Δευτέρα 19 Ιουνίου 2023


ЭIЄ 


ΑΜΟΙΒΕΥΣ 
Ο ΚΑΛΟΠΛΗΡΩΜΕΝΟΣ ΔΕΞΙΟΤΕΧΝΗΣ ΑΘΗΝΑΙΟΣ ΚΙΘΑΡΩΔΟΣ
Έρευνα & συγγραφή: Ιωάννης Βαφίνης

  Εἰς τὴν ἑλληνιστικὴν περίοδο, ὅπου καὶ ἐγεννήθει τὸ εἶδος τῆς μέσης κωμωδίας, ἐμφανίζεται στὸ κλεινὸν ἄστυ τῶν Ἀθηνῶν ἕνας λαμπρὸς κιθαρωδὸς ποὺ ἔμεινε γνωστὸς ὡς τὴ σήμερον μὲ τὴν φερωνυμία ἈμοιβεὺςἈμοιβέας. Δὲν ξέρουμε ἂν ἦταν τὸ πραγματικὸ ἢ τὸ καλλιτεχνικόν του ὄνομα, ἀλλὰ καὶ περὶ τοῦ βίου του δὲν γνωρίζουμε παρὰ μόνο λίγες λεπτομέρειες ποὺ συντελέστηκαν κατὰ τὴν αὐτὴν περίοδον εἰς τὴν ἀρχαία καὶ πανσεβάσμια πόλη τῶν Ἀθηνῶν. 
  Χρονολογικά, ὅπως μᾶς πληροφορεῖ τὸ παλαιὸν Λεξικὸν τῆς μυθολογίας, γεωγραφίας κι ἱστορίας, ὑπῆρξε σύγχρονος τοῦ φιλοσόφου Ζήνων τοῦ Κιτιεύς, δηλαδὴ μεταξὺ τοῦ 334 μὲ 262 π.Χ. Συνάμα, δηλώνετε εἰς τὴν ἐποχήν του ὡς περίφημος μουσικὸς καὶ κιθαριστὴς. 
  Ὡστόσο, ἀρχαιότερες πηγές, ἐκ τῶν συγγραφέων Ἀριστία, Ἀθήναιου, Κλαύδιου Αἰλιανοῦ καὶ Πλουτάρχου τὸν ἀναγιγνώσκουμε ὡς κιθαρωδὸ καὶ ὄχι ὡς κιθαριστή, καθότι, ἡ κιθαρωδικὴν τέχνη συντελοῦνταν μὲ δύο ἑρμηνείας, τὴν φωνητικὴ καὶ τὴν κιθαριστική, ὅπου τὴν φωνὴ συνόδευε δεξιοτεχνικὰ ἡ κιθάρα. Ο Αθήναιος, επιβεβαιώνει την τοιαύτην φήμη σημειώνοντας τα εξής: «ἐπεὶ δ᾽ ἐνταῦθα τοῦ λόγου ἐσμέν, οὐκ ἄξιον ἡγοῦμαι παραλιπεῖν τὰ περὶ Ἀμοιβέως τοῦ καθ᾽ ἡμᾶς κιθαρῳδοῦ, ἀνδρὸς τεχνίτου κατὰ νόμους τοὺς μουσικούς.» (Δειπνοσοφιστές ΙΔ΄ 623 17d) [καὶ καθὼς εἴμαστε σὲ αὐτὸ τὸ σημεῖο τοῦ λόγου δὲν εἶναι σωστὸ νὰ παραλείψουμε τὰ σχόλια περὶ τοῦ δικοῦ μας κιθαρωδοῦ Ἀμοιβέως, τοῦ δεξιοτέχνη ἀνδρὸς εἰς τοὺς μουσικοὺς κανόνες] . 
   Ὡστόσο, ἡ ἀναφορὰ αὐτὴ ἀπευθύνεται στὸν συνώνυμο τοῦ Ἀμοιβέως Α' τὸν Ἀμοιβέα Β΄ συγκρίνοντας τὸν μὲ τὸν κατὰ πέντε αἰῶνες παλαιότερο, 3ο αἰῶνα πΧ. ὁ πρῶτος καὶ 2ο μ.Χ. ὁ δεύτερος. Ὁ Ἀθήναιος, ζῶντας την ἴδια ἐποχή μὲ τὸν Ἀμοιβέα Β΄ γράφει γιὰ μιὰ προσωπική ἐμπειρία μαζί του ἀκούγοντας τον ὅπου σὲ ἕνα συμπόσιο ἔλαβε τὴν κιθάρα καὶ τραγούδησε εὐχαριστῶντας τόσο πολὺ τὸ ἀκροατήριο γιὰ τὸ γρήγορο - περίτεχνο παίξιμο καὶ τὴν καλλιφωνία του. Τὸ ἀρχαῖον κείμενο σημειώνει τὰ ἑξῆς: «ἀναλαβών τε τὴν κιθάραν εἰς τοσοῦτον ἡμᾶς ἧσεν ὡς πάντας θαυμάζειν τήν τε κιθάρισιν μετὰ τῆς τέχνης ταχίστην οὖσαν καὶ τῆς φωνῆς τὴν ἐμμέλειαν.» (Δειπνοσοφιστές ΙΔ' 623 17d).
