Δευτέρα 21 Μαρτίου 2016

Η θεϊκη καταγωγη και η ευγενης παιδεια της λυρικης μουσικης των αρχαιων Αθηναιων

   Η Αθήνα είναι μια πόλη που η ιστορία ιδρύσεως της ανάγεται στην 9η χιλιετηρίδα π.Χ. Η ονομασία της προήλθε από την Παλλάδα Αθηνά. Λόγω της προστασίας, που παρείχε στους κατοίκους των Αθηνών, ονομάστηκε πολιούχος. Οι κάτοικοι των Αθηνών, υποστήριζαν την αυτόχθονα καταγωγή τους προερχόμενη από την γενιά των Κεκροπιδών και των Ερεχθειδών. 
   Ωστόσο, σύμφωνα με τα γραφόμενα του Πλουτάρχου, οι γενάρχες των αρχαίων Αθηναίων ήτανε δύο, ο Απόλλων και η Αθηνά. Την άποψη αυτή διακηρύττει ο Πλούταρχος, δια στόματος Αλκιβιάδου, στην βιογραφία του εν λόγω Αθηναίου ανδρός. Το αίτιον της αναφοράς αυτής ήταν ο προσδιορισμός της ρητορικής - φιλοσοφικής δεινότητας που διακατείχε τους Αθηναίους έναντι των υπολοίπων Ελλήνων και δη των Θηβαίων. 
   Ο Αλκιβιάδης, ήταν τόσο εκλεπτυσμένος και πνευματώδης τύπος ανδρός που θεωρούσε την εκμάθηση της αυλητικής τέχνης αταίριαστη προς κάθε ελεύθερο άνθρωπο. Υποστήριζε με παρρησία ότι, το παίξιμο της λύρας ήταν συμβατή για κάθε ελεύθερο πολίτη καθότι δεν παραμόρφωνε το πρόσωπο του μουσικού, όπως συνέβαινε άλλωστε με το παίξιμο του αυλού. Έτσι, ο  κιθαρωδός - λυρωδός  μπορούσε να διατηρήσει το στόμα του ελεύθερο δια να αρθρώσει συνάμα και λόγο, δηλαδή να τραγουδήσει. Γι' αυτό, έλεγε συχνά ότι, τον αυλό καλύτερα να τον παίζουν τα παιδιά των Θηβαίων που δεν γνωρίζουν καλά να συζητούν και να φιλοσοφούν. 
    Ακόμη και η Αθηνά, βλέποντας αυτή την κακή έκφανση του αυλού τον πέταξε μακριά. Κι ο Απόλλων αφού νίκησε σε μουσικό αγώνα τον αυλητή Μαρσύα, έπειτα τον έγδαρε. Αυτοί οι δύο νομοθέτες θεοί, ήταν οι γενάρχες των Αθηναίων, σύμφωνα με τα λεγόμενα των Αθηναίων πρεσβυτέρων - πατριαρχών.  
    Ιδού, και τα λεγόμενα του Πλουτάρχου:«ἐπεὶ δὲ εἰς τὸ μανθάνειν ἧκε, [2.4] τοῖς μὲν ἄλλοις ὑπήκουε διδασκάλοις ἐπιεικῶς, τὸ δ᾽ αὐλεῖν ἔφευγεν ὡς ἀγεννὲς καὶ ἀνελεύθερον· πλήκτρου μὲν γὰρ καὶ λύρας χρῆσιν οὐδὲν οὔτε σχήματος οὔτε μορφῆς ἐλευθέρῳ πρεπούσης διαφθείρειν, αὐλοὺς δὲ φυσῶντος ἀνθρώπου στόματι καὶ τοὺς συνήθεις ἂν πάνυ μόλις διαγνῶναι τὸ πρόσωπον. [2.5] ἔτι δὲ τὴν μὲν λύραν τῷ χρωμένῳ συμφθέγγεσθαι καὶ συνᾴδειν, τὸν δ᾽ αὐλὸν ἐπιστομίζειν καὶ ἀποφράττειν ἕκαστον τήν τε φωνὴν καὶ τὸν λόγον ἀφαιρούμενον. "αὐλείτωσαν οὖν," ἔφη, "Θηβαίων παῖδες· οὐ γὰρ ἴσασι διαλέγεσθαι· ἡμῖν δὲ τοῖς Ἀθηναίοις, ὡς οἱ πατέρες λέγουσιν, ἀρχηγέτις Ἀθηνᾶ καὶ πατρῷος Ἀπόλλων ἐστίν, ὧν ἡ μὲν ἔῤῥιψε τὸν αὐλόν, ὁ δὲ καὶ τὸν αὐλητὴν ἐξέδειρεν." [2.6] τοιαῦτα παίζων ἅμα καὶ σπουδάζων ὁ Ἁλκιβιάδης αὑτόν τε τοῦ μαθήματος ἀπέστησε καὶ τοὺς ἄλλους. ταχὺ γὰρ διῆλθε λόγος εἰς τοὺς παῖδας ὡς εὖ ποιῶν ὁ Ἀλκιβιάδης βδελύττοιτο τὴν αὐλητικὴν καὶ χλευάζοι τοὺς μανθάνοντας. ὅθεν ἐξέπεσε κομιδῇ τῶν ἐλευθέρων διατριβῶν καὶ προεπηλακίσθη παντάπασιν ὁ αὐλός» [2.2].

στοχάζεται ο 
Ιωάννης Γ. Βαφίνης

Βιβλιογραφία
Πλουτάρχου, Βίοι Παράλληλοι - Αλκιβιάδης,