Πέμπτη 31 Μαρτίου 2022

 

ЭIЄ
ΑΝΤΙΟΧΕΙΑ ΗΤΟΙ ΣΥΡΙΑΔΕΣ ΑΘΗΝΑΙ

Έρευνα & συγγραφή Ιωάννης Βαφίνης

  Ένας τόπος με μακράν ιστορία, στην ακτή της ανατολικής Μεσογείου, είναι η Συρία. Η απαρχή των τοπικών ιστορικών δρωμένων ξεκινά όταν στην παράκτια περιοχή προσέγγισαν με την Αργώ οι εκστρατεύσαντες Αργοναύτες. Μάλιστα, διαδίδονταν η μυθολογική παράδοσης ότι, κατά την διάρκεια της λιμένισης της Αργούς  χρειάστηκε να την σύρουν εις τα ενδότερα της χώρας, πιθανόν για να προσεγγίσουν τις παραποτάμιες περιοχές, και έκ του συρμού η περιοχή έλαβε την φερωνυμίαν από του ρήματος "σύρω>σύρνω>σέρνω". 
  Στην Συρία, λοιπόν, κτίστηκε μια αρχαία πόλη της οποίας η ρίζα είναι ελληνική. Το όνομα αυτής ΑντιόχειαΟι πρώτοι κάτοικοι της Αντιόχειας ήταν Έλληνες, από την κοντινή Αντιγόνεια.  
 Ο ελληνοσύριος  χρονογράφος Ιωάννης Μαλάλας εξιστορεί το γεγονός της μετοικήσεως 5.300 Αθηναίων, όπως ακόμα και ορισμένων Μακεδόνων, Κρητών, Κυπρίων και ελαχίστων ομογενών Ελλήνων από τα περίχωρα. Ο Σέλευκος, του οποίου η γενιά άρχονταν από του Πυθίου Απόλλωνος κόσμησε την πόλη με λαμπρά τείχη, παλάτια, ιερά, στάδιο, όλα εις μίαν εξαίρετον ρυμοτομία. 
   Μετ' ολίγου καιρού, η πόλη της Αντιόχειας ανέπτυξε σπουδαία πνευματική κίνηση και αιτία θεωρείται το πλειοψηφικόν του γένους των Αθηναίων. Δια τον λόγω τούτο η Αντιόχεια αποκαλούνταν «Συριάδες Αθήναι». Πράγματι, οι Αθηναίοι, παρότι ευρισκόμενοι χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά από την γενέτειρα τους συνέχισαν να τιμούν αδιάλειπτα την προστάτιδα τους θεά της σοφίας Αθηνά και να υπερέχουν στα γράμματα και την καινοτομία της γνώσης
 Μάλιστα, ο μετέπειτα ελληνοσύριος βυζαντινός συγγραφέας Ευάγριος τονίζει ότι, την θεά Αθηνά, πολιούχο των Αθηνών, την είχε τιμήσει η πολιτεία με ένα καλοσμιλεμένο  άγαλμα από ορείχαλκο, το οποίο έχει διατηρηθεί ακόμη και στην εποχή του. Ιδού και τα συμφραζόμενα του χρονογράφου Ιωάννου Μαλαλά: «Ὁ δὲ Σέλευκος μετὰ τὸ καταστρέψαι τὴν Ἀντιγονίαν ἐποίησε μετοικῆσαι τοὺς Ἀθηναίους εἰς ἣν ἔκτισε πόλιν Ἀντιόχειαν τὴν μεγάλην τοὺς οἰκοῦντας τὴν Ἀντιγονίαν‧ οὔστινας ᾓν ἐκεὶ ἐάσας Ἀντίγονος μετὰ Δημητρίου, υἱοῦ αὐτοῦ, καὶ ἄλλους δὲ ἄνδρας Μακεδόνας, τοὺς πάντας ἄνδρας ˎετ΄, ποιήσας ὁ αὐτὸς Σέλευκος ἐν Ἀντιοχείᾳ τῇ μεγάλῃ ἀνδριάντα χαλκοῦν φοβερὸν τῆς Ἀθήνης διὰ τοὺς Ἀθηναίους, ὡς αὐτὴν σεβομένους.» (Χρονογραφία 257.Β15).