Ὁ κιθαρωδὸς Ἀμοιβέας

  Ἡ σημαντικότητα τοῦ ἀρχαίου κειμένου βρίσκεται στὰ σημεῖα περιγραφῆς τῆς τεχνικῆς ἀπόδοσης τοῦ δεξιοτέχνη κιθαρωδοῦ ποὺ φτάνει στὸ ἐπίπεδο μιᾶς ἐπίδειξης ἀληθινῆς μουσικῆς λογιότητας. Τὸ ἐμμελεῖς τραγούδισμα, ἔθος ἀρχαῖον ἑλληνικὸν φαίνεται νὰ ἐκτελοῦνταν καὶ ἀπὸ τοὺς δύο συνονόματους κιθαρωδοὺς τὸν Ἀμοιβέα ἐξ Ἀθηνῶν καὶ τὸν Ἀμοιβέα ἐξ Ἀλεξανδρείας. Γι΄αυτό κι ὁ Ἀθήναιος λέει "τοῦ καθ᾽ ἡμᾶς κιθαρῳδοῦ" ἀφοῦ κι δυὸ ζοῦνε τὴν ἴδια ἐποχὴ στὴν Ἑλληνορωμαϊκὴ Αἴγυπτο. 
 Ὁ Δίων Χρυσόστομος διασώζει τὴν μαρτυρία τῆς ἀκριβὴς πληρωμῆς του Ἀμοιβέα Β΄ μὲ πέντε τάλαντα γιὰ μιὰ ἐμφάνιση στὸ συμπόσιο, πληρωμένα ἀπὸ ἕναν πλούσιο ἰδιώτη(Λόγοι 66 & 11).
    Ὡστόσο, ἡ ἐμμέλεια ὑπῆρξε ὡς ἔθος ἀρχαῖον ἑλληνικόν καὶ ἡ μουσική του ὁρολογία ἐξηγεῖτε μὲ διάφορους τρόπους, ὅπως: "συμφωνία μὲ τοὺς νόμους τοῦ μέλους -μελωδικὸς" & "ἐμμελὴς κίνηση = μελῳδικὴ κίνηση" & "Ὁ Βάκχειος ἀναφέρει ὅτι, ἐμμελεῖς εἶναι οἱ φθόγγοι ποὺ χρησιμοποιοῦν οἱ τραγουδιστὲς πάνω σὲ ὄργανα" & "ὁ Πτολεμαῖος λέει ὅτι, ἐμμελεῖς εἶναι οἱ φθόγγοι ποὺ ὅταν συνδέονται μεταξύ τους γίνονται εὐχάριστοι καὶ δεκτικοὶ στὴν ἀκοὴ ἐνῶ ἐκμελεὶς εἶναι ἀκριβῶς το ἀντίθετο. ἐπίσης οἱ ἐμμελεῖς φθόγγοι καὶ τὰ διαστήματα ἦταν, τὸ ἡμιτόνιο (16:15), ὁ τόνος μείζων καὶ ἐλάσσων (9:8 καὶ 10:9 ἀντίστοιχα), ἡ μεγάλη καὶ μικρὴ τρίτη (5:4 καὶ 6:5 ἀντίστοιχα).
