Παρασκευή 24 Αυγούστου 2018



   ΆΡΑΤΟΣ Ο ΣΟΛΕΥΣ, Ο ΑΘΗΝΑΙΟΣ ΠΟΙΗΤΗΣ ΠΟΥ ΕΠΙΚΑΛΕΣΤΗΚΕ Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΠΑΥΛΟΣ ΣΤΗΝ ΟΜΙΛΕΙΑ ΤΟΥ ΣΤΟΝ ΑΡΕΙΟ ΠΑΓΟ
Έρευνα & συγγραφή Ιωάννης Βαφίνης

  Κατά το έτος 314 π.Χ. γεννιέται εις την πόλη Σόλους της Κιλικίας ο Άρατος. Ο Άρατος έζησε επί πολύ καιρό και σπούδασε στην Αθήνα αφού πρώτα μαθήτευσε στην Έφεσσο και την Κω. Οι σπουδές του επικεντρώθηκαν στην ύλη των μαθηματικών και της αστρονομίας. 
 Στην Αθήνα γνώρισε τον Ζήνωνα, ιδρυτή της στωικής σχολής. Παρόλο που εντάχθηκε στην μαθησιακή ομάς του Πραξιφάνη, του φιλοσόφου της περιπατικής σχολής, η στωική φιλοσοφία φαίνεται πως επέδρασε καταλυτικά στον περαιτέρω βίο του Αράτου. Μετά το πέρας της μαθητείας του, ο Άρατος, άρχισε να μελετά και να γράφει συγγράμματα. Το γνωστότερο εξ αυτών είναι το, Φαινόμενα και Διοσημεία.
Άρατος ο Σολεύς

  Το σύγγραμμα αυτό του Αράτου, θεωρούνταν γνωστό στους κύκλους των φιλοσόφων και σπουδαστών στο πανελλήνιο, για τουλάχιστον δύο αιώνες. Βεβαιώνεται μάλιστα ότι, το σύγγραμμα του Αράτου, ήταν γνωστό ή είχε μελετηθεί από τον Απόστολο των Εθνών Παύλο. 
   Ο Απόστολος Παύλος, στην επί του Αρείου Πάγου ομιλεία του, ευρισκόμενος εις την πόλη των Αθηνών, προσπάθησε να απευθυνθεί στο αθηναϊκό ακροατήριο με λόγιον τρόπο. Βλέποντας ο Παύλος να περιστοιχίζεται από δασκάλους της φιλοσοφίας και πάσης της επιστήμης, ενεθυμήθην τα λεγόμενα του Αράτου και τα ενσωμάτωσε στο κήρυγμα του. 
   Έτσι λοιπόν, για να δώσει μια βαθύτητα στο περιγραφικό του σχήμα, συνδύασε την ποιητική φράση του Αράτου με το χριστιανικό του κήρυγμα. Απ' τα συμφραζόμενα φαίνεται ότι ο Παύλος είχε βρει κοινά στοιχεία της αθηναϊκής φιλοσοφίας με τον χριστιανισμό. 
   Σύμφωνα λοιπόν με την Αγία γραφή, ο Παύλος είπε την εξής φράση: "ἐν αὐτῷ γὰρ ζῶμεν καὶ κινούμεθα καὶ ἐσμέν, ὡς καί τινες τῶν καθ᾿ ὑμᾶς ποιητῶν εἰρήκασι· τοῦ γὰρ καὶ γένος ἐσμέν. Γένος οὖν ὑπάρχοντες τοῦ Θεοῦ οὐκ ὀφείλομεν νομίζειν χρυσῷ ἢ ἀργύρῳ ἢ λίθῳ, χαράγματι τέχνης καὶ ἐνθυμήσεως ἀνθρώπου, τὸ θεῖον εἶναι ὅμοιον." (Πράξεις Αποστόλων 17.28) μετάφραση: [Διότι μέσα εις την θείαν αυτού παρουσίαν και αγαθότητα ζώμεν και κινούμεθα και υπάρχομεν, όπως και μερικοί από τους ποιητάς σας έχουν πει. Διότι είμεθα ιδικόν του γένος, πλασθέντες από αυτόν κατ' εικόνα αυτού και καθ' ομοίωσιν. Εφ' οσον λοιπόν είμεθα γένος του Θεού, δεν πρέπει να νομίζωμεν ότι η θεότης είναι ομοία με χρυσόν η με άργυρον η με μάρμαρον, με αγάλματα δηλαδή που έχουν χαραχθή με τέχνην και σύμφωνα με τας καλλιτεχνικάς επινοήσστου ανθρώπου.]
  Ωστόσο, το ποιητικό κείμενο του Άρατου από όπου δανείστηκε την φράση ο Απόστολος Παύλος είναι το εξής: "Ἐκ Διὸς ἀρχώμεσθα, τὸν οὐδέποτ' ἄνδρες ἐῶμεν ἄρρητον. Μεσταὶ δὲ Διὸς πᾶσαι μὲν ἀγυιαί, πᾶσαι δ' ἀνθρώπων ἀγοραί, μεστὴ δὲ θάλασσα καὶ λιμένες· πάντη δὲ Διὸς κεχρήμεθα πάντες. Τοῦ γὰρ καὶ γένος ἐσμέν."[1](στιχ. 1-5) (δες κάτωθι εικόνα από παλαιά έκδοση του συντάγματος).



