούσης τραγωδίας ἤτοι τοῦ σατυρικοῦ δράματος ἀπευθείας πρόγονο τοῦ Σίνγκσπηλ.
Ἡ εἰκόνα εἶναι ἀπὸ τοιχογραφία τῆς Πομπηίας
καὶ δείχνει ἕναν ἀρχαῖο ἀθηναῖο δραματοποιό
νὰ κρατᾷ προσωπίδα(μάσκα) ἐνῶ γύρῳ του
ἠθοποιοὶ ὑποκριτὲς εἶναι μεταμφιεσμένοι...
Σύμφωνα μὲ τὸν Σουίδα στὸν Χοιρίλο ἀποδίδεται
ἡ εἰσαγωγὴ τῶν προσωπείων
καὶ τῶν θεατρικῶν ἀμφιέσεων...
Ἐπιπλέον ξένοι συγγραφεῖς τῆς θεατρολογίας καὶ τῆς μουσικολογίας, συμφωνοῦν γιὰ τὴν ὁμοιότητα τῶν θεατρικῶν ἔργων τοῦ Χοιρίλου μὲ τὸ σημερινὸ γερμανικὸ εἶδος ὄπερας ποὺ φέρει τὴν ὀνομασία Σίνγκσπηλ (Singspiel).
Ὁ γερμανὸς μουσικολόγος - θεολόγος Heinrich Adolf Köstlin σημειώνει στὴν μελέτη του τὰ ἑξῆς σχόλια: «Ὁ δὲ Χοιρίλος{περί τὸ 525 π.Χ.} ὅστις ἀπεπειράθῃ νὰ ἐπιφέρῃ νεωτερισμοὺς ἐν τὴ κατατάξει τοῦ χοροῦ, εἶναι ὁ δημιουργὸς τῆς παιζούσης τραγωδίας, ἤτοι τοῦ σατυρικοῦ δράματος, ὅπερ εἶχε κατὰ πᾶσα πιθανότητα ὁμοιότητα πρὸς τὸ σημερινὸν γερμανικὸν Singspiel» (κεφάλαιο: "Η ΜΟΥΣΙΚΗ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ").
Τὸ Singspiel θεωρεῖται ὡς μιὰ μορφὴ γερμανόφωνου μουσικοῦ δράματος, μὲ ρομαντικὸ ἢ κωμικὸ χαρακτῆρα καὶ καταχωρεῖται ὡσὰν ἕνα εἶδος ὄπερας. Ἡ δομή του ἀποτελεῖται ἀπὸ προφορικοὺς διαλόγους, στοὺς ὁποίους σημειώνονται ἐναλλαγὲς μὲ ὀρχηστρικὰ σύνολα, τραγούδια, μπαλάντες καὶ ἄριες. Οἱ μπαλάντες καὶ οἱ ἄριες ἦταν συνήθως στροφικὲς καὶ κατὰ τρόπον λαϊκές, ὅπως τὰ ἀρχαῖα ἑλληνικὰ σκόλια!
Στὴν οὐσία, τὸ singspiel, ἀντιστοιχεῖ μὲ μιὰ μπαλάντα ὄπερα ἢ ἕνα μουσικὸ σατυρικὸ χορόδραμα (μιούζικαλ). Ἕνα ἀπὸ τὰ γνωστότερα σίνγκσπηλ εἶναι "Ὁ μαγικὸς αὐλὸς" τοῦ Μότσαρτ...
Ἡ φερωνυμία του ὀπερατικοῦ εἴδους Singspiel προέρχεται ἀπὸ τὸ γερμανικὸ sing = τραγουδῶ καὶ spiel = παίγνιο - παιχνίδι, λογύδριο, μονόλογος, παραμύθι, λακερολογία(λακριντί, μπίρι μπίρι), πάρλα (ἐξὸν καὶ παρλάτα, δηλαδή, μονότονος μονόλογος).
Τὸ ἐν λόγῳ κωμικό μουσικὸ εἶδος, τὸ ὁποῖον ἐνεφανίσθει στὴν Γερμανία κατὰ τὸν 18ο αἰῶνα, εἶναι συγγενὲς πρὸς τὴν ὀπερέτα καὶ τῆς κωμικῆς ἰταλικῆς ὄπερας Μπούφα(Opera buffa). Ἡ διαφορὰ τοῦ Σίνγκσπηλ ἀπὸ τὴν Ὄπερα ἐπισημαίνεται στὸν σύντομο καὶ ἐλαφρὺ τόνο καὶ στὶς γενικὰ πιὸ κωμικὲς πλοκὲς συνδυάζοντας τραγουδιστικὰ καὶ προφορικὰ μέρη τῆς σάτυρας Σίνγκσπηλ ἐνῶ τῆς κατ' ἐξοχὴν ὄπερας νὰ θεωρεῖτε πιὸ σοβαρὸ εἶδος γενικότερα - κάτι ἀνάλογο πρὸς τὸ ἀρχαῖο ἀθηναϊκὸ θέατρο ὅπου τὸ σατυρικὸ δρᾶμα διέφερε ὁμοίως ἀπὸ τὴν καθαρὰ τραγωδία.