  Η πόλη της Αντιοχείας συνέχισε την καθολικήν πορεία της προς την πολιτιστικήν της ανέλιξη έως ότου εβρέθει στην περιοχή μια αυτοκράτειρα του Βυζαντίου με καταγωγή από την αρχαία Αθήνα. Ετούτη ήταν η Αθηνας η επονομαζόμενη εκ του χριστιανικού βαπτίσματος Ευδοκία. 
  Όταν η αυτοκράτειρα Αγία Ευδοκία, πήγε  για προσκυνηματικούς λόγους στην Ιερουσαλήμ, καθ' οδόν συνάντησε την πόλη της Αντιόχειας και κατέλυσε εκεί δια ολίγον χρόνο. Οι Αντιοχείς, γνωρίζοντας την αθηναϊκή της καταγωγής, της επιφύλαξαν μεγαλιώδη υποδοχή. Κατά την διάρκεια της διαμονή της, το γονίδιο του πατρός της και ρήτορος φιλοσόφου Λέοντος του αθηναίου, μίλησε μέσα της και διαχειριζόμενη καλά τον λόγον, εκφώνησε έναν αυτοσχέδιον λόγο προς τους πολίτες που έμεινε στην ιστορία. 
  Η χαρακτηριστική φράση της ομιλίας της ήταν η απαγγελία των ομηρικών στίχων που δήλωναν την γονιδιακή της συνταύτιση με τον λαό της Αντόχειας που εκτός από Έλληνες ήταν κατά το πλείστον Αθηναίοι. Ο ακόλουθως στίχος «Ὑμετέρης γενεῆς καὶ αἴματος εὔχομαι εἶναι» μετάφραση: [του δικού σας γένους και αίματος καυχώμαι πως είμαι]  είναι εκείνος που βγήκε από τα χείλη της Αυτοκράτειρας του Βυζαντίου Αγίας ΕυδοκίαΑθηναδος.
Τα σύγχρονα ερείπια της ενδόξου πόλης της Αντιοχείας
η επονομαζόμενη επί Δάφνη ή επί Ορόντου, του ποταμού 
της Συρίας
    