 Βλέπουμε λοιπόν ότι, το «Ἐκ Διὸς ἀρχώμεσθα...πάντη δὲ Διὸς κεχρήμεθα πάντες. Τοῦ γὰρ καὶ γένος σμέν» [Άπό τον Δία κυβερνιόμαστε...και πάντες στο Δία οφείλουμε τα πάντα. Διότι και το γένος μας από αυτόν προέρχεται] το μετέτρεψε ο Παύλος σε "ἐν αὐτῷ γὰρ ζῶμεν καὶ κινούμεθα τοῦ γὰρ καὶ γένος ἐσμέν...Γένος οὖν ὑπάρχοντες τοῦ Θεοῦ..." [Διότι μέσα εις την θείαν αυτού παρουσίαν και αγαθότητα ζώμεν και κινούμεθα και υπάρχομεν...Διότι είμεθα ιδικόν του γένος, πλασθέντες από αυτόν κατ' εικόνα αυτού και καθ' ομοίωσιν[2]...Εφ' όσον λοιπόν είμεθα γένος του Θεού...]. Όταν όμως λέει ο Παύλος ότι ένας δικός σας ποιητής, δηλαδή Αθηναίος [3], αναφέρει πως το γένος των ανθρώπων εκ Θεού προέρχεται, εννοεί εκ του Θεού Διός.  Αυτό το διαβάζουμε στον πέμπτο στίχο του ποιητικού συγγράμματος "Φαινόμενα και Διοσημεία". Έτσι τα ερωτηματικά παραμένουν αναπάντητα για την υποτιθέμενη ταυτοποίηση του Απόστολου Παύλου περί του ονόματος του Θεού  με τον Ολύμπιο Δία..
 Επιπλέον, αναδιφώντας τα γραφόμενα του Ευσέβιου Παμφιλίας, ανακαλύπτουμε στο βιβλίο του "Ευαγγελικής Προπαρασκευής (ΛΟΓΟΙ ΙΕ')" ότι, ο Άρατος, ομιλώντας περί του Διός, ομιλεί περί του ιδίου Θεού του Αβραάμ, του Ισαάκ και του Ιακώβ αλλά ωσαύτως και του Θεού του Ορφέα, του Σωκράτη, του Πλάτωνα και όλων των Ελλήνων φιλοσόφων.


ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

[1]Την συγκεκριμένη δογματική άποψη την υιοθέτησε ο Άρατος, επακριβώς από τον «Εις Δία» ύμνο του στωικού φιλοσόφου Κλεάνθη. Είναι ξεκάθαρη λοιπόν η επιρροή της στωικής φιλοσοφίας στα επιστημονικά σχόλια του Άρατου. Ο Ευσέβιος γράφει για τους Στωικούς ότι κλέβουν περί Θεού τα εξής: "Φάσει γαρ σώμα είναι τον Θεόν οι Στωικοί και πνεύμα κατ' ουσίαν, ώσπερ αμέλει και την ψυχήν". Επιπλέον, κάποια στοιχεία αποδίδουν την πατρότητα των λεγομένων του Άρατου στον προφήτη Επιμενίδη τον Κρητικό που έζησε στα αρχαϊκά χρόνια. Ο Επιμενίδης υπήρξε φίλος του νομοθέτη Σόλωνα του Αθηναίου που τον είχε καλέσει για να καθαρίσει την Αθήνα από έναν θανατηφόρο λοιμό. Έτσι, ο Επιμενίδης παρέμεινε στην μνήμη των Αθηναίων ως ένα θρυλικό πρόσωπο και ίσως-ίσως να διατηρούνταν για πολλούς αιώνες τα σοφά αποφθέγματα του μέσα στους κόλπους της αθηναϊκής φιλοσοφίας.
[2] Σύμφωνα με την ελληνική μυθολογία ο Δίας ήταν ο πατέρας των θεών και πλάστης των ανθρώπων. 
[3] Ενώ ήταν γνωστό, ότι ο Άρατος ήταν από τους Σόλους της Κιλικίας, ο Παύλος τον κατονομάζει ως Αθηναίο. Γι' αυτό μπορεί δύο τινά να σημειωθούν, ή την ευρύτερη γνώση του Απόστολου στην Γεωγραφία της εποχής του, η οποία κατέγραφε τους Σόλους της Κιλικίας ως αποικία των Αθηναίων, η την εκ θείας φώτισης ορθή τοποθέτηση. Ωστόσο, μια ετέραν άποψη θέλει όλους τους σπουδάσαντες εις την πόλη των Αθηνών ως φέροντες τον τίτλο των Αθηναίων φιλοσόφων. 

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ 
-ΆΡΑΤΟΣ, ΦΑΙΝΟΜΕΝΑ ΚΑΙ ΔΙΟΣΗΜΕΙΑ, εκδ.  Ληψεία 
-Ευσέβιος Παμφιλίας,  Ευαγγελικής Προπαρασκευής (ΛΟΓΟΙ ΙΕ'), εκδ.  OXONII E TYPOGRAPHIO ACADEMICO 
-Καινή Διαθήκη, κεφ. πράξεις των Αποστόλων 

Τετάρτη 8 Αυγούστου 2018


ЭIЄ
Ο ΑΓΙΟΣ ΑΘΗΝΑΓΟΡΑΣ Ή ΑΘΗΝΟΓΕΝΗΣ ΣΥΝΘΕΤΗΣ ΤΟΥ 
ΕΠΙΛΥΧΝΙΟΥ ΥΜΝΟΥ
Έρευνα & συγγραφή Ιωάννης Βαφίνης 
  Εις την ένδοξη πόλη των Αθηνών γεννιέται, κατά τους πρώτους χριστιανικούς αιώνες, μια ιδιαιτέρως λαμπρή προσωπικότητα της χριστιανικής πίστεως. Πρόκειται για τον Αθηναγόρα τον απολογητή, άγνωστον στους πολλούς.
  Ο Αθηναγόρας έζησε στην γενέτειρα του την Αθήνα, στα τέλη του 2ου αιώνα κι υπήρξε σύγχρονος του Ρωμαίου αυτοκράτορα Μάρκου Αυρήλιου. Σπούδασε στα πανδιδακτήρια των Αθηνών και αργότερα έγινε δάσκαλος της φιλοσοφίας. Μυημένος στα βαθιά νοήματα της φιλοσοφίας, θεώρησε εκ πρώτης την χριστιανική πίστη ως αδόκιμον πίστη. 
 Έπειτα από μια υστερόβουλη διάθεση που τον ωθούσε να συγγράψει κάτι απαξιωτικό για τον χριστιανισμό μία δεύτερη σκέψη τον οδήγησε στην επιμελής ανάγνωση των χριστιανικών κειμένων και δη της Αγίας Γραφής με αποτέλεσμα να ανατραπεί άρδην η κακή προαίρεση του για την χριστιανική πίστη.
 Η μεταστροφή του αυτή τον οδήγησε σε μια βαθιά πίστη για τον Ιησού Χριστό. Αφότου, λοιπόν, βαπτίστηκε χριστιανός συνέχισε παραλλήλως να διδάσκει την αθηναϊκή φιλοσοφία σε πόλεις και κωμοπόλεις του ελληνισμού. Ήταν τόσο ευδιάκριτα υψηλή η φιλοσοφική κατάρτιση του Αθηναγόρα, τόσο στην Πλατωνική όσο και Στωική φιλοσοφία, ώστε κατόρθωσε να επηρεάσει όλους τους ομότεχνους φιλοσόφους της εποχής του.
 Ως πρότερος εθνικός, παρότι ήθελε εκ πρώτης να συγγράψει μίδρους εναντίον των χριστιανών, ω του θαύματος, μετατράπηκε στον πιο εγκάρδιο υποστηρικτή της χριστιανικής πίστεως. Μάλιστα, κατά την περίοδο των μεγάλων διωγμών του χριστιανισμού, συνέγραψε μια απολογία υπέρ της χριστιανικής πίστεως την οποίαν απέστειλε στον Ρωμαίο αυτοκράτορα Μάρκο Αυρήλιο.

