Σάββατο 28 Σεπτεμβρίου 2019


ЭIЄ
ΕΝΑΣ ΚΑΣΤΡΑΤΟ ΤΡΑΓΟΥΔΑΕΙ ΣΕ ΤΡΑΓΩΔΙΑ ΤΟΥ ΕΥΡΙΠΙΔΟΥ
(Η απαρχή των οπερατικών ευνούχων-καστράτο)
Έρευνα & συγγραφή Ιωάννης Γ. Βαφίνης
-
  Στην ιστορία της δυτικής ευρωπαϊκής μουσικής αναγράφεται μια περίοδο στην οποία άνθισε το είδος της όπερας. Αυτή η ιστορική εποχή συντελέστηκε κατά τους μέσους αιώνες της αναγεννησιακής εποχής. Εντούτοις, το τυπικό της όπερας, πολύ σύντομα, διακρίθηκε μια αυτόνομη μουσική σύνθεση που ονομάστηκε Άρια. Ο μουσικός όρος προήλθε από την ελληνική λέξη αήρ-αέριος. Βασικοί ερμηνευτές του μελωδικού άσματος της Άριας κατέστησαν οι Τενόροι. 
 Ο τενόρος ήταν το υψηλότερο επίπεδο ανδρικής φωνής και η φωνή του μπορούσε να αποδώσει εύκολα το τονικό ύψος του Σολ, του Λα και σε ορισμένες περιπτώσεις του Σι και του Ντο πάνω από το πεντάγραμμο.

Καφφαρέλι ο διάσημος νότιο Ιταλός καστράτο
1710-1783

 Παράλληλα, οι καινοφανείς συνθετικές τάσεις οδήγησαν τους μελουργούς στην αναζήση ενός υψηλότερου επιπέδου φωνήσεως με ανδρικό πρότυπο. Την θέση αυτή θα μπορούσε να την καλύψει μια γυναικεία φωνή του μεσαίου επιπέδου φωνήσεως (mezzo soprano). Καθότι όμως άπασα γυναίκα αοιδός, λόγω των συντηρητικών απόψεων της αναγεννησιακής εποχής περί θεατρικών θεαμάτων, δεν επετρέπετο να συμμετάσχει στα μουσικά έργα της όπερας, το επιλεχθέν ανδρικό πρότυπο υψηλότερης φωνής ήταν ένα κατασκευασμένο παραφύση είδος αοιδού που ονομάστηκε Καστράτο(Castrate).
 Το είδος καστράτο τραγουδιστή ήταν μη φυσιολογικό καθότι πριν την περίοδο μεταφώνησης έπρεπε να αφαιρεθούν με συγκεκριμένο χειρουργικό τρόπο οι όρχεις του. Αυτό γίνονταν για να διατηρηθεί το εφηβικό ηχόχρωμα και οι οξύτατοι μουσικοί φθόγγοι και μετά την ενηλικίωση.
 Το εν λόγω φωνητικό επίπεδο, παρόμοιο σε αρκετές περιπτώσεις με εκείνο μιας λυρικής υψίφωνου, ονομάστηκε στην δυτική μουσική ορολογία coloratura (κολορατούρα). Λέξη προερχόμενη από την αρχαία ελληνική λέξη κάλλος, όπου στην πορεία παραφράσθηκε στο λατινικό coloure = χρώμα.
 Η κολορατούρα ήταν μια μορφή αντρικής και γυναικείας τεχνικής και στηρίζονται στις δεξιοτεχνικές ερμηνείες με φωνητικούς χρωματισμούς ήτοι, κατέντσες, τρίλιες, ευρεία τονικά άλματα και τρέξιμο μιας σειράς από φθόγγους μελωδικής κλίμακας. Το είδος άνθισε κατά την κλασσική, ρομαντική(μπελκάντο) και μπαρόκ εποχή.