  Σύμφωνα, με περαιτέρω πληροφορίες η Αντιόχεια υπήρξε πόλη σημαίνουσα κατά την περίοδο των ελληνιστικών και ελληνορωμαϊκών χρόνων, αλλά, και επί της εμφανίσεως του χριστιανισμού. Ιδού, λοιπόν, τα συμφραζόμενα περί τούτου, σύμφωνα με την διατριβή του επίκουρου καθηγητού της βυζαντινής λογοτεχνίας Sameh Farouk Soliman: «Ἡ Ἀντιόχεια, ἥτις συχνὰ ἐτιμᾶτο μὲ τὴν παρουσίαν τῶν αὐτοκρατόρων, ἐθεωρεῖτο μεγάλη πόλις τῆς Ἑλληνιστικῆς Ἀνατολῆς, διὰ δὲ τὴν πνευματικήν της ἀκμὴν ὠνομάσθη «Συριάδες Ἀθῆναι», ὅθεν ὁ Ῥωμαῖος κατακτητὴς τῆς Συρίας, κατὰ τὸν Ἰωάννην Μαλάλαν, ἐτίμησε τοὺς Ἀντιοχεῖς «ὡς ἐκ γένους Ἀθηναίους ὄντας». Ὁ Κικέρων τὴν ἐχαρακτήρισεν ὡς «τὴν ὡραίαν μέλισσαν τῆς Ἀνατολῆς»: (Orientis apis pulcher). Εἰς τὴν πρώιμον ἱστορίαν τοῦ Χριστιανισμοῦ, ἡ Ἀντιόχεια κατέχει διακεκριμένην θέσιν. Ἦτο ἐκ τῶν πρώτων κέντρων τοῦ Χριστιανισμοῦ, ὅπου ὁ ὅρος «Χριστιανὸς» ἐχρησιμοποιήθη διὰ πρώτην φοράν. Ἡ σημασία τῆς Ἀντιοχείας διὰ τὴν οἰκουμενικότητα τοῦ χριστιανισμοῦ εἶναι πολὺ μεγάλη. Ἡ Ἀντιόχεια θεωρεῖται ἀφετηρία καὶ κέντρον καὶ ἐκεῖ ἐγένετο ἡ πρώτη οὐσιαστικὴ συνάντησις μεταξὺ Ἑλληνισμοῦ καὶ Χριστιανισμοῦ. Εἰς τὴν Ἀντιόχειαν ὑπῆρχε μεγάλη Ἑλληνικὴ παροικία πλουσίων ἐμπόρων καὶ ἐξαιρέτων διανοητῶν τῆς Ἑλληνικῆς παιδείας μὲ κέντρον τὴν γνωστὴν ῥητορικὴν Σχολήν.» [ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ: ΕΙΣ ΤΑΣ ΑΝΑΤΟΛΙΚΑΣ ΕΠΑΡΧΙΑΣ ΤΟΥ ΒΥΖΑΝΤΙΟΥ ΚΑΤΑ ΤΟΥΣ ΔΥΟ ΠΡΩΤΟΥΣ ΑΙΩΝΑΣ ΤΗΣ ΑΡΑΒΟΚΡΑΤΙΑΣ (Ζ’ & Η’) - ΕΠΙΣΚΟΠΗΣΙΣ ΤΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΕΙΣ ΣΥΡΙΑΝ, ΠΑΛΑΙΣΤΙΝΗΝ ΚΑΙ ΑΙΓΥΠΤΟΝ ΠΡΟ ΤΗΣ ΑΡΑΒΟΚΡΑΤΙΑΣ (Δ΄, Ε΄ ΚΑΙ Ϛ΄ ΑΙΩΝΕΣ) 1. Η ΣΧΟΛΗ ΤΗΣ ΑΝΤΙΟΧΕΙΑΣ, Sameh Farouk Soliman].
 Η αξιεπηγητότατη αναφορά του επίκουρου καθηγητού αναδεικνύει τις σπουδαιότερες πτυχές μιας ένδοξης εποχής των Ελλήνων στα εδάφη της Συρίας σε μια ιστορική περίοδο  όπου οι εξουσίες αντικαθίστανται με ταχύτατους ρυθμούς. 
 Ωστόσο, στη περιοχή της Μέσης Ανατολής, μετά τα ελληνιστικά βασίλεια και την ρωμαιοκρατία, ήρθε ο χριστιανισμός για να παραμείνει στο προσκήνιο αρκετούς αιώνες.      Αργότερα, τον χριστιανισμό διαδέχτηκε το μουσουλμανικό στοιχείο το οποίο όμως δεν μπόρεσε να εξουδετερώσει πλήρως τον θρησκευτικό προκάτοχο του.
 Η Αντιόχεια ήτοι Συριάδαι Αθήναι, κατάφεραν να επιβιώσουν δια μέσου των αιώνων, όσο κι αν θέλησαν πολλοί αλλόφυλοι να σβήσουν τα ίχνη της. Η ανεξίτηλος προσφορά της στο πολιτισμό υπήρξε ζωοδότρια πηγή των τεχνών και των επιστημών, διακριθείσα ιδιαιτέρως επί οκτώ συναπτούς αιώνες για την διάδοση του ελληνικού πολιτισμού, του κοσμοπολίτικου πνεύματος και της κοινωνικής προόδου. 
  Η επίκαιρος γεωστρατηγική και γεωπολιτική θέση, όσον και τα πέριξ εύφορα εδάφη αυτής ευνόησαν το διαμετακομιστικόν εμπόριο καθιστώντας την σημαντικότατον κέντρον της Ανατολής. Γι΄αυτό έλαβε την επωνυμία από τους Έλληνες, ως "Αντιόχεια η Μεγάλη". Αργότερα οι Ρωμαίοι την είπαν "Χρυσή" ή "Καλή" ενώ κατά την διάρκεια της άνθισης του χριστιανισμού, με επίκεντρο το ελληνικό στοιχείο, ονομάσθει "Θεούπολις" κατά Ζήνωνος αυτοκράτορος Βυζαντίου.  
 Επιπλέον, διακρίθηκε ως βασιλίδα πόλη, διεκδικώντας ισοτίμως τα πρωτεία, ακόμη, κι από την κοσμοκράτειρα Ρώμη. Εγκωμιαστικούς λόγους γι' αυτήν, έγραψαν, ο Λιβάνιος, ο Αντιοχεύς Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος και ο ρωμαίος Μαρκελλίνος. Ο τελευταίος δε είπε τα εξής χαρακτηριστικά σχόλια: «...το πόλις γνωστ  ν πσαν τν οκουμένην πρς τν ποίαν οδεμία λλη δύνατο ν συγκριθ».
 Στα πρώτα χρόνια της διάδοσης του χριστιανισμού, η Αντιόχεια, καθίστανται σύντομα η δευτέρα κοιτίς του χριστιανισμού και "μητέρα των εξ Εθνών εκκλησιών".  Ο διωγμός των χριστιανών αλλά και η θυσία του πρωτομάρτυρος Στεφάνου, τον οποίον τιμούσε ευλαβικά και η Αγία Ευδοκία - Αθηνας, έδωσε το έναυσμα να γίνει η πόλη κέντρο της ιεράς ευαγγελικής διάδοσης από τους αποστόλους Παύλο και Βαρνάβα. 

