Παρασκευή 13 Ιουλίου 2018



ΟΙ ΑΘΗΝΑΙΟΙ ΦΙΛΟΣΟΦΟΙ ΔΙΠΛΑ ΣΤΗΝ ΥΠΕΡΑΓΙΑ ΘΕΟΤΟΚΟ ΣΕ ΑΓΙΟΓΡΑΦΙΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΟΡΟΥΣ
Έρευνα & συγγραφή Ιωάννης Βαφίνης
  Στην ανθρώπινη ιστορία, κατά καιρούς, έχουν συμβεί πολλές παρεκτροπές με αποτέλεσμα τον εκτροχιασμό της διανοητικής εξέλιξης του έμβιου όντος που ονομάζεται άνθρωπος. Οι παρεκτροπές αυτές της ιστορίας, άλλοτε μεγάλες κι άλλοτε μικρές, επέδρασαν και επιδρούν με τρόπο υποδόριο και παραπλανητικό για τον μελετητή, τον σπουδαστή τον κάθε απλό άνθρωπο που προσπαθεί να διαπιστώσει την ορθότητα του πιστεύω του. Η φιλοσοφία υπήρξε το πρώτο και ελπιδοφόρο βήμα της ανθρώπινης διανόησης για έναν καλύτερο κόσμο. 
   Το φιλοσοφείν, έλκει τις ρίζες του στην κοσμοξάκουστη πόλη των Αθηνών, όπου γεννήθηκε και ελαμπρύνθει. Εις τας λιπαράς Αθήνας, λοιπόν, γεννήθηκε το ιερό δένδρο της φιλοσοφίας και η ανθοφορία του επέφερε πληθώρα πολυποίκιλων καρπών. Οι Αθηναίοι αγκάλιασαν με θέρμη την μελέτη και την σπουδή των φιλοσοφικών αποφθεγμάτων, με κορυφαίους εκπροσώπους της κλασσικής περιόδου, τον  Σόλωνα, τον Αισχύλο, τον Σοφοκλή, τον Ευριπίδη, τον Σωκράτη, τον Πλάτωνα, τον Ξενοφών, τον Χαρμίδη τον κυνικό, τον Κριτία, τον Αριστοτέλη κ.α.  
Η ακαδημία του Πλάτωνος, σύμφωνα με το ζωγραφικό
 πίνακα του Ραφαήλ
  Με την παρέλευση των αιώνων, και καθώς η Αθήνα είχε πλέον γίνει το κέντρο της παιδείας και της φιλοσοφίας, πολλές φιλοσοφικές τάσεις εμφανίστηκαν επί των εδαφών της και πλήθος ενδιαφερομένων εισήλθαν δια να τις σπουδάσουν. Κατά τους χρόνους της διάδοσης του χριστιανισμού, η φιλοσοφία παρέμεινε στην Αθήνα η ζωτικότερη πνευματική ενασχόληση των Αθηναίων αλλά και των παρεπιδημούντων σπουδαστών.    
  Τόσο μέγιστος υπήρξε ο έρως των Αθηναίων πολιτών προς το φιλοσοφείν και αναζητείν δια κάτι το επιστημονικώς νεότερο, ούτως ώστε καθημερινώς συνευρίσκονταν στην αγορά και φιλοσοφούσαν. Τούτο επιβεβαιώνεται εις τις πράξεις των Αποστόλων (ιζ΄ 21) με την περιγραφή που καταθέτει ο Έλληνας Απόστολος Λουκάς, στο εξής σχόλιο: "Ἀθηναῖοι δὲ πάντες καὶ οἱ ἐπιδημοῦντες ξένοι εἰς οὐδὲν ἕτερον εὐκαίρουν ἢ λέγειν τι καὶ ἀκούειν καινότερον."  [Πάντες οι Αθηναίοι και οι ξένοι που διέτριβαν εν τη πόλει για τίποτε άλλο δεν ευκαιρούσαν από το να λέγουν και να ακούν κάτι το καινούργιο]. 
   Οι σχέσεις της φιλοσοφίας και της χριστιανικής διδασκαλίας δεν φάνηκε, ευθύς εξ αρχής, να παρουσιάζει κάποια σφόδρα αντιπαράθεση. Η νοοτροπία της φιλοσοφικής σκέψης που έφτανε στα συμπεράσματα της κατόπιν ωρίμου διαλόγου, υποβαλλόμενου σε κανόνες. Αντίθετα, το δημοκρατικό πολίτευμα απέτρεπε κάθε νέο δόγμα το οποίον θεωρούσε ως εισβολή καινών δαιμονίων και χαρακτηρίζονταν ποινικά κολάσιμο. Πάραυτα, ο Απόστολος των εθνών Παύλος δεν εκδιώχθηκε ούτε φυλακίστηκε παρά μόνο από λίγους οπαδούς των φιλοσοφικών σχολών απαξιώθηκε και χλευάστηκε αποδίδοντας τον τίτλο του σπερμολόγου. Αυτό ήταν δυνατό να συμβεί σε ορισμένες φιλοσοφικές συζητήσεις των Αθηναίων ομιλούντων της αγοράς, όπως άλλωστε μαθαίνουμε και για τις άγριες διενέξεις του Σωκράτους με αντιφρονούντες συζητητές.
   Παρά την εκούσια προσχώρηση αρκετών επιφανών Αθηναίων στην χριστιανική πίστη η πόλη παρέμεινε το κέντρο της παιδείας και της φιλοσοφικής διδαχής. Ωστόσο, πολύ από αυτούς τους χριστιανούς Αθηναίους, με ευγενική καταγωγή και υψηλό δείκτη μόρφωσης, έχυσαν το αίμα τους εις το όνομα του Ιησού Χριστού. Ήταν τότε όπου η Ρώμη επέβαλλε στην Ευρώπη την Pax Romana, μια πανθεϊστική αυτοκρατορία του επεκτατισμού (ιμπεριαλισμού) και του άκρατου φιλήδονου υλισμού που απαξίωνε την υπόσταση του ανθρώπου. Το χριστιανικό πνεύμα ήταν το μόνο που αντιτάχθηκε σ'αυτή τη στυγνή δικτατορία γι'αυτό γνώρισε και τους μεγαλύτερους διωγμούς.  
 Όταν όμως κατά τον 3ο αιώνα ο Μ. Κωνσταντίνος θέσπισε τον νόμο της ανεξιθρησκίας όλα άλλαξαν. Οι χριστιανοί βρήκαν την νομική προστασία που τους άρμοζε και μια νέα περίοδος άρχισε να ανατέλλει. Μέσα σ' έναν αιώνα ο χριστιανισμός έγινε η κύρια θρησκεία της αυτοκρατορικής ηγεσίας αλλά και στο μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού της πρωτεύουσα, την επονομαζόμενη Κωνσταντινούπολη ή Νέα Ρώμη. Η νέα πόλη  της Ανατολικής Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, απομιμούμενη τον πρωταγωνιστικό χαρακτήρα της άλλοτε αρχαίας Αθηναϊκής ηγεμονίας, χτίστηκε με την προϋπόθεση να γίνει το επίκεντρο της νέας θρησκείας. Οι αλλεπάλληλες αναταραχές και δολοπλοκίες του βαθύ κράτους οδήγησαν ορισμένους αυτοκράτορες σε ακραίες κι απάνθρωπες ενέργειες.  
  Στην Αθήνα, από τότε που καταλύθηκε η Pax Romana, η ζωή είχε αλλάξει πολλές φορές άλλοτε προς το καλό κι άλλοτε προς το χειρότερο. Όμως, η χριστιανική κοινότητα και οι φιλοσοφικές σχολές συντηρούσαν την παρουσία τους χωρίς κάποια επουσιώδη αντιπαράθεση. Ως παράδειγμα, της αλληλοπεριχώρησης των δύο ετερόχρονων δεοντολογιών, είναι ευδόκιμο να τεθούν οι δύο μεγάλοι ιεράρχες και πατέρες της ελληνορθόδοξης χριστιανικής εκκλησίας, ο Άγιος Βασίλειος κι ο Άγιος Γρηγόριος. Αμφότεροι, ήλθον εις τας Αθήνας, από την Καππαδοκία, για να σπουδάσουν στην Ακαδημία των Αθηνών. Κατά την παρεπηδημίαν τους εγνωρίσθηκαν με την κοινότητα των Αθηναίων χριστιανών και άμεσα πίστευσαν στον Ιησού Χριστό. 
  Ένα επιπλέον παράδειγμα μπορεί να θεωρηθεί η πληροφορία που θέλει τους πρώτους χριστιανούς να τιμούν ως άγιους ορισμένους από τους Αθηναίους φιλοσόφους της κλασσικής εποχής, όπως φερειπείν τον Σωκράτη, του οποίου είχαν φτιάξει και εικόνα που την λιτάνευαν. 





Οι Έλληνες σοφοί αγιογραφημένοι εις τον τρούλο
του ιερού ναού της Παναγίας της Πορταΐτισας στην Μονή Ιβήρων 
Αγίου Όρους. Μάλιστα πλαισιώνουν την έντονη Θεοτόκο κρατώντας ειλητάρια με θεολογικές προρρήσεις. Πρώτος ο Σόλων ο Αθηναίος, ακολουθούν ο Πλούταρχος, ο Πλάτωνας ο Αθηναίος , ο Αριστοτέλης και τέλος ο Αθηναίος τραγωδός Σοφοκλής.
 Η παρουσία των φιλοσοφικών σχολών στην Αθήνα, για κάποιον ανυπόστατο λόγω παρόργισε την αυτοκρατορική αυλή του Βυζαντίου και κάποια στιγμή, ο αυτοκράτορας Θεοδόσιος εξ αφορμής της δήθεν επαναφοράς των ειδωλολατρικών και παγανιστικών εθών έκλεισε τις φιλοσοφικές σχολές των Αθηνών και εκδίωξε πάντες τους διδασκάλους. Η ταφόπλακα τοποθετήθηκε αργότερα με την γνωστή στους εκκλησιαστικούς κύκλους ποιητική αναφορά των Χαιρετισμών της Υπεραγίας Θεοτόκου κατά των ποιητών και φιλοσόφων της αρχαίας ελληνικής γραμματείας που είχαν πλέον ονομασθεί Αθηναίοι. Ιδού και οι στίχοι που ψάλλονται την τέταρτη Παρασκευή των Χαιρετισμών:
Χαῖρε, ὅτι ἐμαράνθησαν οἱ τῶν μύθων ποιηταί.
Χαῖρε, τῶν Ἀθηναίων τᾶς πλοκᾶς διασπώσα
Χαῖρε, τῶν ἁλιέων τᾶς σαγήνας πληροῦσα.
Χαῖρε, βυθοῦ ἀγνοίας ἐξέλκουσα
Χαῖρε, πολλούς ἐν γνώσει φωτίζουσα.
Χαῖρε, ὀλκᾶς τῶν θελόντων σωθῆναι
Χαῖρε, λιμήν τῶν τοῦ βίου πλωτήρων.
   Για την πιστοποίηση του ιστορικού συμβάντος που περιγράφεται στους στίχους δεν έχουν δωθεί περαιτέρω θεολογικές εξηγήσεις, παρά μόνον ένα γεγονός περί του οποίου εξιστορείται ο ερχομός του αποστόλου Φιλίππου στην Αθήνα, μετά του Παύλου. Εκεί μόνο γίνεται αναφορά περί της διαμάχης μεταξύ του Αποστόλου Φιλίππου έναντι ορισμένων φιλοσόφων, οι οποίοι όμως εκάλεσαν των αρχιερέα των Ιουδαίων για να επιληφθεί του θέματος. Τι δουλειά είχε άραγε ο ιουδαίος αρχιραββίνος με τους Έλληνες φιλοσόφους; μήπως οι φιλόσοφοι αυτοί ήσαν παρεπιδημούντες και όχι γνήσιοι Αθηναίοι;; δεν θα το μάθουμε ποτέ αλλά βεβαιώνεται από τα συμφραζόμενα. Ουδείς Αθηναίος με το αρχαίον ελληνικόν φρόνημα που διακατείχε την παλαιότατη γενιά των Ιαόνων - Ιώνων δεν θα συνεργάζονταν με τους Εβραίους. 
 Εν τέλει με την θεία επενέργεια κατατροπώθηκε η μερίδα των (Αθηναίων;) φιλοσόφων και των Εβραίων συναγωγών μετά του αρχιερέως τους Ανανία που άνοιξε η γης ένα μέγα χάσμα και τον κατάπιε. Μάλλον αυτή η ιστορία θα μπορούσε να επεξηγήσει την διάσπαση των πλοκών της φιλοσοφίας και τον μαρασμό της μυθικής εποποιίας με την επενέργεια της Παναγίας βοηθού του Αποστόλου Φιλίππου. Αυτό μπορεί συνάμα να αιτιολογεί και την μεγάλη λατρεία που είχαν οι Αθηναίοι στην Παναγία Θεοτόκου, έτσι ώστε δια αυτήν γέμισαν την πόλη αλλά και την Αττική με εκκλησίες, μονύδρια και μοναστήρια στο όνομα της. Έπειτα, δίχως δισταγμό την ανακήρυξαν πολιούχο της πόλεως και την τοποθέτησαν ως βασίλισσα στο ακροκεντρικό σημείο των Αθηνών όπου υπήρχε η πανάρχαια ακρόπολις. Εκεί στον Παρθενώνα, όπου είχε χτιστεί για μια άλλη Παρθένο την Αθηνά έλαβε την θέση που την ανέμενε. Καμία αντίδραση δεν φάνηκε να σημειώνεται κατά την μετάβαση αυτή από την πρώην προστάτιδα Παλλάδα Αθηνά.   
 Όμως απ' τα πρώιμα χρόνια της διάδοσης του χριστιανισμού η Παναγία Θεοτόκος είχε δείξει την ιδιαίτερη συμπάθεια στο πρόσωπο δύο Ελλήνων ιεραρχών, του Αγίου Ιεροθέου και του Αγίου Διονυσίου του Αρεοπαγίτου, τους οποίους συγκαλέσας, μετά θαυματουργικού τρόπου μετέβησαν εις τα Ιεροσόλυμα στον τόπο της Κοιμήσεως της (έχω αναφερθεί σε προηγούμενο κεφάλαιο περί αυτού του υπερβατικού γεγονότος).
 Η Υπεραγία Θεοτόκο λέγεται ότι, εν τέλει, αγκάλιασε τους Αθηναίους φιλοσόφους και δια τούτο στην μονή Ιβήρων οι τοιχογραφίες του νάρθηκα της, που είναι του 1774, απεικονίζουν αρχαίους Αθηναίους σοφούς και βασιλείς της αρχαιότητας. Ιδού, τι μας λέγει δια αυτό ο Φερδινάνδος Γρηγορόβιος στο βιβλίο του "Ιστορίας της πόλεως των Αθηνών κατά τους μέσους χρόνους" (τομος Α' εν Αθήναις 1904)": "Ἐπειδὴ δὲ ὁ ὔμνος οὖτος πρὸς τὴν Παναγίαν, εἴς τῶν ὡραιοτάτων ἐν τῇ πλουσίᾳ ὑμνολογίᾳ τῶν Βυζαντίνων, ἔτυχεν ἐν τῆ καθ' ὅλου ἑλληνικῇ ἐκκλησίᾳ ὑποδοχῆς  ἐνθουσιώδους, δικαιούμεθα νὰ εἱκάσωμεν, ὅτι ἤδη ἐν τῖς χρόνοις τοῦ αὐτοκράτορος Κώνσταντος καὶ ἡ χριστιανικὴ ἐν τῷ Παρθενῶνι κοινότης τῶν Ἀθηναίων ὔμνει τὴν διάδοχον τῆς Παλλάδος ὠς διασπάσασαν τὰ θεῖα ἔργα τῆς μεγαλοφυίας των προγόνων δίκην πλοκῶν σαγηνευτικοῦ δόλου τῶν δαιμόνων. Ἐδέησε δὲ νὰ παρέλθωσιν αἰῶνες, ἔως ἡ ἑλληνικὴ ἐκκλησία ἀξιώσῃ τοὺς μεγάλους φιλοσόφους καὶ ποιητὰς τῶν ἀρχαίων χρόνων τῆς τιμῆς, ἵνα καταλάβωσι θέσιν θεραπόντων ἐν τῇ συνοδίᾳ τῆς Θεομήτορος. Οὕτω δὴ παρατηροῦνται ἐν τῷ τρούλλῳ τῆς ἀγιορειτικῆς μονῆς τῶν Ἰβήρων, ἐν ᾧ ἡ ἐπὶ θρόνου καθημένη Παρθένος περιστοιχίζεται οὐ μόνον ὑπὸ ἀγγέλων, προφητῶν καὶ ἀποστόλων, ἀλλὰ καὶ ὑπὸ Σόλωνος τοῦ Ἀθηναίου, τοῦ Χείρωνος, τοῦ Πλάτωνος καὶ τοῦ Ἀριστοτέλους, τοῦ Σοφοκλέους, του Θουκυδίδου καὶ τοῦ Πλουτάρχου. Ὑπῆρξε δὲ τοῦτο ὑποχώρησις εἰς τήν ἀθάνατον ἀξίαν τῆς ἑλληνικῆς ἐπιστήμης καὶ μέγα βῆμα πρὸς τὴν ἀναγέννησιν αὐτῆς ἐν τῇ ἐξελίξει τοῦ χριστιανικοῦ κόσμου." (Δες κάτωθι εικόνες από τον πρώτο τόμο του βιβλίου). 


   Εν κατακλείδι οφείλουμε να επισημάνουμε την μη παραδεκτή εκ των πολλών αλλά την κατ' ουσίαν μακραίωνη και αλληλένδετη συμπόρευση της χριστιανικής πίστης μετά των Προσωκρατικών και Σωκρατικών φιλοσόφων όπως αποδεικνύουν πλήθος κρυμμένες αναφορές. Παρά το ότι αρκετοί έχουν συγγράψει δια τον συγκερασμό ή την αλληλοπεριχώρηση των δύο πλευρών κανείς ακαδημαϊκός φορέας δεν το έχει λάβει υπόψιν του. Κι ενώ η ιστορία περιμένει να δώσει μια λύση στο σκοτεινό τοπίο αυτής της υποθέσεως, κανείς σοβαρός μελετητής δεν μπορεί να αναιρέσει την τεράστια προσφορά των αρχαίων Ελλήνων σοφών στην επιστημονική κατάρτιση των δογματικών κανόνων που έθεσαν, εν ευθέτω χρόνω, οι πατέρες της εκκλησίας. 
  Έτσι, γίνεται εμφανές ότι το χριστεπώνυμο πλήρωμα της εκκλησίας ωφελήθηκε και δεν ζημιώθηκε από του αρχαίους Έλληνες σοφιστές. Άρα, η Χριστιανική εκκλησία και δη η Ελληνορθόδοξος θα πρέπει να τους τιμάει με ιδιαίτερη λατρεία και να μην τους υποτιμά...






Ιδού οιι Έλληνες σοφοί αγιογραφημένοι στον εξωνάρθηκα
 της εκκλησίας του Αγίου Ιωάννου Γαργαρέττας στην Αθήνα.
 Η αγιογράφιση συντελέστηκε υπό του Δημητρίου Καφή 
κατά το μέσον της δεκαετίας του 1930.
ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
Η μονή Ιβήρων του Αγίου Όρους έχει σήμερα 16 παρεκκλήσια. Στο Καθολικό της μονής βρίσκονται δύο παρεκκλήσια με τοιχογραφίες, του Aγίου Nικολάου και των Aγίων Aρχαγγέλων. Παράλληλα στο σημείο αυτό φυλάσσονται τα λείψανα 165 αγίων και τμήματα από τα όργανα εκείνα που χρησιμοποιήθηκαν κατά την σταύρωση του Xριστού. Δίπλα στην παλιά είσοδο της μονής βρίσκεται το παρεκκλήσι της Παναγίας της Πορταΐτισσας με την θαυματουργή εικόνα της Παναγίας.


ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
-Φερδινάνδος Γρηγορόβιος, "Ιστορίας της πόλεως των Αθηνών κατά τους μέσους χρόνους"  εν Αθήναις 1904, τόμος Α'