 Σημαντικὰ στιγμιότυπα, τοῦ ἀγνώστου βίου τοῦ Ἀμοιβέως ἐξ Ἀθηνῶν, διασώθηκαν εὐτυχῶς, ἀπὸ ἐπώνυμους Ἕλληνες ἀρχαίους συγγραφεῖς. Τὸ πρῶτο, σύμφωνα μὲ τὸ χαμένο βιβλίο τοῦ ἀρχαίου συγγραφέα Ἀριστέα "Περὶ Κιθαρωδῶν", ὅπου ἀπόσπασμα τοῦ διέσωσε ὁ Ἀθήναιος, ἀφορᾶ τὸν τόπο κατοικίας εἰς τὸ κλεινὸν ἄστυ τῶν Ἀθηνῶν δίπλα ἀπὸ τὸ θέατρο τπὺ Διονύσου κάτω ἀπὸ τὴν Ἀκρόπολη κι ὅτι, ἔβγαινε καὶ τραγουδοῦσε κι ἀμοίβονταν μὲ ἕνα τάλαντο. Τὸ ἀρχαῖο κείμενο τὸ περιγράφει ὡς ἑξῆς: «ἐμοὶ μὲν γὰρ οὐδὲν ἐλάττων εἶναι νομίζεται τοῦ παλαιοῦ Ἀμοιβέως, ὅν φησιν Ἀριστέας ἐν τῷ περὶ Κιθαρῳδῶν ἐν Ἀθήναις κατοικοῦντα καὶ πλησίον τοῦ θεάτρου οἰκοῦντα, εἰ ἐξέλθοι ᾀσόμενος, τάλαντον Ἀττικὸν τῆς ἡμέρας λαμβάνειν.» (Δειπνοσοφιστές ΙΔ΄ 623D 17) μετάφραση: [Εγώ τίποτα το ελάχιστο δεν θεωρώ του παλαιού Αμοιβέως, όπως λέει ο Αριστέας στο βιβλίο του "Περί Κιθαρωδών" πως κατοικεί στην Αθήνα δίπλα στο θέατρο(του Διονύσου) και για κάθε μία φορά που εξέρχεται για να τραγουδήσει η αμοιβή του είναι ένα τάλαντο] . 
  Τὸ ποσὸ αὐτὸ γιὰ μία καὶ μόνη αὐθημερὼν ἐμφάνιση θεωροῦνταν καὶ τότε ἀλλὰ καὶ σήμερα ὑπερμεγέθης ἂν θεωρήσουμε ὅτι, διακόσιοι κωπηλάτες μιᾶς τριήρους κατὰ τὸν Πελοποννησιακὸ πόλεμο ἐλάμβαναν μισθὸ ἑνὸς ταλάντου ἕκαστος τὸ μῆνα. Σύμφωνα μὲ πηγὲς μισθολογίου τοῦ 377 π.Χ. ὁ μισθὸς τοῦ ἑνὸς ταλάντου ἀντιστοιχοῦσε μὲ ἐννέα χρόνια ἐξειδικευμένης ἐργασίας.                 Ἐπίσης, ἡ μονάδα μέτρησης τοῦ Ἀθηναϊκοῦ ταλάντου ποὺ ἀποτελοῦνταν ἀπὸ ἀτόφιο ἀσήμι τοῦ Λαυρίου, ἰσοῦτε σήμερα σὲ δολάρια, ἂν λαβουμε ὑπ' ὄψιν τὴν τιμὴ τοῦ ἀσημιοῦ στὰ 706,74 εὐρὼ(τελευταία τιμὴ τὴν ὥρα ποὺ γράφονταν τὸ κείμενο καθότι ἡ τιμὴ ἀνεβοκατεβαίνει συνεχῶς) τὸ κιλὸ ἐπὶ εἴκοσι ἕξι χιλιόγραμμα, βάση τῆς ἀρχαίας μονάδα μέτρησης μάζας τοῦ ταλάντου, καταλήγουμε στὸ συμπέρασμα ὅτι ὁ Ἀμοιβεὺς ἔπαιρνε τὸ ὑπέρογκο ποσὸ γιὰ μία του ἐμφάνιση 18.356 εὐρὼ δηλαδὴ σὲ ἑλληνικὲς δραχμὲς 6.254.807.