Κάρλο Μπρόσκι Φαρινέλλι, ο ξακουστότερος
καστράτο όλων των εποχών της ευρωπαϊκής 
αναγέννησης

 Εις τον πάλαι ποτέ ελληνικό πολιτισμό οι Καστράτο ονομάζονταν Ευνούχοι ή Σπαδών. Οι ιστορικές αναφορές, για την ύπαρξη αυτού του είδους των οπερατικών αοιδών φτάνουν μέχρι την εποχή του Βυζαντίου καθώς υπάρχει καταγραφή κάποιου ευνούχου ψαλμωδού - χορωδού επονόματι Βρύσων. Ο Βρύσων χρημάτισε ως αρχιχορωδός στην αυλή της βασίλισσας Ευδοξίας τον 4ο αιώνα μ.Χ.
 Επίσης, θεωρείται βεβαία η χρήση των αγγελοφώνων καστράτο στην Κωνσταντινούπολη περί τους υπόλοιπους επτά αιώνες, απ' τον 4ο έως 11ο. Υπάρχει μαρτυρία για κάποιο ξένο περιηγητή του 11ου αιώνα, ο οποίος εισήλθε στο ναό της Αγίας Σοφίας στην Κωνσταντινούπολη και άκουσε υμνωδίες από χορό ευνούχων-καστράτο (δες το βιβλίο του Κυριάκου Σιμόπουλου, «Ξένοι ταξιδιώτες στην Ελλάδα» τόμος Α'). Αυτό σημαίνει ότι, οι Έλληνες καστράτο προηγήθηκαν των άλλων Ευρωπαίων. Πιο συγκεκριμένα, επί τούτου, βλέπουμε στην κάτωθι εικόνα έναν αγγελόφωνο ευνούχο - καστράτο, σε μια μοναδική απεικόνιση του 11ου αιώνα, να κρατάει ειλητάριο με χριστιανικούς ύμνους.

Βυζαντινός ψαλμωδός castrato του 11ου αιώνος

  Ωστόσο, μια μαρτυρία ενός λεξικού, που οι ετυμολογίες του ανάγονται στα χρόνια του μεσαιωνικού Βυζαντίου ήτοι της Ρωμανίας, ανατρέπει όλα τα στερεότυπα. Όπως αναγράφεται στο λήμμα «Αρμάτειον μέλος», υπήρχε στην αρχαία Ελλάδα ένα είδος τραγουδιού που ονομάζονται Αρμάτειον μέλος εκ του Υμεναίου. Δηλαδή, το Αρμάτειον μέλος ήταν ένας υμέναιος, ένα τραγούδι της νύφης που άδονταν σε οξύ και λεπτόν φθόγγο(μουσική νότα). 
 Το Αρμάτειον μέλος χρησιμοποίησε κι ο Αθηναίος τραγωδός Ευριπίδης. Ο Αθηναίος τραγωδός επιλέγοντας έναν ευνούχο τραγουδιστή για να τραγουδίσει το Αρμάτειον μέλος, οριοθέτησε το τονικό επίπεδο μελωδικής γραμμής, του συγκεκριμένου είδους υμεναίου, που έπειτα καθιερώθηκε μόνο για τις φωνές των ευνούχων-καστράτο. Μάλιστα, λένε ότι πρώτος ο Ευριπίδης κατονόμασε το οξύφωνο μέλος του Υμέναιου ως Αρμάτειον. Ιδού και το αποδεικτικό απόσπασμα από τα λεχθέντα του Μέγα Ετυμολογικού Λεξικού: «...τν οὖν ξν καὶ λεπτν φθόγγον ρμάτειον κ τοτου  Εριπίδης κάλεσε· καὶ ενούχο εσάγει λέγοντα· τοιαται δ τῶν ενοχων αἱ φωναί.», ελεύθερη μετάφραση: [Τον οξύ και λεπτό τόνο Αρμάτειον ονόμασε ο Ευριπίδης, και λένε πως χρησιμοποίησε στην μουσική του κάποιον ευνούχο τραγουδιστή. Οι οξείες φωνές ανήκουν στο επίπεδο της φωνής των ευνούχων].
 Κάλλιστα θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε την πρώιμη εισαγωγή των καστράτο στην θεατρική σκηνή από τον μεγάλο τραγωδό Ευριπίδη που προηγήθηκε κατά δύο χιλιάδες διακόσια χρόνια του Γκέοργκ Φρίντριχ Χαίντελ, Τζάκομο Μάγερμπεερ κ.α.


Εικόνες από το Μέγα Ετυμολογικόν Λεξικόν που διέσωσε
 η Άννα Νοταρά μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολεως
 και το αποκατέστησε τρεις αιώνες αργότερα ο THOMAS GAISFORD
  στο πανεπιστήμιο της Οξφόρδης. Στην πρώτη εικόνα βλέπουμε 
τα γραφόμενα περί του λήμματος "Αρμάτειον μέλος".