Χάρτης του Παύλου Καρολίδου δείχνει κατά 
τον 2ο αιώνα μ.Χ που βρίσκονται η Αθήνα και η Αντιοχεία
 (υπογραμμισμένες με ερυθρή γραμμή)

 Τόσο μεγάλη άνθιση γνώρισε ο χριστιανισμός στην Αντιόχεια την Μεγάλη, ούτως ώστε πάνω από τριάντα σύνοδοι συνήλθαν εκεί, ίσως, λόγω του μεγάλου πληθυσμού της εκκλησίας των χριστιανών, ή και δια την πάταξη, εν καιρώ, των καταστροφικών και δαιμονικών αιρέσεων από ξένες επιρροές, όπως, επί παραδείγματι, εκείνες που έσπειραν ύπουλα οι μεταναστευτικές ροές των Ιουδαίων.  
 Εν κατακλείδι, γνωστή είναι και η εξ Αντιοχείας διάδοση της καλοφωνικής ψαλτικής τέχνης με την ιδιαίτερη αντίφωνον διαδοχή και εναλλαγή των δύο χορών του εκκλησιαστικού μέλους. Το είδος της αντιφωνίας είχαν κληρονομήσει οι Αντιοχείς από την πανάρχαια λυρική τέχνη των αντιστροφών και των αντιχορίων που χρησιμοποίησαν οι τραγωδοί του Αττικού θεάτρου, όπου, είχον με την σειρά τους λάβει εκ προϊστορικών καταβολών της πανάρχαιας Αθηναϊκής και Μινωϊκής πολιτισμικής δράσης! 
  


ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
-Patrologie cursus completus, seu bibliotheca, ΛΕΟΝΤΙΟΥ ΤΟΥ ΒΥΖΑΝΤΙΟΥ ΤΑ ΕΥΡΙΣΚΟΜΕΝΑ ΠΑΝΤΑ, EYAGRII SCHOLASTICI HISTORIA ECCLESIASTICA, Leontii tomus posterior, 1863
-Νεότερον εγκυκλοπαιδικόν λεξικόν του ΗΛΙΟΥ
-ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ: ΕΙΣ ΤΑΣ ΑΝΑΤΟΛΙΚΑΣ ΕΠΑΡΧΙΑΣ ΤΟΥ ΒΥΖΑΝΤΙΟΥ ΚΑΤΑ ΤΟΥΣ ΔΥΟ ΠΡΩΤΟΥΣ ΑΙΩΝΑΣ ΤΗΣ ΑΡΑΒΟΚΡΑΤΙΑΣ (Ζ’ & Η’) - ΕΠΙΣΚΟΠΗΣΙΣ ΤΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΕΙΣ ΣΥΡΙΑΝ, ΠΑΛΑΙΣΤΙΝΗΝ ΚΑΙ ΑΙΓΥΠΤΟΝ ΠΡΟ ΤΗΣ ΑΡΑΒΟΚΡΑΤΙΑΣ (Δ΄, Ε΄ ΚΑΙ Ϛ΄ ΑΙΩΝΕΣ) 1. Η ΣΧΟΛΗ ΤΗΣ ΑΝΤΙΟΧΕΙΑΣ,  Sameh Farouk Soliman
-Ιωάννης Μαλάλας, Χρονογραφία





Δευτέρα 14 Μαρτίου 2022

   
                           
                                      
 ЭIЄ
ΟΙ ΟΜΗΡΙΚΟΙ ΚΙΘΑΡΩΔΟΙ ΦΗΜΙΟΣ ΚΑΙ ΔΗΜΟΔΟΚΟΣ
ΠΡΟΓΟΝΟΙ ΤΩΝ ΓΑΛΛΩΝ ΜΕΝΕΣΤΡΕΛΩΝ ΤΩΝ ΔΑΝΩΝ SHAPER ΚΑΙ ΤΩΝ ΓΕΡΜΑΝΩΝ ΜΑΪΝΕΣΑΓΚΕΡ
Έρευνα & συγγραφή: Ιωάννης Βαφίνης