Ο Άγιος Αθηναγόρας ή Αθηνογένης, ο Αθηναίος, ο απολογητής 

  Ο Αθηναγόρας ήταν πνευματώδης και πολυγραφότατος.  Ως προς τούτο, πρέπει να θεωρηθεί ένας από τους πρώτους πατέρες της εκκλησίας, μετά του Αγίου Ιεροθέου και Διονυσίου, που ανέπτυξε βαθιές θεολογικές θεωρήσεις περί της θεότητος και ενότητος της ουσίας, περί της διαστολής των τριών προσώπων της αγίας Τριάδος, περί της γενέσεως του Λόγου και της εκπορεύσεως του Αγίου Πνεύματος. Το βιβλίο του, που εμπεριέχει τις εν λόγω νουθεσίες, έχει τον τίτλο "Περί της Αγίας Τριάδος, και της θεότητος του Ιησού Χριστού".
  Επιπλέον, από τα συμφραζόμενα, μας παρέχετε η χρήσιμος πληροφορία περί της επωνυμίας του συνθέτη της παλαιοτέρας διασωθείσας υμνωδίας του χριστιανικού λειτουργικού μέλους προς την Αγία Τριάδα που φέρει την ονομασία, Φως ιλαρόν ή Επιλύχνιος ύμνος ή Επιλύχνιος Ευχαριστία. Οι διασωθέντες πληροφορίες αναδεικνύουν ως συνθέτη του ύμνου κάποιον οσιομάρτυρα επονόματι Αθηνογένη.
 Η ταυτοποίηση του δημιουργού της υμνωδίας, μάρτυρα Αθηνογένη, με το πρόσωπο του Αγίου Αθηναγόρα, εμπίπτει εκ της πληθώρας συμπερασμάτων του θεολόγου Κωνσταντίνου Κοντογόνου στο βιβλίο του "Φιλολογική και Κριτική ιστορία".
 Ο θεολόγος Κ. Κοντογόνος εκθέτοντας τις μαρτυρίες ξένων κριτικών της θεολογίας, όπως αυτές του Cesare Cardinal Baronius (1538–1607) και του Tillemontis, αφήνει να εννοηθεί η ταυτοποίηση του Αγίου Αθηναγόρα με τον οσιομάρτυρα Αθηνογένη που συνέθεσε τον ύμνο. Λέγεται, μάλιστα, ότι η μελοποίηση του ύμνου συντελέστηκε λίγο πριν τον μαρτυρικό του θάνατο εις το όνομα της Αγίας Τριάδας. Ιδού και τα σχόλια του θεολόγου Κοντογόνη στην κάτωθι φωτογραφία:


   Επειδή, τα μόνα στοιχεία που δίδονται για τον Αθηνογένη προέρχονται από τον Άγιο Βασίλειο Καισαρείας, οι πρώιμοι μελετητές του 19ου αιώνος κατέληξαν στο συμπέρασμα πως πρόκειται για το ίδιο πρόσωπο με παραλλαγή του ονόματος σε Αθηναγόρα του λεγόμενου και φιλοσόφου. Μάλιστα, η ετυμολογία του ονόματος Αθηνογένης είναι συνθέτη και αναφέρεται σε άτομο με προέλευση εκ του Αθηναϊκού γένους, όπως πράγματι ήταν η καταγωγή του Αθηναγόρα.
 Εν ταύτα, οι εξαίσιοι ποιητικοί στίχοι, της πρώιμης χριστιανικής υμνωδίας, εγγεγραμμένοι στην κοινή ελληνική, ήτοι την αττικήν διαλεκτική γλώσσα των Αθηνών της ελληνορωμαϊκής περιόδου, μαρτυρούν κάποιον δημιουργό ποιητή, εξ Αθηνών, με υψηλή μόρφωση και φωτισμένο από την θεία χάρη της Παναγίας Τριάδος. Ιδού, λοιπόν, παραθέτω αυτούσιους του στίχους του πρώτου και αρχαιοτέρου διασωθέντος χριστιανικού ύμνου που χρησιμοποιούν έτι σήμερον στις θείες λειτουργίες του ελληνορθόδοξου τελετουργικού, κυρίως δε στις προηγιασμένες:
ΦΩΣ ΙΛΑΡΟΝ ή ΕΠΙΛΥΧΝΙΟΣ ΥΜΝΟΣ


Φῶς ἱλαρὸν ἁγίας δόξης ἀθανάτου Πατρός,
οὐρανίου, ἁγίου, μάκαρος, Ἰησοῦ Χριστέ,
ἐλθόντες ἐπὶ τὴν ἡλίου δύσιν, ἰδόντες φῶς ἑσπερινόν,
ὑμνοῦμεν Πατέρα, Υἱόν, καὶ ἅγιον Πνεῦμα, Θεόν.
Ἄξιόν σε ἐν πᾶσι καιροῖς ὑμνεῖσθαι φωναῖς αἰσίαις,
Υἱὲ Θεοῦ, ζωὴν ὁ διδούς· διὸ ὁ κόσμος σὲ δοξάζει.


    Οφείλω να είπω, εν τάχει, ότι την εποχή που μελοποίησε ο Άγιος Αθηναγόρας τον ύμνο προς την Αγία Τριάδα δεν υπήρχε το βυζαντινό μέλος ήτοι βυζαντινή ωκτάηχος. Οι μελουργίες των πρωτοχριστιανών υμνωδών, βασίζονταν στην θεωρητική και πρακτική επιστήμη της αρχαίας ελληνικής μουσικής. 
 Ο Άγιος Αθηναγόρας πεπαιδευμένος στην πλατωνική σχολή οικειοποιήθηκε τους αρχαίους ελληνικούς αρμονικούς νόμους και ίσως και την αλφαβητική παρασημαντική μουσική γραφή για να συνθέσει την μελωδική γραμμή του ύμνου πάνω σ' ένα ιαμβικό πόδα δεκαπεντασύλλαβου μετρικού συστήματος και έπειτα να την διασώσει.
  Οι μειώσεις και οι προσαυξήσεις, της μετρικής ακολουθίας των στίχων, είναι πασιφανές ότι απομιμούνται τους μετρικούς πόδες της ομηρικής ποίησης. Άλλωστε, οι πρώτοι διασωθέντες θρησκευτικοί ύμνοι, της παγκοσμίου ποιητικής ιστορίας, ανήκουν παραδεδεγμένα στον ραψωδό Όμηρον[1].
  Εν ολίγοις, η παλιά μελωδική κλίμακα του Επιλύχνιου ύμνου βασίζονταν στην διατονικού γένους ιωνική ή ιαστί αρμονία, την κατά άλλους λυδίου τρόπου, που ταυτίζεται σήμερα, στο ευρωπαϊκό μουσικό σύστημα, με την πρότυπο κλίμακα της Ντο μείζων (ματζόρε). Στην σημερινή μορφή της υμνωδίας συνεκτελούνται και ορισμένοι χρωματικοί φθόγγοι προστιθέμενοι κατά την διάρκεια της μεταβυζαντινής περιόδου.
  Ως αναφοράν την ρυθμική αγωγή, σύμφωνα με την μεταγραφή που διεξήχθη στο ευρωπαϊκό πεντάγραμμο, αποδίδεται με τον τετράσημο ρυθμό προεικονίζοντας έτσι την εξελικτική μορφή μιας μεσαιωνικής θρησκευτικής καντάτας. 

Η καταγραφή του Επιλύχνιου ύμνου στο ευρωπαϊκό σύστημα σημειογραφίας δημοσιεύτηκε από τους μουσικολόγους ερευνητές
Α.  Ρεμαντά και Π. Δ.  Ζαχαρία σε μορφή διφωνίας και ρυθμό τετράσημο 

Στο εικονίδιο βλέπουμε μια μεταγραφή, στην Αγγλική,
του Επιλύχνιου ύμνου ή Φως Ιλαρόν μετατρεπόμενο αγγλιστί 
σε Gladsome Light. Ο ρυθμός είναι σε 4/4 και η μελωδία 
παίζετε σε διφωνία. 

  Ειρήσθω εν παρόδω, εφόσον τελικά, ο Αθηναγόρας, σύμφωνα με τους παλαιούς θεολόγους μελετητές, ταυτίζεται με τον Αθηνογένη, τότε, βεβαιούται ότι είναι αυτός που μελοποίησε τον Επιλύχνιο ύμνο ή Φως Ιλαρόν λίγο πριν το μαρτυρικό του θάνατο κατά τον 2ο αιώνα μ.Χ. 
 Έτσι λοιπόν, μαθαίνουμε ότι, η ζωή του Αγίου Αθηναγόρα τελείωσε στην Σεβαστεία της Μ. Ασίας με μαρτυρικό θάνατο, καιόμενος στην πυρά, εις το όνομα του Ιησού Χριστού. Η ελληνορθόδοξη εκκλησία τον ανακήρυξε Άγιο και η μνήμη του τιμάτε στις 24 Ιουλίου.

ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[1]Ο Αθηναγόρας ή Αθηνογένης σπουδάζοντας την πλατωνική φιλοσοφία, διδάχτηκε τον Όμηρον και τους αρμονικούς νόμους της αρχαίας ελληνικής μουσικής θεωρίας. Δεδομένου τούτου θα έπρεπε να γνώριζε την κρούση της αρχαίας λύρας του Απόλλωνος. Πάνω στην αρχαιοελληνική λύρα, όπως μαρτυρά ο Άγιος Βασίλειος, συνέθεταν οι πρώτοι χριστιανοί τους ύμνους τους προς τον Θεόν. Από τα συμφραζόμενα προκύπτει η προσπάθεια του Αγίου Αθηναγόρα, αυτού του άρτιου πρωτοχριστιανού θεολόγου,  να βαδίσει τον δρόμο ενός ελληνοχριστιανικού δόγματος με ορισμούς που να εκπηγάζουν από τους Αθηναίους φιλοσόφους,  τον Πλάτωνα, τον Αριστοτέλη, τους Στωικούς κλπ. Φαίνεται, ωστόσο,  ότι η ανθρωπότης δεν ήταν έτοιμη για ένα τόσο μεγάλο βήμα...

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
-ΦΙΛΟΛΟΛΟΓΙΚΗ ΚΑΙ ΚΡΙΤΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ, Κωνσταντίνου Κοντογόνου, Εν Αθήναις, 1851 τόμος Α'.
-Ορθόδοξος Συναξαριστής, Εν Αθήναις