Τοῦτο δύναται νὰ ἀναγνωριστῇ τὸ Σίνγκσπηλ ὡς προφορικὸ ἔργο ἔχοντας τὴν μορφὴ ἑνὸς ἀφηγηματικοῦ μέλους (ρετσιτατίβο) ἢ ἑνὸς μουσικοχορευτικοῦ θεάματος τύπου μιούζικα, ὅπως, ὁ Μαγικὸς Αὐλὸς τοῦ Μότσαρτ (Die Zauberflöte, 1791) ἐμπεριέχοντας μπαλάντες(Ὄπερα μπαλάντα) καὶ ἄριες μὲ στροφικὴ ἡ λαϊκὴ μορφή.
Ὡστόσο, τὸ ἐνδιαφέρον, γιὰ τὴν δημιουργία τῆς γερμανικῆς ὄπερας Σίνγκσπηλ προέκυψε στὰ τέλη τῆς ἐποχῆς Μπαρόκ. Τότε, τὸ Σίνγκσπηλ, ὄχι μόνο ὡς πρὸς τὴ γλῶσσα ἀλλὰ καὶ ὡς πρὸς τίς πολιτιστικὲς συγγένειες, εἰδικὰ σὲ σχέση μὲ τὴν πλοκή, καθιερώθηκε στὴν περιοχὴ τῆς Γερμανίας, καὶ ἀνακηρύχθηκε ὡς καθαρὰ τοπικὸ εἶδος.
Τὴν περίοδο ἐκείνη παρὰ τὴν ἔλευση τοῦ ρομαντισμοῦ, κατὰ τὸν 19ο αἰῶνα, ἡ ἰταλικὴ ὄπερα, κρατῶντας πάντα τὸν προεξέχοντα ρόλο τῆς ὀπερατικὴς τέχνης ἀπέτρεψε τὴν κύηση μιᾶς γερμανικῆς ὄπερας ὡς κύριο εἶδος, ἀφοῦ ἐκείνη βαστοῦσε τὰ σκῆπτρα σὲ τοῦτο τὸ πολιτιστικὸ δρώμενο.
Ἀπεναντίας, ἡ χρυσῆ ἐποχὴ τοῦ singspiel συντελεῖται θεωρητικὰ κατὰ τὸν δεύτερο μισὸ τοῦ 18ου αἰῶνα, ὅταν ἀσκοῦσαν στὴν κεντρικὴ Εὐρώπη τὴν κυριαρχία τους οἱ Ἀψβοῦργοι καὶ ἰδιαίτερα εἰς τὴν ἐποχὴ τοῦ αὐτοκράτορα Ἰωσὴφ Β', ποὺ ἔδειξε ἰδιαίτερη εὔνοια γιὰ τὴν τέχνη αὐτή, μὴ γνωρίζοντας, ἴσως, τὸ ἀρχαιότατο ἑλληνικὸ παρελθόν της.
Ἡ πρόθεση τῆς δυναστείας τῶν Ἀψβούργων βρέθηκε πολύ κοντά στὴν ἐκτίμηση τῆς καλλιτεχνικῆς δεοντολογίας τῶν λαϊκῶν δημιουργῶν, ὅπου τέτοιου εἴδους ἔργα - λαϊκοῦ χαρακτῆρα - ἀποτελοῦσαν το γνώμονα γιὰ τὴν ἀποτελεσματικὴ διαπαιδαγώγηση τοῦ λαοῦ.
Τὸ μέσο μιᾶς θεατρικῆς διαπαιδαγώγησης τῶν λαϊκῶν στρωμάτων, υἱοθετημένο ἀπὸ τὴν ἀρχαία ἀθηναϊκὴ δημοκρατία καὶ κυρίως τοῦ χρυσοῦ αἰῶνα τοῦ Περικλῆ, στηρίζονταν ἐπάνω στὸ πλαίσιο του προγράμματος τοῦ «φωτισμένου δεσποτισμοῦ» ποὺ ἀνέπτυξε ὁ ἴδιος ὁ αὐτοκράτορας.