  Τὸ δεύτερο στιγμιότυπο τοῦ φημισμένου βίου του, ἀφορᾶ τὸν Ἀμοιβέα καὶ τὸν φιλόσοφο Ζήνων  Κιτιεύς. Ο Ζήνων φαίνεται ότι, υπήρξε θαυμαστής της τέχνης του κιθαρωδού Αμοιβέως και πιθανότατα και συχνός θαμώνας του θεατρικοῦ ακροατηρίου, εφόσον, οι εμφανίσεις του κιθαρωδού γίνονταν στο θέατρο του Διονύσου. Ο Πλούταρχος, ιερέας του Δελφικού μαντείου και γνωστός για το συγγραφικό του έργο περιέσωσε τα εξής σχόλια περί του ιστορικού αυτού γεγονότος ως εξής: «Καίτοι καὶ Ζήνωνά φασιν εἰς θέατρον ἀνιόντα κιθαρῳδοῦντος Ἀμοιβέως πρὸς τοὺς μαθητάς «Ἴωμεν» εἰπεῖν «ὅπως καταμάθωμεν οἵαν ἔντερα καὶ νεῦρα καὶ ξύλα καὶ ὀστᾶ λόγου καὶ ῥυθμοῦ μετασχόντα καὶ τάξεως ἐμμέλειαν καὶ φωνὴν ἀφίησιν».» (Πλουτάρχου Περὶ ἠθικῆς [443a]) μετάφραση: [Πράγματι ἀκόμα καὶ ὁ φιλόσοφος Ζήνωνας δήλωνε καθὼς ἀνέβαινε μὲ τοὺς μαθητές του πρὸς τὸ θέατρο - τοῦ Διονύσου κάτω ἀπὸ τὴν ἀκρόπολη τῶν Ἀθηνῶν - «Πᾶμε» εἶπε «γιὰ νὰ κατανοήσουμε πόση ἁρμονία καὶ μελωδικότητα ἀναδύουν οἱ ἐντέρινες χορδές, τὰ ξύλα καὶ τὸ ὀστέϊνο πλῆκτρο τῆς κιθάρας ὅταν μετέχουν σὲ μιὰ ρυθμικὴ σταθερὰ καὶ μιὰ εὐφωνία ποὺ προκύπτει ἀπὸ τὴν τήρηση τῶν κανόνων καὶ τῶν νόμων ὀρθὰ διαχωρισμένα ἀπὸ τὴν ἀνθρώπινη φωνή]. Σαφέστατα, ἐδῶ, ὁ Ζήνων ὁμιλεῖ περὶ τῆς κιθαρωδικῆς τέχνης καὶ τὴν δεξιοτεχνικὴν ἀκρίβεια ποὺ εἶχε ὁ μεγάλος κιθαρωδός στὶς καλλιτεχνικές του ἐμφανίσεις, ὅπου κέρδιζε τὴν ἀγάπη τοῦ ἀθηναϊκοῦ κοινοῦ μὲ τὸ ἐμπνευσμένο παίξιμο τῆς κιθάρας καὶ τοῦ τραγουδιοῦ του.
  Ἀπὸ τὰ συμφραζόμενα, ὁ Ἀμοιβεύς, ὑπῆρξε δεινὸς ἐκτελεστὴς τῶν μουσικῶν ἀκροαμάτων ποὺ ἀκόμα καὶ στοχαστὲς καὶ φιλόσοφοι διέκριναν τὴν ἀσκούμενη φύση ἡ ὁποία εἶχε ὡς ἀποτέλεσμα τὴν ἐπίτευξη τῆς τελειότητας στὴν κιθαρωδικὴ ἑρμηνεία του. Γι' αὐτό καὶ ὁ Ζήνων τὸν χρησιμοποίησε ὡς παράδειγμα πρὸς μίμησιν εἰς τοὺς μαθητάς τους, διὰ τὴν ἀριστείαν του.
 Τὸ τρίτο στιγμιότυπο συνδέεται μὲ τὸ προηγούμενο, καθότι, γνωστοποιεῖ τὴν πειθαρχημένη ζωὴ καὶ τὴν ἄσκηση ποὺ ἐκτελοῦσαν οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες ἐπαγγελματίες κιθαρωδοὶ γιὰ νὰ ἐπιτύχουν τὸ ἀπόλυτο τῆς τέχνης τους. Περὶ τούτου σημειώνει ὁ Κλήμεντας ὁ Ἀλεξανδρεύς τὰ ἑξῆς: «καὶ Ἀμοιβεὺς δὲ ὁ κιθαρωδός, νεόγαμος ὤν, ἀπέχετο τῆς νύμφης» (Κλήμεντος Ἀλεξανδρέως, Τὰ Εὑρισκόμενα Πάντα 436) μετάφραση: [καὶ ὁ Ἀμοιβεὺς ὁ κιθαρωδὸς ὄντας νεόνυμφος δὲν συνευρίσκετο μὲ τὴν γυναῖκα του]. 
  Ἀλλὰ καὶ ὁ Κλαύδιος Αἰλιανὸς ξεδιαλύνει τὴν κατάσταση, περιγράφοντας τον Αμοιβέα ὡς ἕναν ἐγκρατευτὴ "ἱερέα" τῆς μουσικῆς ἑρμηνείας γράφοντας χαρακτηριστικά: «Ἀμοιβεὺς ὁ κιθαρῳδὸς σωφρονέστατος ἐλέγετο καὶ γυναῖκα ὡραιοτάτην ἔχων μὴ ὁμιλεῖν αὐτῇ·» (Κλαύδιος Αιλιανός Ποικίλη Ιστορία παραγρ. 30) μετάφραση: [Ὁ κιθαρωδὸς Ἀμοιβεὺς ἔλεγαν ὅτι ἦταν σωφρονέστατος κι ἐνῶ εἶχε γυναῖκα πανέμορφη δὲν ὁμιλοῦσε, κοινῶς δὲν συνουσιάζονταν, μαζί της - ὅσο καιρὸ εἶχε καλλιτεχνικὲς ἐμφανίσεις].