 Στο απώτατο παρελθόν, εκεί, εις την αχλύν της ελληνικής προϊστορίας, ενεφανίσθει πλήθος καλλιτεχνών. Εάν εμβαθύνουμε στα βιογραφικά στοιχεία των καλλιτεχνών, αντιλαμβανόμαστε ότι, καθείς εξ αυτών, καθιέρωσε έναν πρώτυπο μουσικό τρόπο, καταθέτοντας διαχρονικά το προσωπικό του αποτύπωμα στα χρονικά της μουσικής δημιουργίας.
  Τρόπον τινά, η έκφανση κάθε μουσικού είδους, της αρχαίας ελληνικής λυρικής τέχνης, προήρχετο εκ της ατομικής δημιουργίας κάποιου παλαιού ερμηνευτή της μουσικής που μεταβιβάζονταν προφορικά από γενιά σε γενιά μουσικών ήτοι αοιδών ήτοι ραψωδών. 
 Η θεία έμπνευση ήταν το δεδομένο, όπου προσέδιδε τον ατομικό χαρακτήρα κάθε μουσικοποιητικής προσωπικότητας. Αυτή η μορφή εμπνεύσεως θεωρούνταν ως θεϊκό χάρισμα. Άλλωστε, οι πρώτοι που δίδαξαν ότι, η μουσική έμπνευση κατήλθε εξ ουρανού, ήταν οι Έλληνες!
  Μέσα στην πληθώρα των ξακουστών μουσικών του αρχαίου ελληνικού κόσμου κυρίαρχη θέση κατέχουν ο Δημόδοκος, ο Φήμιος, ο Όμηρος κι ο Ησίοδος και των παλαιοτέρων αυτών Λίνος, Ορφέας, Μουσαίος, ο Πάμφως κ.α.  
   Ο Δημόδοκος, υπήρξε ένας περιπλανώμενος αοιδός - κιθαρωδός της χώρας των Φαιάκων. Καθώς λέγεται, ο Φαίαξ κιθαρωδός δεν γνώριζε θεωρητική μουσική, αλλά, είχε την δεινότητα του δεξιοτέχνη ερμηνευτή. 
 Ο εν λόγω, ομηρικός κιθαρωδός δύναται να καταγραφεί ως δημιουργός ενός επικού είδους του τύπου της μπαλλάντας. Δηλαδή, μια πρωτόλεια μορφή του βαλλιστικού άσματος(δες την μελέτη μου στο άρθρο «ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΒΑΛΣ ΕΙΝΑΙ Ο ΑΡΧΑΙΟΕΛΛΗΝΙΚΟΣ  ΧΟΡΕΥΤΙΚΟΣ ΒΑΛΛΙΣΜΟΣ Ή ΣΤΡΟΒΙΛΟΣ ΜΕ ΤΟ ΒΑΛΛΙΣΤΙΚΟ ΑΣΜΑ»). 
 Μια λεπτομέρεια της επικής  εξιστόρησης του Ομήρου περιγράφει τον μυθικό καλλιτέχνη να ξεκρεμάει την κιθάρα του από ένα κρεμαστάρι, όπου την είχε τοποθετήσει κάποιος υπηρέτης μέχρι να έρθει η ώρα της έναρξης του μουσικού προγράμματος. Τούτο θυμίζει την σημερινή καλλιτεχνική δραστηριότητα των κιθαρωδών, σε εμφανίσεις συναυλιών, όπου οι κιθάρες τους είναι τοποθετημένες σε ειδικές βάσεις μέχρι την στιγμή της χρήσεως τους από τους εκτελεστές.  
 Παρόμοια περίπτωση υπήρξε και με τον Ιθακήσιο κιθαρωδό Φήμιο. Ο Φήμιος γιος του Τέρπιου θεωρείτε ένας καλλιτέχνης της αυλής του βασιλικού οίκου. Ωστόσο, η δραστηριότητα του Φήμιου δεν εξαντλούνταν μέσα στο βασιλικό παλάτι, αλλά, φέρονταν και ως συνοδός των βασιλικών προσώπων, όπως στην περίπτωση της Πηνελόπης όταν εκείνη μετέβει εις Σπάρτην.
  Η υπηρεσία του Δημόδοκου και του Φημίου ήταν να ψάλλουν τα ηρωικά κατορθώματα των  Βασιλιάδων ηρώων. Ταύτη, λοιπόν, ήταν η συντεχνία των Ελλήνων ραψωδών, την οποία εκπροσώπησαν αρίστως αυτοί οι δύο κιθαρωδοί. 