Ἔτσι λοιπόν, ὁ αὐτοκράτορ δὲν δίστασε, τὸ 1778, νὰ μετονομάσει τὸ Γαλλικὸ Θέατρο τῆς Βιέννης σὲ Deutsches Nationaltheater - σημερινὸ Burgtheater καὶ νὰ τὸ ἀφιερώσει στὸ ὀπερατικὸ εἶδος τοῦ Σίνγκσπηλ(singspiel). Ἐκεῖ ἀνέβηκε γιὰ πρώτη φορὰ τὸ ἔργο τοῦ Ignaz Umlauf, Die Bergknappen - The miners.
Ἡ πρώτη σελίδα τῆς παρτιτούρας τοῦ Ἀμαντέους Μότσαρτ ἀπὸ
τὸ πρῶτο του γερμανικὸ Σίνγκσπηλ(ἑλληνιστὶ λυρικὸ μελόδραμα)
ἐν ἔτει 1768 μὲ τίτλο "Bastien und Bastienne". Τὸ 1781 ὁ αὐτοκράτωρ Ἰωσὴφ ὁ Δ΄
- ὁ ὁποῖος ἐφαντάζοντο πὼς ἦταν καλὸς μουσικός
καὶ εἶχε φωνῇ βαρυτόνου - παρήγγειλε στὸ Μότσαρτ
ἕνα "Singspiel" καὶ ἐκεῖνος ἔγραψε τὸ Die Entführung aus dem Serail
(Ἡ ἀπαγωγὴ ἀπὸ τὸ Σεράϊ, 1781). Ὁ αὐτοκράτωρ,
ἀκούγοντας τὸ ἔργο μὲ τήν ἐλλιπής του κρίση καταδίκασε
τὴν καλαισθησία τοῦ δημιουργήματος
λέγοντας ὅτι εἶναι πολὺ καλὸ γιὰ τὰ αὐτιά μας καὶ πλέον
δὲν ξανασχολήθηκε μὲ τὸν σοφὸν τὴν καλαισθησία
νεαρὸ μουσικὸ Ἀμαντέους Μότσαρτ.
Franz Lehar: Friederike (singspiel σὲ τρεῖς πράξεις)
Ἐν ὀλίγοις, ὁ Ἀθηναῖος μουσικός - δραματουργὸς Χοιρίλος, σύμφωνα μὲ τὸν γερμανὸ μουσικολόγο - θεολόγο Heinrich Adolf Köstlin, ὑπῆρξε τελικά ὁ ἐπινοητὴς τοῦ ὀπερατικοῦ εἴδους Σίνγκσπηλ ποὺ κατὰ τὴν μακραίωνη πορεία διαβίωσης τοῦ ἔφτασε στὶς χῶρες τῆς Γερμανίας, ὅπου καὶ θεωρήθηκε ὡς τοπικὸ εἶδος θεατρικῆς τέχνης. Ἀρκετοὶ κλασσικοὶ συνθέτες ἔγραψαν πάνω στὸ εἶδος τοῦ Σίνγκσπηλ, πρῶτος ὅμως ὁ γερμανὸς βιολιστὴς Στάντφους (J. C. Standfuss) σὲ γερμανικὸ κείμενο τοῦ Βάϊσε (C. F. Weisse) καὶ ἀκολούθως ὁ φημισμένος Ἀμαντέους Μότσαρντ καὶ ἕναν αἰῶνα ἀργότερα ὁ Φρὰνζ Λέχαρ κ.α.
Ὀφείλω, ὡστόσο, νὰ εἴπω ὅτι, στὴν καλλιτεχνικὴ δημιουργία εἶναι δύσκολο ἀλλὰ καὶ σπάνιο νὰ ἐμπνευσθεῖς κάτι τὸ καινοφανὲς καὶ πρωτόγνωρο οὕτως ὥστε νά δημιουργοῦνται οἱ προϋποθέσεις γιὰ νὰ πατήσουν οἱ ἄλλοι ἐπάνω σε αὐτὸ τὸ προσχέδιο καὶ νὰ συγγράψουν κάτι τὸ δικὸ τους... ἐν τέλει ὅμως, δὲν εἶναι ἀπόλυτα δικό τους, διότι, ὁ πρωτόλιος δημιουργὸς καὶ ἐμπνευστὴς φέρει πάντοτε τὰ πνευματικὰ δικαιώματα τῆς μήτρας τοῦ δημιουργήματος ἤτοι καὶ ἐπονομαζόμενης καλλιτεχνικῆς μανιέρας...[2]
Ὁ Χοιρίλος, ὑπῆρξε ἕνας ὁλοκληρωμένος τραγωδὸς - μουσικός, συνθέτης, ἠθοποιός - θέτοντας νέα κριτήρια στὴν σπουδαία τέχνη τοῦ ἀθηναϊκοῦ δράματος, γενόμενος ὁ πρῶτος καταγραφεὺς τῶν θεατρικῶν του ἔργων, συνθέτοντας ἐγγράφως τίς δραματικὲς τετραλογίες του, ὅπως, αἰῶνες ἀργότερα οἱ φημισμένοι μουσικοσυνθέτες τῆς εὐρωπαϊκῆς ἀναγεννήσεως.