 Ἡ μουσικὸς -φιλόλογος καὶ παπυρολόγος Ἄννι Μπελὶς (Annie Belis) ἀναζητῶντας λεπτομέρειες γιὰ τὴν καθημερινὴ ζωὴ τῶν μουσικῶν στὴν ἀρχαιότητα κατάφερε νὰ παραθέσει στὸ βιβλίο της πληροφορίες σπάνιες καὶ πρωτόγνωρες. Πιὸ συγκεκριμένα γιὰ τὸν Ἀμοιβέα τὸ Α' τὸν Ἀθηναῖο ἀφιερώνει μιὰ μικρὴ παράγραφο γράφοντας ὅτι, οἱ ἐπαγγελματίες κιθαρωδοὶ ζοῦσαν, κατὰ τὴν περίοδο τῶν ἐμφανίσεων τους, μὲ μιὰ σεξουαλικὴ ἐγκράτεια τοποθετῶντας, πολλὲς φορὲς ἀκόμα σφικτήρα στὸ γεννητικό τους ὄργανο, ἐπειδή, πιστεύονταν, πὼς ἡ κατανάλωση σπέρματος γιὰ τοὺς ἀθλητὲς καὶ τοὺς τραγουδιστὲς μείωνε σημαντικὰ τὴν ἀπόδοση τους. Ἀκόμα κι ἂν ἡ γυναῖκα τους ἦταν συναρπαστικὴ ὅπως τοῦ κιθαρωδοῦ Ἀμοιβέως τοῦ Α΄ ποὺ θεωρήθηκε  πρότυπο  ἐπαγγελματικῆς καὶ καλλιτεχνικῆς εὐσυνειδησίας. 
  Τοῦτο, δείχνει καὶ τὴν μεγάλη ἀπαίτηση τοῦ ἀθηναϊκοῦ κοινοῦ ποὺ φαίνεται ὅτι, ὑπῆρξε πεπαιδευμένο καὶ μὲ ἐπίπεδο. Ὁ ὑπεραμειβόμενος  καὶ περιζήτητος κιθαρωδός της Ἀθήνας ἔπρεπε κάθε φορά νὰ ἀποδεικνύει τὴν ἀξία του γιὰ νὰ κρατάει ψηλὰ τὸν πήχη τόσο τῆς φήμης του ὅσο καὶ τῆς ἀμοιβῆς του. Τὸ ὄνομα τοῦ Ἀμοιβεὺς ἀπὸ τὸ ρῆμα ἀμοίβω φαίνεται νὰ εἶναι περισσότερο καλλιτεχνικὸ ψευδώνυμο παρὰ βαφτιστικό του, ἀφοῦ δὲν συγκαταλέγεται ὡς ὄνομα στὸν κατάλογο τῆς Prosopographia attica τοῦ Ἀθανάσιου Κίρχερ.
  
 

  ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
-Πλουτάρχου, Περὶ ἠθικῆς ἀρετῆς
Κλαύδιου Αἰλιανοῦ, Ποικίλη ἱστορία, Claudii Aeliani  Aelian. Rudolf Hercher. In Aedibus B.G. Teubneri. Lipsiae, 1866.
Λωρέντης, Νικόλαος, Λεξικόν τῶν ἀρχαίων μυθολογικῶν, ἱστορικῶν καὶ γεωγραφικῶν κυρίων ὀνομάτων:  Ἐν Βιέννῃ της Αὐστρίας: Ἐκ τῆς Τυπογραφίας Ἀντωνίου Μπένκου, 1837
- Κλήμεντος Ἀλεξανδρέως, Τὰ Εὑρισκόμενα Πάντα, Clementis Alexandrini opera, quae extant, Recognita & Illustrata per Joannem Potterum, Episcopum Oxoniensem Ex Typographia Antonii Zatta, 1757
- ANNIE BELIS, Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ ΖΩΗ ΤΩΝ ΜΟΥΣΙΚΩΝ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ, ΕΚΔ. ΠΑΠΑΔΗΜΑ, ΑΘΗΝΑ, 2004
Δίων Χρυσόστομος, Λόγοι