Έτσι, μετολίγον η τέχνη μεταλαμπαδεύτηκε εις στο διηνεκές, διακρίνοντας την πρώτα απ΄ όλα στην ελληνική μουσική παράδοση του 17ου εώς και 19ου αιώνα μ.Χ. εις τους λεγομένους Κραβαρίτες της ελληνικής υπαίθρου, ενώ παράλληλα στην εντοπίζεται στην βορειοδυτική και ανατολική Ευρώπη της αναγεννήσεως σε διάφορους κύκλους ονομάτων και με ενισχυμένη την τοπική μουσική ιδιοσυγκρασία. 
 Ωστόσο, η δραστηριότητα του ραψωδού συνοψίζεται με λίγα λόγια στο εγκυκλοπαιδικό λεξικό της Πρωίας, στο λήμμα ραψωδός, ως εξής: «Ό περιοδεύων τας πόλεις και απαγγέλλων ή ψάλλων, τη συνοδείας μουσικού οργάνου, ποιήματα δικά του ή άλλων ποιητών. Κατά τήν αρχαιότητα δια των ραψωδών εγένοντο γνωστά ανά την Ελλάδα όλην καί διεσώθησαν τα έπη του Ομήρου, του Ησιόδου».
  Στην Ευρώπη οι απόγονοι της συντεχνίας του Δημόδοκου και του Φήμιου είναι οι Μενεστρέλοι, οι Δανοί Σάπερ (Shaper), οι Γερμανοί μαϊνεσάγκερ και οι σλάβοι Γκούσλαροι. 
  Επίσης, στο εγκυκλοπαιδικό λεξικό της Πρωίας,  διαβάζουμε περί της εξειδίκευσης των ευρωπαίων καλλιτεχνών του μεσαίωνος και της αναγεννήσεως ως Μενεστρέλοι στο ομώνυμο λείμμα: «Κατά τόν μεσαίωνα εν Γαλλία και Αγγλία, πλανόδιοι ποιηταί ή μουσικοί, οι οποίοι συνθέτοντες στίχους ήδον αυτούς επ' αμοιβή εις τους πύργους των φεουδαρχών».
  Έτσι, με τα προλεχθέντα, εμφανώς, διακρίνουμε την συναλληλία των δύο συντεχνιών της παγκοσμίου μουσικής εποποιίας, των ραψωδών Ελλήνων της αρχαιότητας και των Μενεστρέλων ευρωπίδων της αναγεννήσεως, όπως και αλλαχόθεν της Ευρωπαϊκής ηπείρου  επί παραδείγματι, οι Σέιπερ της Δανίας, οι Μαϊνεσάγκερ της Γερμανίας και Γκούσλαροι της Σερβίας και Ρωσίας.
 Ωστόσο, διαβάζοντας την εγκυκλοπαίδεια του ΗΛΙΟΥ, στο λήμμα Μενεστρέλος, ανακαλύπτουμε ποιες βαθύτερες ομοιότητες συνδέουν τους αρχαίους Έλληνες ομηρικούς κιθαρωδούς με τους ευρωπαίους ομοτέχνους τους οι οποίοι βεβαίως ενεμφανίσθησαν μετά από τέσσερις εώς και πέντε χιλιάδες χρόνια.  
 Ιδού τα γραφθέντα του λήμματος Μενεστρέλοι (γαλλιστί μενεστρέλ) του εγκυκλοπαιδικού λεξικού«Το κατ' αρχάς εσήμαινε τους διατελούντας εν υπηρεσία ευγενούς τινός. Αργότερον έφερον τούτο μουσικοί, οι οποίοι συνέθετον στίχους και μελωδίας, περιερχόμενοι δε τούς πύργους των ευγενών διεσκέδαζον αυτούς. Από του 14ου αιώνος ήρχισαν οργανούμενοι εις ίδια σωματεία. Οι Μενεστρέλοι των Παρισίων είχον και ίδιον ήγεμονα, διοριζόμενον υπό του βασιλέως της Γαλλίας, διέθετον ιδιαιτέρους ναούς, νοσοκομεία κλπ. Σπουδαιότεροι εκ τούτων ήσαν οι ποιηταί Φρουασσάρ καί Ρυτεμπέφ».
           
Στην εικόνα βλέπουμε τον Δημόδοκο χαρακτηριζόμενο από τους δυτικούς ως minstrel historical - travelling performer δηλαδή περιπλανώμενος καλλιτέχνης - διασκεδαστής. Ο όρος συμπεριλαμβάνει και την καλλιτεχνική δραστηριότητα του ζογκλέρ, ακροβάτη παραμυθά και εν γένει του κοσμικού μουσικού του 12ου & 17ου αιώνα. Η τέχνη τους στηριζόταν στον αυτοσχεδιασμό. Στην αγγλική περιγραφή οι φερωνυμίες είναι ανάλογες με τους: jongleur,troubadour και συνώνυμες εν μέρη με τις: balladsinger, balladeer, bard,minnesinger, troubadour minstrel' και συμπεριλαμβάνονται σε αυτές τις καταχωρήσεις ονομάτων: bard - poet - singer - troubadour

 Στην παρούσα φάση ενδείκνυται η άποψη του αγγλικού λεξικού της ελληνικής και Ρωμαϊκής βιογραφίας μυθολογικών προσώπων με τίτλο: A Dictionary of Greek and Roman Biography and Mythology by William Smith.  Στο λήμμα του ονόματος Φήμιος (αγγλιστή PHE'MIUS) σημειώνονται τα εξής σχόλια:  «The famous menestrel, was a son of Terpius, and entertained with his son the suitors in the house of Odysseus in Ithaca (Hom. Od. i. 154, xxii. 330, &c. xvii. 263).» Μετάφραση: [Ο Φήμιος διάσημος μενεστρέλος που ήταν γιος του Τερπίου, όπου διασκέδαζε με τον γιο του τους μνηστήρες στο σπίτι του Οδυσσέα στην Ιθάκη]. 

 Ωστόσο, ο κιθαρωδός - ραψωδός Φήμιος δεν υπήρξε μόνο διασκεδαστής αλλά φύλαξ και παιδαγωγός της γυναίκας  του Οδυσσέα Πηνελόπης με εντολή του ιδίου. Άρα, διακρίνουμε ένα ευρύτερο φάσμα της καλλιτεχνικής ιδιότητας των αρχαίων επικών τραγουδιστών - εν αντιθέση προς τους ευρωπαίους του μεσαίωνα και της αναγεννήσεως - που έφτανε στο επίπεδο του λειτουργήματος. 
 Μια ακόμα δυσεύρετη ιστορική μαρτυρία καταγράφεται στην περίπτωση της βασίλισσας των Μυκηνών, Κλυταιμνήστρας, η οποία διέθετε τον προσωπικό της κιθαρωδό τον επονομαζόμενο Δημόδοκο των Μυκηνών. Ο Δημόδοκος, εν τελει, εξορίστηκε από τον Αίγισθο για να καταφέρει, έπειτα, εκείνος,  να ξελογιάσει ανενόχλητος την βασίλισσα γυναίκα του Αγαμέμνονος

    Οι Σέιπερ(SHAPER) είναι οι απόγονοι των ομηρικών αοιδών στην Δανία και ψάλλουν τα ηρωικά κατορθώματα των  Βασιλιάδων ηρώων. Πρόκειται για απόγονους της συντεχνίας των Ελλήνων εποποιών της αρχαίας ραψωδικής τέχνης.

  Εν δια ταύτα, καταλήγουμε στο ερευνητικό μας συμπέρασμα, της ελληνικής πατρότητας των καλλιτεχνικών ρευμάτων που άνθισαν, έξαφνα, πολλούς αιώνες μετά την ακμή του ελληνικού πολιτισμού, στην ανατολική και βορειοδυτική Ευρώπη του μεσαίωνος και της αναγεννήσεως των οποίων οι βαθύτατες ρίζες ανιχνεύονται εις την αρχαία ελληνική μουσική συντεχνία των ραψωδών, κιθαρωδών, λυρωδών ήτοι και φορμιγγαοιδών.   
 Έχοντας, λοιπόν, αυτήν την εν λόγω επιβεβαίωση αντιλαμβανόμαστε ότι, η Ευρώπη οφείλει τα πάντα εις την ευεργέτιδα Ελλάς!

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
•Νεότερο εγκυκλοπαιδικό λεξικό του ΗΛΙΟΥ
• Dictionary of Greek and Roman Biography and Mythology by William Smith, VOL. I, LONDON, 1872
•Εγκυκλοπαιδικό λεξικό της ΠΡΩΙΑΣ