 Επιπλέον, οδηγούμενοι στην μουσική θεωρία των αρχαίων Ελλήνων,  τη μήτρα της παγκόσμιας μουσικοθεωρητικής κατεύθυνσης, ανακαλύπτουμε το επίπεδο φωνήσεως το οποίο και τοποθετούσαν τις φωνές των ευνούχων. Βάση αυτής της θεωρίας, στο υψηλότερο τονιαίο σύστημα υπήρχαν τρεις τονιαίες θέσεις της μουσικής κλίμακας: α)νήτη συνημμένων, β)νήτη διεζευγμένων και γ)νήτη υπερβολαίων. Η νήτη υπερβολαίων, η κυρίως νήτη, αποτελούσε τον οξύτερο αρμονικό φθόγγο του οξέος τετραχόρδου. Αντιστοιχούσε εις την νεώτερη μουσική κλίμακα με το Λα της δεύτερης οκτάβας.
  Άρα, η νήτη υπερβολαίων ανήκε στην φωνητική περιοχή ενός οπερατικού οξυφώνου(tenor). Ενδείκνυται, λοιπόν, να ελέγξουμε το επίπεδο των σοπρανίστας, όπως ονομάζονται οι καστράτο, οι οποίοι φαίνεται να τοποθετούνταν, από τους αρχαίους Έλληνες χορωδούς, λίγο ψηλότερα από την νήτη υπερβολαίων, δηλαδή, μεταξύ της νήτης και της υπάτης. Σύμφωνα με Νεότερο εγκυκλοπαιδικόν λεξικόν του Ηλίου(λήμμα Νήτη) η νεάτη αποτελεί τον οξύτερο φθόγγο του οξέος τετραχόρδου της μουσικής βάσεως. Κατά την νεωτέρα μουσική κλίμακα η νήτη υπερβολαίων αντιπροσωπεύεται υπό του λα2.
  Συνάμα, στην εγκυκλοπαίδεια της αρχαίας ελληνικής μουσικής, του Σόλωνα Μιχαηλίδη, αναφέρει στο λήμμα νήτη, νεάτη, ότι στην επτάχορδη κλίμακα ήταν η ψηλότερη νότα του τετραχόρδου συνημμένων δηλαδή ρε, ενώ στην οχτάχορδη την υψηλότερη νότα του τετραχόρδου διαζευγμένων δηλαδή μι.


 Εν κατακλείδι, οι φωνές των ευνούχων - καστράτο χρησιμοποιήθηκαν από τους αρχαίους χοροδιδασκάλους λυρικούς - τραγικούς ποιητές, όπως προκύπτει από την μικράν τοιαύτη ερευνητική πτυχή. Ίσως να υπήρχε πρωιμότερη χρήση των καστράτο-ευνούχων εις την αρχαία ελληνική μουσική τέχνη. Ωστόσο, η μόνη διασωθείσα αναφορά αφορά τον Ευριπίδη. Φαίνεται ότι, ο Αθηναίος τραγωδός υπήρξε ένας λαμπρότατος καινοτόμος της κλασσικής εποχής του Αττικού θεάτρου.


Μικρόν απόσπασμα από την ταινία Farinelli (Φαρινέλλι) 
του 1994. Οι δημιουργοί της ταινίας προσπάθησαν να προσεγγίσουν 
την φωνή του ευνούχου-καστράτο αοιδού με σύγχρονα τεχνολογικά
ηχητικά μέσα. Το τελικό αποτέλεσμα είναι ένα άκουσμα που προσδίδει όσο
 το δυνατόν πιο πλησιέστερα την αγγελόφωνη - λεπτοφυής ερμηνεία του μεγάλου 
οπερατικού καστράτο που άφησε εποχή με την παρουσία του. Κάτι ανάλογο,
φαίνεται να άκουσαν οι αρχαίοι Αθηναίοι, ως θεατρικοί ακροατές, από την μουσική 
σύνθεση του Ευριπίδη που την ονόμασε "Αρμάτειον μέλος"  και χρησιμοποίησε για 
ερμηνευτή ένα καστράτο τραγουδιστή.


ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
-Μέγα Ετυμολογικόν Λεξικόν (ETYMOLOGICON MAGNUM)
-Νεότερο ΕΓΚΥΚΛΟΠΑΙΔΙΚΟΝ ΛΕΞΙΚΟ του Ηλίου
-Μέγας Συναξαριστής της Ορθοδόξου εκκλησίας
-Σόλωνα Μιχαηλίδη, Εγκυκλοπαίδεια της αρχαίας ελληνικής μουσικής, εκδ. Μορφωτικό ίδρυμα εθνικής τραπέζης