~
ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[1] Μαρτυρίες θέλουν, τὸν Ἕλληνα δραματικὸ ποιητὴ Χοιρίλο, νὰ εἶχε συνθέσει ἕναν ἐπιτάφιο γιὰ τὸ ἀσσύριο βασιλιᾶ Σαρδανάπαλο, ποὺ ἰσχυρίστηκε ὅτι μετέφρασε ἀπὸ τὰ Χαλδαϊκά.
[2] Ὡστόσο ὁ ἐπηρεασμός του Χοιρίλου, τὴν περίοδο τῆς ἄνθισης τοῦ ποιητικοῦ κάλλους εἰς τὴν Ἀθήνα κατὰ τὸν καιρὸ τῆς τυραννίας τοῦ Ἰππάρχου, φαίνεται νὰ εἶναι ἰσχυρός, καθότι, τὸ ταλέντο του στὸ σατυρικὸν δρᾶμα στηρίχθηκε ἐπάνω στὰ ὁμηρικὰ ἔπη καὶ δὴ στὴν Ὀδύσσεια μὲ τίς ἀναφορές της γιὰ τοὺς φιλοπαίγμονες χοροὺς καὶ τραγούδια στὸ παλάτι τοῦ Ὀδυσσέα - μὴν ξεχνᾶμε ὅτι, κατὰ τὴν ἐποχὴν τοῦ πατέρα τοῦ Ἰππάρχου, Πεισίστρατου, ἔγιναν οἱ πρῶτες καταγραφὲς τῶν ὁμηρικῶν ἐπῶν. Εἶναι ἐνδεικτικὸ, ἐπίσης, ὅτι, τὰ χοροδράματα, μὲ τοὺς Βάκχειους συμβολισμοὺς καὶ τὰ λατρευτικὰ ἔθη, προϋπῆρχαν τῆς ἀρχαϊκῆς καὶ κλασσικῆς ἐποχῆς ἀνακαλύπτωντας τὴν παρουσία τοὺς ὡς καὶ τοὺς μινωικοὺς χρόνους. Μὲ τοῦτο δυνάμεθα νὰ ὑποστηρίξουμε τὴν παλαιότητα τοῦ Εὐρωπαϊκοῦ πολιτισμοῦ ποὺ ἕλκει τίς ρίζες τοῦ εἰς τὴν μακρινὴ ἐποχὴ τοῦ αἰγαιακοῦ (Ἀττική- Ἀθήνα & κυκλάδες) καὶ Κρητικοῦ πολιτισμοῦ!
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
-Heinrich Adolf Köstlin, Ἡ ἱστορία τῆς Μουσικῆς(βιβλιοθήκη Μαρασλή), ἐκδόσεις Πελεκάνος-Νεότερον ἐγκυκλοπαιδικὸ λεξικὸ τοῦ Ἡλίου, Ἰωάννου Πασσά, Ἀθῆναι, 1960
-Λεξικὸ Σουίδα
-ΛΑΝΔΟΡΜΥ (Paul Landormy), Ἱστορία τῆς μουσικῆς, τόμος Ἀ΄, ἐκδ. Ἐλευθερουδάκης, Ἐν Ἀθήναις 1931
-KARL NEF, Ἱστορία τῆς μουσικῆς, εκδ. ΑΠΟΛΛΩΝ, Ἀθῆνα, 1960
-ΛΕΞΙΚΟΝ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΚΑΙ ΓΕΩΓΡΑΦΙΑΣ ΠΑΝΤΩΝ ΤΩΝ ΕΘΝΩΝ ΑΠΟ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΟΤΑΤΩΝ ΧΡΟΝΩΝ ΜΕΡΙ ΤΟΥ ΝΥΝ, ἐκδ. Σ. Ι. Βουτυρά, Ἐν Κωνσταντινουπόλει 1890, τόμος ἔνατος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου