Σάββατο 5 Οκτωβρίου 2019



ЭIЄ
ΚΥΝΟΣΑΡΓΕΣ ΤΟ ΑΡΧΑΙΟ ΓΥΜΝΑΣΙΟ
(Ο ΑΝΤΙΣΘΕΝΗΣ, Ο ΑΘΗΝΑΙΟΣ ΗΡΑΚΛΗΣ ΚΙ Ο ΑΓΙΟΣ ΠΑΝΤΕΛΕΗΜΩΝ)
ΕΡΕΥΝΑ & ΣΥΓΓΡΑΦΗ: ΙΩΑΝΝΗΣ Γ. ΒΑΦΙΝΗΣ

 Κάποτε στὴν περιοχὴ Κυνοσάργους βρίσκονταν ἕνα ἀπὸ τὰ τρία ἀρχαῖα γυμνάσια τῶν Ἀθηνῶν. 
  Ἐκεῖ, στὶς ὄχθες του Ἰλισσοῦ, κρύβεται μία μακρὰν ἱστορία, ἀπ' τὴν ἐποχὴ ὅπου γυμνάζονταν ὁ Ἡρακλῆς κι ἀργότερα ὁ Θεμιστοκλῆς κι ὁ Ἀντισθένης. Μάλιστα, ὁ τελευταῖος ἵδρυσε τὴν φιλοσοφική του σχολὴ στὴν Παριλίσσια περιοχή. 
 Τὰ ἐρείπια, ὅπου ἔφερε στὸ φῶς ἡ ἀρχαιολογικὴ σκαπάνη, ἀνάγονται στὰ χρόνια τοῦ Ἀδριανοῦ, δηλαδή, κατὰ τὸν 2ο αἰῶνα μ.Χ. 
 Ἐν τούτοις, συμφώνως μὲ τὴν ἱστορικὴ κατάθεση τοῦ Πλούταρχου, ὁ πρῶτος ποὺ θέτει τὰ θεμέλια τῆς ἀνέγερσης γυμναστηρίων, ὑπὸ τὴν μορφὴ παλαίστρας, ἦταν ὁ θρυλικὸς ἥρωας καὶ βασιλιᾶς τῶν Ἀθηνῶν Θησέας

Ὁ Ἀντισθένης ὁ Ἀθηναῖος, ἦταν ὁ ἱδρυτὴς τῆς κυνικῆς φιλοσοφικῆς σχολῆς στὴν περιοχή του Κυνοσάργους. Ἐπειδὴ ὁ πατέρας του κατάγονταν ἀπὸ τὴν Ἀθήνα ἐνῷ ἡ μητέρα τοῦ ἀπὸ τὴν Θράκη ἦταν καταχωρημένος στὰ μητρῶα ὡς νῶθος κι ἴσως διὰ αὐτὸ ἵδρυσε τὴν σχολή του ἐκτὸς τῶν τειχῶν τῆς πόλεως ὅπου ἐκεῖ κατὰ τὴν ἐφηβεία του θὰ ἐγυμνάζοντο. 

  Οἱ μαρτυρίες τοῦ περιηγητῆ Παυσανία ἐξακριβώνουν τὴν πρώιμη ἐγκαθίδρυση παλαιστικῶν γυμνασίων στὴν Ἀθήνα. Ἐκεῖ γινότανε ἡ ἐκπαίδευση τῶν ἀνήλικων ἀλλὰ καὶ τῶν ἐνηλίκων ἐλευθέρων καὶ γνήσιων πολιτῶν, ὅπως κριβὼς τηροῦνταν ἀπὸ τὴν ἐγκαθίδρυση τους ἀπὸ τὸν ἐφευρέτη τῶν παλαιστικῶν καὶ πολεμικῶν τεχνῶν βασιλέα καὶ πολέμαρχο Θησέα. 
Ἐπιπλέον, ἡ μαρτυρία τοῦ ἱστοριογράφου Ἴστρου θέλει τὴν παλαιστικὴ ἢ πολεμικὴ τέχνη νὰ ἐδιδάχθει ὁ Θησέας ἐκ τῆς θεᾶς Ἀθηνᾶς. Ἄρα, ἡ προέλευση τῆς ὑπῆρξε ἐκ τῶν Οὐρανιώνων θεῶν
 Τὰ ἀρχαῖα γυμνάσια, τῆς Ἀθήνας, ὑπῆρξαν κοινωφελεῖς ἱδρύματα[1] διὰ τὴν προσέλευση τῶν νεαρῶν Ἀθηναίων, γόνων ἐλευθέρων πολιτῶν μετὰ γνησίας ἀθηναϊκῆς καταγωγῆς. 
 Τὰ γυμνάσια αὐτὰ βρίσκονται ἐντὸς τῶν τειχῶν τῆς πόλεως. Τὰ ἐκτὸς τῶν τειχῶν, ὅπως αὐτὸ στὴν περιοχὴ Κυνοσάργους, ἦταν γιὰ νὰ προσέρχονται τὰ νώθα παιδιά, δηλαδή, ἐκεῖνα ποὺ εἶχαν ἕναν Ἀθηναῖο γονιὸ κι ἕναν μὴ Ἀθηναῖο. 
 Μέσα στὴν καθημερινὴ διατριβή, οἱ νέοι ἀσκοῦνταν σὲ ἀγωνίσματα καὶ ἔπαιζαν διάφορα ἐκπαιδευτικὰ παιχνίδια. Ἐκτὸς ἀπὸ τὴν πάλη, ποὺ θεωροῦνταν τὸ κύριο τοπικὸ ἄθλημα, ἀγωνίζονταν στὸν δρόμο, στὸν δίσκο καὶ στὸ ἅλμα. Ἐπιπλέον ἀσκοῦνταν καὶ σὲ διάφορα εἴδη παιδιᾶς, ὅπως: ἡ διελκυστίνδα καὶ ἡ σφαίριση
 Ὁ θεσμὸς τῆς ἀνοικοδόμησης γυμνασιακῶν κτιρίων φαίνεται νὰ εἰσήχθη ἀπὸ τὴν ἱστορικὴ ἐποχή του Κλεισθένους, ἂν καὶ ὁ Παυσανίας ὑποστηρίζει καὶ πάλι τὴν προέλευση τοῦ θεσμοῦ ἀπὸ τὴν προϊστορικὴ ἐποχὴ τοῦ βασιλιᾶ τῆς Ἀθήνας Θησέα, λέγοντας τὰ ἑξῆς: «παλαιστικὴν γὰρ τέχνην εὗρε Θησεὺς πρῶτος καὶ πάλης κατέστη ὕστερον ἀπ᾽ ἐκείνου διδασκαλία· πρότερον <δὲ> ἐχρῶντο μεγέθει μόνον καὶ ῥώμῃ πρὸς τὰς πάλας.»(Ἀττικά, παραγρ. 39) μετάφραση: [πρῶτος τὴν παλαιστικὴ τέχνη ἐφεῦρε ὁ Θησέας καὶ ἡ διδασκαλία τῆς πάλης ἀποκαστάθηκε μετὰ ἀπὸ ἐκεῖνον. Πρὶν ἀπὸ αὐτόν, στὴν πάλη, χρησιμοποιοῦσαν μόνο τὸ μέγεθος τοῦ σώματος μαζὶ μὲ τὴν σωματικὴ δύναμη]
  Ἡ ἀρχιτεκτονικὴ τῶν ἀρχαίων γυμνασίων εἶχαν κοινὸ σχέδιο δόμησης. Οἱ πληροφορίες περὶ τούτου εἶναι ἐλάχιστες.   Τὸ σχῆμα τους ἦταν τετράγωνο ἢ ὀρθογώνιο μὲ ἔκταση τῶν δύο σταδίων(369,8 μέτρα). Τὰ πέριξ ἐπιστήλια σχημάτιζαν συνήθως τέσσερις μὲ πέντε στοές. Στὶς τέσσερις ἐξ αὐτῶν στοὲς ὑπῆρχαν ἐξέδρες μὲ καθίσματα ὅπου κάθονταν οἱ φιλόσοφοι καὶ οἱ σοφιστὲς καὶ δίδασκαν τοὺς ἀσκούμενους. 
 Ἡ πέμπτη στοὰ ἦταν διπλῆ, τοποθετούμενη πάντα πρὸς νότον γωνία, ὅπου καὶ χρησιμοποιοῦνταν γιὰ νὰ ἀσκοῦνται οἱ παῖδες κατὰ τὶς βροχερὲς ἡμέρες. 
 Ἐκεῖ, εἰς τὸ ἥμισυ τῆς στοᾶς, βρίσκονταν τὸ Ἐφηβεῖον, ἕνα εὐρύχωρο δωμάτιο μὲ καθίσματα καὶ πλάϊ του, ἐξ εὐωνύμων, τὸ Ἐλαιοθέσιον ὅπου οἱ ἀγωνιζόμενοι ἀλείφονταν ἀπὸ τοὺς ἀλειπτές. Παραδίπλα, βρίσκονταν τὸ Κωρύκειον ποὺ ἦταν εἰς χρήση ἀποδυτηρίων ἐνῷ ἄλλα περιστύλια ἀποτελοῦνταν ἀπὸ τὸ Ψυχρὸν λουτρόν, καὶ τὸ Κονιστήριον. Ἐπιπλέον, ἐκτὸς τῶν περιστυλίων, ὑπῆρχαν τὰ Θερμὰ λουτρὰ ἐνῷ ὑπῆρχε μία ἀκόμη στοὰ ποὺ ὀνομάζονταν Ξυστὸς ποὺ συνδέονται μὲ τὸ στάδιο. 
 Ἐν ὀλίγοις, οἱ χῶροι τῶν ἀρχαίων γυμνασίων ὑπῆρξαν τὸ κέντρο τῆς παιδείας τῶν γραμμάτων καὶ τῆς μουσικῆς σὲ συνάρτηση πάντοτε μὲ τὴν ἄθληση τοῦ σώματος. 
 Ὁ πρῶτος νομοθέτης τῶν γυμνασίων ὑπῆρξε ὁ Σόλων, ὁ ὁποῖος, κατὰ τὴν παράδοση, εἶχε ἀποκλείσει ἀπὸ τοὺς χώρους τῶν γυμνασίων τὴν γυναικεία παρουσία. 



   Ἐν ὀλίγοις, εἰς ἐκείνους του παλαιοὺς χρόνους ἐδύναντο νὰ εὑρίσκονταν, παράλληλα, σὲ τούτη τὴν περιοχὴ καὶ τὸ ἱερὸ τοῦ Ἡρακλέους[2]. 
Λέγεται δὲ ὅτι, οἰκοδομήθηκε ἔπειτα ἀπὸ κάποιο παράξενο γεγονὸς κατὰ τὴν διάρκεια μιᾶς θυσίας, εἰς τὸ ναό του Ὀλυμπείου Διός
  Ἡ διήγηση τοῦ συμβάντος ἄρχεται ἀπὸ τὴν παρουσία ἑνὸς λευκοῦ κύνα (σκύλου), ὁ ὁποῖος, ὡς ἅρπαξ ἔλαβε τινὰ τεμάχιον κρέατος ἐκ τῆς αἱματηρῆς θυσίας. 
 Ὅταν ἀντιλήφθηκαν οἱ τελετάρχες τὸ γεγονὸς ἄρχισαν νὰ κυνηγοῦν τὸ σκύλο μετὰ μανίας. Τότε ὁ σκύλος, τρέχοντας, ἐναπόθεσε τὸ τεμάχιο τοῦ κρέατος κατὰ γῆς σ' ἕνα σημεῖο πέρα ἀπὸ τὴ κοίτη τοῦ ποταμοῦ Ἰλισοῦ. Τὸ σημάδι αὐτὸ ἔκανε τοὺς Ἀθηναίους νὰ πιστέψουν πὼς πρόκειται γιὰ θεοσημεία καὶ ἐκ τούτου ὀνόμασαν τὴν περιοχή του συμβάντος Κυνοσάργους (Λευκὸς Σκύλος). 
Ἡ ὀνοματοθεσία προέκυψε ἐκ τοῦ προλεχθέντος γεγονότος, δηλαδή, τῆς ξαφνικῆς ἐμφάνισης τοῦ λευκοῦ κύνα(κύνας + άργος = σκύλος λευκός), ὁ ὁποῖος ἐξηφανίσθει μυστηριωδῶς ὅπως καὶ μυστηριωδῶς ἐνεφανίσθει. 
 Ἔπειτα, ἀπὸ τὸ συμβὰν τῆς ἀνεξερεύνητης διοσημείας, οἱ Ἀθηναῖοι, ἵδρυσαν ναὸ πρὸς τιμὴν τοῦ ἥρωος καὶ ἠμίθεου Ἡρακλῆ. Ἐπὶ τούτου, νὰ εἰπωθεῖ ὅτι, δὲ ἐπρόκειτο γιὰ τὸ Θηβαῖο Ἡρακλῆ ἀλλὰ γιὰ τὸν ἐπονομαζόμενο Ἡρακλῆ τὸν Ἀθηναῖο, τοῦ ὁποίου τὸ λειτούργημα ὑπῆρξε ἐκεῖνο τῆς ἰατρικῆς. 
 Δὲν εἶναι τυχαῖο, λοιπόν, ὅτι πολὺ ἀργότερα ἤτοι κατὰ τοὺς χριστιανικοὺς χρόνους ἡ τοπικὴ λατρεία τοῦ Ἀσκληπιάδου Ἡρακλῆ ἀντικαταστάθηκε μὲ ἐκείνη τοῦ Ἁγίου Παντελεήμονος, ἑνὸς σπουδαστῆ τῆς ἰατρικῆς καὶ μετέπειτα ἰαματικοῦ Ἁγίου. 
 Δυστυχῶς, σήμερον, προκαλεῖ θλιβερὸν θέαμα παρουσιάζει ἡ παραμέληση τῶν ὀλίγων ἀρχαίων οἰκοδομικῶν καταλοίπων καὶ ἡ μὴ πολιτιστικὴ ἀνάδειξη τους. 
  Ὡς ἔπος εἰπεῖν, ὁ ἀρχαιολογικὸς τόπος τῆς περιοχῆς του Κυνοσάργους, εἶναι βέβαιο ὅτι, ἠδύναντο νὰ εἶχε παραδοθεῖ εἰς ἐπισκέπτας, ἐφόσον, πρωτίστως, ὑπῆρξε ἡ πρόβλεψη τῆς ὅποιας ἀνάδειξης τοῦ χώρου, οὕτως ὥστε, νὰ γίνει προσβάσιμος κι ἐπισκέψιμος. 



Τὰ σημερινὰ ἐρείπια τοῦ γυμνασίου τῆς περιοχῆς Κυνοσάργους στὴν ὁδὸ Βούρβαχη καὶ στὸ ἀδιέξοδο τῆς Μιχαὴλ Κόκκινου. Πρόκειται γιὰ τὸ ἕνα ἐκ τῶν τριῶν γυμνασίων τῆς Ἀθήνας. Τ' ἄλλα δύο ἦταν τὸ Λύκειο (στὴ Ρηγίλλης) καὶ ἡ Ἀκαδημία. 




ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΗ
[1]Όταν, κατὰ τὸν 16ο αἰῶνα, ἡ Εὐρώπη στράφηκε πρὸς τὴν σπουδὴ τοῦ ἀρχαίου ἑλληνικοῦ πολιτισμοῦ ἱδρύθηκαν, πρῶτα στὴν Γερμανία, ἀνώτερα σχολεῖα ὅπου οἱ μαθητὲς διδάσκονταν ἀνώτερες ἐπιστῆμες ἀπὸ τὶς σύνηθες, ὅπως φιλοσοφία καὶ γλῶσσες ἀρχαίων ἑλληνικῶν καὶ λατινικῶν. Τοῦτο δὲ ἐπέφερε τὴν γνωστὴ σὲ ὅλους ἀναγέννηση. Χωρὶς τὴν ἐκμάθηση τῆς ἀρχαίας ἑλληνικῆς παιδείας ἡ Δυτικὴ Εὐρώπη θὰ ἦταν ἀκόμα στὴ λήθη τοῦ σκοτεινοῦ της μεσαίωνα. 
[2] Λέγεται μάλιστα ὅτι, μετὰ τὴν νικηφόρα ἔκβαση τῆς μάχης τοῦ Μαραθῶνα, ὁ στρατηγὸς Μιλτιάδης μὲ τοὺς ὁπλῖτες του Ἀθηναίους μετέβησαν ἀπὸ τὸ ἱερὸ τοῦ Ἡρακλέους Μαραθῶνος στὸ ἱερὸ τοῦ Ἡρακλέους Κυνοσάργους προσεγγίζοντας ὅσο τὸ δυνατὸν ταχύτερα τὸ κλεινὸν ἄστυ τῶν Ἀθηνῶν. Ἡ ταχύτητα τῆς μετάβασης τοὺς παραμένει διὰ τοὺς ἱστορικοὺς ἀναλυτὲς ἀνεξήγητος καὶ παροιμιώδης. 


ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
•ΝΕΟΤΕΡΟΝ ΕΓΚΥΚΛΟΠΑΙΔΙΚΟΝ ΛΕΞΙΚΟΝ ΤΟΥ ΗΛΙΟΥ, ἐκδ. ΗΛΙΟΣ, ΑΘΗΝΑΙ, λῆμμα: Γυμνάσιον
•Πλούταρχου, Βίοι παράλληλοι-Θησέας
•Παυσανίου, Ἀττικά

Κυριακή 29 Σεπτεμβρίου 2019


ЭIЄ

ΕΝΑΣ ΚΑΣΤΡΑΤΟ ΤΡΑΓΟΥΔΑΕΙ ΣΕ ΤΡΑΓΩΔΙΑ ΤΟΥ ΕΥΡΙΠΙΔΟΥ
(Η απαρχή των οπερατικών ευνούχων-καστράτο)
Ἔρευνα & συγγραφὴ: Ἰωάννης Γ. Βαφίνης 

 Στὰ ἱστορικὰ δρώμενα τῆς δυτικῆς εὐρωπαϊκῆς μουσικῆς καταγράφεται μιὰ ἐποχὴ εἰς τὴν ὁποία ἄνθισε τὸ εἶδος τῆς ὄπερας ἤτοι καὶ λυρικῆς σκηνῆς. Ἡ ἐν λόγῳ ἐποχὴ διαδραματίστηκε κατὰ τοὺς μέσους αἰῶνες τῆς ἀναγεννήσεως. 
 Λίαν συντόμως, ὁμολογοῦμε ὅτι, τὸ τυπικὸ τῆς ὄπερας, διακρίθηκε, πολὺ σύντομα, σὲ μιὰ αὐτόνομη μουσικὴ δημιουργία, ἡ ὁποία ὀνομάστηκε Ἄρια. Ἡ Ἄρια, ὡς μουσικὸς ὅρος, προῆλθε ἐτυμολογικῶς ἀπὸ τὴν ἑλληνίδα λέξη ἀὴρ ἢ ἀέριος. 
 Κατὰ τὴν πορεία τῆς ἐξέλιξης τοῦ εἴδους, οἱ ἐπικρατέστεροι ἑρμηνευτὲς τοῦ μελωδικοῦ ἄσματος τῆς Ἄριας ὑπῆρξαν οἱ ὀξύφωνοι ἀοιδοί. Ἡ ὀνομασία τους προέκυψε λόγῳ τοῦ τεντώματος τῆς φωνητικῆς ἐκτάσεως τεντώνω > τέντωρ > τένορ > τενόρος βάση τοῦ ρήματος τείνω > προεκτείνω.
 Ἐν ὀλίγοις, ὁ ὀξύφωνος ἢ τενόρος θεωρεῖται ἀπὸ τὴν ἑλληνικὴ ἀρχαιότητα τὸ ὑψηλότερο ἐπίπεδο ἀνδρικῆς φωνῆς τὸ ὁποῖον δύνανται νὰ ἀποδώσει εὔκολα τὸ τονικὸ ὕψος τοῦ Σόλ, τοῦ Λὰ καὶ σὲ ὁρισμένες περιπτώσεις του Σὶ καὶ τοῦ Ντὸ πάνω ἀπὸ τὸ πεντάγραμμο. 


Καφφαρέλι ὁ διάσημος νότιο Ἰταλὸς ἀοιδὸς εὐνοῦχος - καστράτο 1710-1783 


 Τὴν ἐποχὴν ἐκείνη, οἱ καινοφανεῖς συνθετικὲς τάσεις, ὁδήγησαν ὁρισμένους μουσικοσυνθέτες στὴν ἀναζήτηση ἑνὸς ὑψηλότερου ἐπιπέδου ἀνδρικῆς φωνῆς κάτι παρόμοιο μὲ τὸ ἀρχαῖο τύπο του ἀγγελοφώνου. 
 Παρ' ὅτι ἡ θέσης αὐτὴ ἠδύναντο νὰ καλυφθεῖ ἀπὸ μιὰ γυναικεία φωνὴ τοῦ μεσαίου ἐπιπέδου φωνήσεως (mezzo soprano) οἱ συντηρητικὲς ἀπόψεις τῆς ἀναγεννησιακῆς ἐποχῆς περὶ τῆς ἐλευθεριότητας τοῦ καλλιτεχνικοῦ κόσμου, δὲν ἐπέτρεπε τὴν συμμετοχὴ ἄπασας γυναικὸς εἰς τὰ μουσικὰ ἔργα τῆς ὄπερας.  
 Ἄντ' αὐτοῦ ἐπιλέχθηκε ὡς τύπος ἀντικατάστασης ἕνα εἶδος ὑψηλότερης φωνῆς, τὸ προπαρασκευασμένο, ἴσως καὶ παραφύση, εἶδος ἀοιδοῦ ποὺ ὀνομάζονταν Καστράτο(Castrate)
 Ὄντως τὸ εἶδος τοῦ ἀοιδοῦ καστράτο ὑπῆρξε, κατὰ μίαν ἐκδοχή, μὴ φυσιολογικὸ ἐφόσον ἔπρεπε νὰ ἀφαιρεθοῦν μὲ ἕνα ἀποτρόπαιο χειρουργικὸ τρόπο οἱ ὄρχεις τοῦ ἀρσενικοῦ παῖδα πρὶν διέβει τὴν περίοδο τῆς ἐφηβικῆς μεταφώνησης. 
 Τοῦτο ἐπιχειροῦντο γιὰ νὰ διατηρηθεῖ τὸ ἠχόχρωμα καὶ οἱ ὀξύτατοι μουσικοὶ φθόγγοι της προ-εφηβικῆς ἡλικίας τοῦ νεαροῦ ἀοιδοῦ καὶ μετὰ τὴν ἐνηλικίωση. 
 Ἡ συγκεκριμένη φωνητικὴ χροιά, τῆς ὑπεροξύτονης ἢ σύντονης κλίμακας ὁμοίαζε, σὲ ἀρκετὲς περιπτώσεις, μετὰ ἐκείνου τῆς λυρικῆς ὑψίφωνου, τὸ ὁποῖο ἐλέγετο εἰς τὴν δυτικὴ μουσικὴ ὁρολογία coloratura (κολορατούρα). Ἡ ἔννοια αὐτὴ ἐτυμολογεῖται ἐκ τῆς ἀρχαίας ἑλληνικῆς λέξης κάλλος, ὅπου, κατὰ τὴν πορεία παραφράσθηκε στὸ λατινικὸ coloure = χρῶμα. 
 Τὸ φωνητικὸ ἐπίπεδο τῆς κολορατούρα θεωρεῖται μιὰ μορφὴ ἀνδρικῆς καὶ γυναικείας τεχνικῆς ἡ ὁποία στὴρίζεται στὶς δεξιοτεχνικὲς ἑρμηνεῖες μὲ φωνητικοὺς χρωματισμοὺς ἤτοι, κατέντσες, τρίλιες, εὐρεῖα τονικὰ ἅλματα καὶ τρέξιμο μιᾶς σειρᾶς ἀπὸ φθόγγους μελωδικῆς κλίμακας. 
 Ὁμολογουμένως τὸ εἶδος αὐτὸ ἄνθισε κατὰ τὴν κλασσική, ρομαντικὴ(μπελκάντο) καὶ μπαρὸκ ἐποχή. 


Κάρλο Μπρόσκι Φαρινέλλι, ὁ ξακουστότερος καστράτο ὅλων τῶν ἐποχῶν τῆς εὐρωπαϊκῆς ἀναγέννησης 


  Συμφώνως, μὲ τὰ παλαιότερα λεξικὰ τῆς ἑλληνικῆς γλώσσης, εἰς τὸν πάλαι ποτὲ ἑλληνικὸν κόσμον ὑπῆρξε ἡ παρουσία τῶν Καστράτο φερόντων τὴν ὀνομασίαν Εὐνοῦχοι, Ἀοιδοὶ καὶ Σπαδῶν
 Οἱ ἱστορικὲς πηγές, γιὰ τὴν ὕπαρξη αὐτοῦ τοῦ εἴδους τῶν ἀναγεννησιακῶν ὀπερατικῶν ἀοιδῶν, κατὰ τὴν ἐποχὴ τῆς Βυζαντινῆς αὐτοκρατορίας, ἑστιάζονται εἰς τὴν παρουσία κάποιου εὐνούχου ψαλμωδοῦ - χορωδοῦ ἐπονόματι Βρύσων. Ὁ Βρύσων χρημάτισε ὡς ἀρχιωδὸς ἢ ἀρχιχορωδὸς ἤτοι καὶ μεταγενεστέρως πρωτοψάλτης εἰς τὴν αὐλὴ τῆς βασίλισσας Εὐδοξίας τὸν 4ο αἰῶνα μ.Χ. 
 Ἐπιπλέον μαρτυρίες συναινοῦν ὑπὲρ τῆς βεβαίας χρήσης τῶν ἀγγελοφώνων ἀοιδῶν εὐνούχων - καστράτο εἰς τὴν Κωνσταντινούπολη περὶ τοὺς ὑπόλοιπους ἑπτὰ αἰῶνες, δηλαδή, ἀπ' τὸν 4ο ἕως 11ο μ.Χ. αἰῶνα. 
 Οἱ φιλολογικὲς πηγές, ἀπὸ κάποιο ξένο περιηγητὴ τοῦ 11ου αἰῶνα ὁ ὁποῖος εἰσῆλθε στὸ ναὸ τῆς Ἁγίας Σοφίας στὴν Κωνσταντινούπολη, ἐπιβεβαιώνουν μὲ τὴν παροῦσα μαρτυρία ἐξ ἀκοῆς περὶ τῶν ὑμνωδῶν εὐνούχων - καστράτο ἐν χορῷ (δὲς τὸ βιβλίο τοῦ Κυριάκου Σιμόπουλου, «Ξένοι ταξιδιῶτες στὴν Ἑλλάδα» τόμος Α'). 
 Τοῦτο ἁπλᾶ σημαίνει ὅτι, οἱ Ἕλληνες καστράτο προηγήθηκαν τῶν ἄλλων Εὐρωπαίων. Πιὸ συγκεκριμένα, ἑστιάζουμε τὸ βλέμμα μας στὴν κάτωθι εἰκόνα σὲ ἕναν ἀγγελόφωνο εὐνοῦχο - καστράτο, ἀπὸ μία μοναδικὴ ἀπεικόνιση τοῦ 11ου μ.Χ. αἰῶνα.   Ὁ εἰκονιζόμενος δείχνει νὰ κρατάει εἰλητάριο μὲ χριστιανικοὺς ὕμνους ὡς ψαλμωδός. 

Βυζαντινὸς ψαλμωδὸς castrato τοῦ 11ου αἰῶνος 


 Ἐν τούτοις εἰς μίαν μαρτυρία παλαιοτάτου Λεξικοῦ, ποὺ οἱ ἐτυμολογίες του ἀνάγονται στὰ χρόνια τοῦ μεσαιωνικοῦ Βυζαντίου ἤτοι της βασιλεύουσας Ρωμανίας, ἀνατρέπονται ὅλα τὰ στερεότυπα. 
 Ὅπως καταγράφεται εἰς τὸ λῆμμα τοῦ ὀνόματος «Ἀρμάτειον μέλος», ὑπῆρξε κατὰ τοὺς ἀρχαίους ἑλληνικοὺς χρόνους ἕνα εἶδος τραγουδιοῦ ποὺ ὀνομάζονταν Ἀρμάτειον μέλος ἐκ τοῦ Ὑμεναίου. Τοῦτο τὸ Ἀρμάτειον μέλος ἐξηγεῖται ὡς ἕνα εἶδος ὑμεναίου, ὅπως δηλαδὴ τὸ τραγούδι τῆς νύφης ὅπου ἄδονταν σὲ ὀξὺ καὶ λεπτὸν φθόγγο(μουσική νότα). 
 Συμφώνως μὲ περαιτέρω στοιχεῖα, ὁ Ἀθηναῖος τραγωδὸς Εὐριπίδης χρησιμοποίησε τὸ Ἀρμάτειον μέλος σὲ γνωστὴ τραγωδία του. Ὁ Εὐριπίδης θέλοντας νὰ παρουσιάσει κάποιο νεοτερισμὸ εἰς τὸ Ἀθηναϊκὸ θέατρο ἐπέλεξε ἕναν εὐνοῦχο ἀοιδὸ γιὰ νὰ τραγουδίσει τὸ Ἀρμάτειον μέλος. Μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο ὁριοθέτησε τὸ τονικὸ ἐπίπεδο τῆς μελωδικῆς γραμμῆς, τοῦ συγκεκριμένου εἴδους ὑμεναίου, ὅπου εἰς τοῦ μετέπειτα αἰῶνες καθιερώθηκε μόνο γιὰ τὶς φωνὲς τῶν εὐνούχων - καστράτο. 
 Μάλιστα, λέγεται ὅτι, ὁ Εὐριπίδης, πρῶτος ἀπ' ὅλους, κατονόμασε τὸ ὀξύφωνο μέλος του Ὑμέναιου ὡς Ἀρμάτειον. Ἰδοὺ καὶ τὸ ἀποδεικτικὸ ἀπόσπασμα ἀπὸ τὰ λεχθέντα τοῦ Μέγα Ἐτυμολογικοῦ Λεξικοῦ: «...τὸν οὖν ὀξὺν καὶ λεπτὸν φθόγγον ἀρμάτειον ἐκ τοῦτου ὁ Εὐριπίδης ἐκάλεσε· καὶ εὐνούχο εἰσάγει λέγοντα· τοιαῦται δὲ τῶν εὐνοῦχων αἱ φωναί.» ἐλεύθερη μετάφραση τοῦ συγγραφέα: [Τὸν ὀξὺ καὶ λεπτὸ τόνο Ἀρμάτειον ὀνόμασε ὁ Εὐριπίδης, καὶ λένε πὼς χρησιμοποίησε στὴν μουσικὴ τοῦ κάποιον εὐνοῦχο τραγουδιστῆ. Οἱ ὀξεῖες φωνὲς ἀνήκουν στὸ ἐπίπεδο τῆς φωνῆς τῶν εὐνούχων]
 Κάλλιστα ἠδυνάμεθα νὰ ἰσχυριστοῦμε περὶ τῆς πρώιμης εἰσαγωγῆς των καστράτο εἰς τὴν θεατρικὴ σκηνὴ τοῦ μεγάλου Ἀθηναίου τραγωδοῦ Εὐριπίδη ποὺ ὡς δραματουργός - μουσουργόςπροηγήθηκε, κατὰ δύο χιλιάδες διακόσια χρόνια τοῦ Γκέοργκ Φρίντριχ Χαῖντελ, τοῦ Τζάκομο Μάγερμπεερ, τοῦ Ἀμαντέους Μότσαρτ κ.α. 


Εἰκόνες ἀπὸ τὸ Μέγα Ἐτυμολογικὸν Λεξικὸν ποὺ διέσωσε ἡ Ἄννα Νοταρὰ μετὰ τὴν ἅλωση τῆς Κωνσταντινούπολεως καὶ τὸ ἀποκατέστησε τρεῖς αἰῶνες ἀργότερα ὁ THOMAS GAISFORD στὸ πανεπιστήμιο τῆς Ὀξφόρδης. Στὴν πρώτη εἰκόνα βλέπουμε τὰ γραφόμενα περὶ τοῦ λήμματος "Ἀρμάτειον μέλος". 

  Ἐπιπλέον, ὁδηγούμενοι στὴν μουσικὴ θεωρία τῶν ἀρχαίων Ἑλλήνων, τὴ μήτρα τῆς παγκόσμιας μουσικοθεωρητικὴς κατεύθυνσης, ἀνακαλύπτουμε τὸ ἐπίπεδο φωνήσεως τὸ ὁποῖο καὶ τοποθετοῦσαν τὶς φωνὲς τῶν εὐνούχων. 
 Βάση αὐτῆς τῆς θεωρίας, στὸ ὑψηλότερο τονιαῖο σύστημα ὑπῆρχαν τρεῖς τονιαῖες θέσεις τῆς μουσικῆς κλίμακας: α)νήτη συνημμένων, β)νήτη διεζευγμένων καὶ γ)νήτη ὑπερβολαίων
 Ἡ νήτη ὑπερβολαίων, ἡ κυρίως νήτη, ἀποτελοῦσε τὸν ὀξύτερο ἁρμονικὸ φθόγγο τοῦ ὀξέος τετραχόρδου. Ἀντιστοιχοῦσε εἰς τὴν νεώτερη μουσικὴ κλίμακα μὲ τὸ Λὰ τῆς δεύτερης ὀκτάβας. 
 Ἄρα, ἡ νήτη ὑπερβολαίων ἀνῆκε στὴν φωνητικὴ περιοχὴ ἑνὸς ὀπερατικοῦ ὀξυφώνου(tenor). Ἐνδείκνυται, λοιπόν, νὰ ἐλέγξουμε τὸ ἐπίπεδο τῶν σοπρανίστας, ὅπως ὀνομάζονται οἱ καστράτο, οἱ ὁποῖοι φαίνεται νὰ τοποθετοῦνταν, ἀπὸ τοὺς ἀρχαίους Ἕλληνες χορωδούς, λίγο ψηλότερα ἀπὸ τὴν νήτη ὑπερβολαίων, δηλαδή, μεταξύ της νήτης καὶ τῆς ὑπάτης.   Σύμφωνα λοιπὸν μὲ τὸ Νεότερο ἐγκυκλοπαιδικὸν λεξικὸν τοῦ Ἡλίου(λήμμα Νήτη) ἡ νεάτη ἀποτελεῖ τὸν ὀξύτερο φθόγγο τοῦ ὀξέος τετραχόρδου τῆς μουσικῆς βάσεως. Κατὰ τὴν νεωτέρα μουσικὴ κλίμακα ἡ νήτη ὑπερβολαίων ἀντιπροσωπεύεται ὑπὸ τοῦ ΛΑ2
Ἐπιπλέον, εἰς τὴν ἐγκυκλοπαίδεια τῆς ἀρχαίας ἑλληνικῆς μουσικῆς τοῦ Σόλωνα Μιχαηλίδη ἀναφέρεται στὸ λῆμμα νήτη - νεάτη ὅτι στὴν ἐπτάχορδη κλίμακα ὑπῆρξε ἡ ὑψηλοτέρα νότα τοῦ τετραχόρδου συνημμένων δηλαδὴ ἡ ΡΕ, ἐνῷ στὴν ὀχτάχορδη τὴν ὑψηλοτέρα νότα τοῦ τετραχόρδου διαζευγμένων δηλαδὴ τὴν ΜΙ


  Ἐν κατακλεῖδι, οἱ φωνὲς τῶν εὐνούχων - καστράτο ἦταν σὲ χρήση ἀπὸ τοὺς ἀρχαίους Ἕλληνες χοροδιδασκάλους λυρικούς - τραγικοὺς ποιητὲς τῶν Ἀθηνῶν ὅπως προκύπτει ἀπὸ τοῦτο τὸ μικρὸν ἐρευνητικὸν πόνημα. 
Ἴσως ὅμως νὰ ὑπῆρχε πρωιμότερη χρήση τῶν καστράτο - εὐνούχων εἰς τὴν ἀρχαία ἑλληνικὴ μουσικὴ τέχνη. 
 Εἰς τὸ Λεξικόν του Εὐσταθίου (EUSTATHII COMEMMENTARIOS IN HOMERI ILIADEM ET ODYSSEAM)  ἐντοπίζεται μιὰ ἰδιαίτερη πληροφορία ποὺ δὲν ἔχει βγεῖ ποτὲ στὸ φῶς τῆς δημοσιότητας. 
 Πιὸ συγκεκριμένα, στὸ λῆμμα "ἀοιδὸς" ἐξηγεῖ ὅτι, οἱ ἀοιδοὶ ἐκ τῶν μυκηναϊκῶν χρόνων ἀνῆκαν εἰς τὴν μερίδα τῶν φιλοσόφων καὶ ἡ ὀνομασία τους προῆλθε ἀπὸ τὸ αἰδοῖα μὴ ἔχων, δηλαδή, ἠτο εὐνοῦχοι ὅπως ὁ Δημόδοκος ἐξ Ἄργους φύλαξ τῆς Κλυταιμνήστρας. Ἰδοὺ καὶ τὸ ἀρχαῖο κείμενο τοῦ λεξικοῦ: «ἀοιδός, ὅτι τοὺς περὶ μουσικῆς καὶ ποιητικὴν ἀοιδοὺς ἐν μοῖρᾳ φιλοσόφων ἔταττον οἱ παλαιοί, καὶ ὅτι ἀπολύτως ἀοιδὸς οἱ τοιοῦτοι λέγονται ὅρος διαστολὴν τῶν περι θρήνους καὶ γάμους καὶ τοιούτων ἄλλων ἀοιδῶν, καὶ ὅτι τὸν τῆς παρ' Ὁμήρῳ Κλυταιμνήστρας ἀοιδὸν εὐνοῦχον νόησάν τινες λεχθῆναι παρὰ τὸ αἰδοῖα μὴ ἔχειν, ἱστορία διεξοδική». 
  Ὡστόσο, ἡ κύρια ἀναφορὰ τοῦ πονήματος ἀνήκει εἰς τὸν Εὐριπίδη, καθότι, ὁ Ἀθηναῖος τραγωδὸς ὑπῆρξε ἕνας λαμπρότατος καινοτόμος τῆς κλασσικῆς ἐποχῆς τοῦ Ἀττικοῦ θεάτρου. 

Μικρὸν ἀπόσπασμα ἀπὸ τὴν ταινία Farinelli (Φαρινέλλι) τοῦ 1994. Οἱ δημιουργοὶ τῆς ταινίας προσπάθησαν νὰ προσεγγίσουν τὴν φωνὴ τοῦ εὐνούχου-καστράτο ἀοιδοῦ μὲ σύγχρονα τεχνολογικὰ ἠχητικὰ μέσα. Τὸ τελικὸ ἀποτέλεσμα εἶναι ἕνα ἄκουσμα ποὺ προσδίδει ὅσο τὸ δυνατὸν πιὸ πλησιέστερα τὴν ἀγγελόφωνη - λεπτοφυὴς ἑρμηνεία τοῦ μεγάλου ὀπερατικοῦ καστράτο ποὺ ἄφησε ἐποχὴ μὲ τὴν παρουσία του. Κάτι ἀνάλογο, 
φαίνεται νὰ ἄκουσαν οἱ ἀρχαῖοι Ἀθηναῖοι, ὡς θεατρικοὶ ἀκροατές, ἀπὸ τὴν μουσική 
σύνθεση τοῦ Εὐριπίδη ποὺ τὴν ὀνόμασε "Ἀρμάτειον μέλος" καὶ χρησιμοποίησε γιά 
ἑρμηνευτὴ ἕνα καστράτο τραγουδιστή. 


ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
•Μέγα Ἐτυμολογικὸν Λεξικὸν (ETYMOLOGICON MAGNUM) 
•Νεότερο ΕΓΚΥΚΛΟΠΑΙΔΙΚΟΝ ΛΕΞΙΚΟ τοῦ Ἡλίου 
•Μέγας Συναξαριστὴς τῆς Ὀρθοδόξου ἐκκλησίας 
•Σόλωνα Μιχαηλίδη, Ἐγκυκλοπαίδεια τῆς ἀρχαίας ἑλληνικῆς μουσικῆς, ἐκδ. Μορφωτικὸ ἵδρυμα ἐθνικῆς τραπέζης 
•EUSTATHII COMEMMENTARIOS IN HOMERI ILIADEM ET ODYSSEAM 

Κυριακή 25 Αυγούστου 2019

 

ЭIЄ
Ο ΕΛΛΗΝΑΣ ΔΙΟΝΥΣΟΣ ΚΑΙ Η ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ ΤΟΥ ΣΑΒΑ ΣΤΗΝ ΥΕΜΕΝΗ

Ἔρευνα & συγγραφὴ: Ἰωάννης Γ. Βαφίνης 

 Εἰς τὸ πόνημα τοῦτο μέλλει νὰ ἀναδείξουμε μιὰ περιοχὴ ἰδιαιτέρας σημασίας ὅπου ἐξαπλώνεται στὰ Νότια ἐδάφη τῆς Ἀραβίας την ἐξ ἀρχαιοτάτων χρόνων εἰς νότον γωνίαν Ὑεμένη
 Ἡ πληροφορίες περὶ τῶν κατοικούντων τὴν περιοχὴ τῆς Ὑεμένης εἶναι ἐλάχιστες. Ἡ πρώτη ἀρχαία μαρτυρία γιὰ τὴν κοινωνικὰ φρονήματα καὶ θρησκευτικὰ πιστεύω τῶν Ἀράβων τῆς Ὑεμένης προέρχεται ἀπὸ τὸν Ἕλληνα ἱστορικὸ Ἡρόδοτο. 
 Ὁ Ἡρόδοτος στὴν ἱστοριῶν τρίτη τὴν ἐπιγραφόμενη καὶ ΘΑΛΕΙΑ (παράγραφο 8 & 9) κάνει λόγο γιὰ τοὺς ἑλληνικοὺς θεοὺς τῆς Ἀραβικῆς χερσοννήσου τὸν Διόνυσο καὶ τὴν Οὐρανία Ἀφροδίτη ὅπου ἔφερον τὴν τοπικὴ φερωνυμία Ὀρατὰλτ καὶ Ἀλιλὰτ ἀντιστοίχως. 
 

Ἡ ἑλληνικῆς καταγωγῆς βασίλισσα τοῦ Σαβὰ - Μακέδα ὀνομασία ἐκ τῆς ἑλληνικῆς λέξης Μὰκ = ψηλὴ ὅπως βλέπετε τὴν ἀπεικόνιση τῆς ἀπὸ τὸν ζωγράφο Edward Slocombe τὸ 1907

 Κατόπιν τῆς ἐξιστορήσεως, ὁ Ἡρόδοτος, παρεμβάλει κάποιο μυθιστορηματικὸ πρόσωπο τὸν ἐπονομαζόμενο Ἀράβιο γενάρχη τῶν ἀρχαίων Ἀράβων. 
 Ὁ Ἀράβιος ὑπῆρξε ἐκεῖνος, ὅπου, εἰς τὸν καιρόν του ἐπιχείρησε νὰ ἐκτελέσει ἀρδευτικὰ ἔργα, ζωτικῆς σημασίας, στὴν περιοχὴ τῆς Ὑεμένης. 
  Παράλληλα, ἐκείνη τὴν ἐποχὴ βασίλευε στὴν ΠερσίαΚαμβύσης ἀπὸ τὴν δυναστεία τῶν Ἀχαιμενιδῶν - Ἀχαιῶν
 Πραγματοποίησε, λοιπόν, ὁ Ἀράβιος, ἕνα φράγμα ἀπὸ ραμμένα δέρματα στὴν κοίτη τοῦ μεγάλου ποταμοῦ Κόρυς, ποὺ τὰ νερά του χύνονταν στὴν Ἐρυθρὰ θάλασσα, στρέφοντας τὰ νερά του πρὸς τὴν μεριὰ τῆς Ὄασης. Ἐπὶ τόπου ἔσκαψε μεγάλες δεξαμενὲς ὅπου χύνονταν τὰ ὕδατα τοῦ ποταμοῦ ἀπὸ τρεῖς ὀχετούς. 
 Μετὰ ἀπὸ αἰῶνες, εἰς τὸν σύγχρονο κόσμο μας, οἱ ἀρχαιολόγοι βρῆκαν τὰ κατάλοιπα τῶν ἀρδευτικῶν ἔργων του Ἄραβου, ὁ ὁποῖος ἐθεωρεῖτο γιὸς τοῦ Ἀπόλλωνα
 Ὁ Ἀράβιος, συμφώνως μὲ τ' ἀρχαιολογικὰ εὑρήματα καὶ σὲ συνδυασμὸ μὲ τὶς ἱστορικὲς πηγὲς λάτρευε τὸν Διόνυσο καὶ τὴν Οὐρανία Ἀφροδίτη
 Οἱ κάτωθι εἰκόνες ποὺ παραθέτω ἀπ' τὸ προσωπικό μου ἀρχεῖο προέρχονται ἀπὸ τὴν ἐρευνητικὴ ταινία (ντοκιμαντέρ) ''Τὰ μυστήρια τοῦ κόσμου (TERRA X EXPEDITIONS INTO THE UNKNOWN THE INCENSE CONNECTION - An expedition in Yeman)''. Ἡ ἐρευνητικὴ ταινία- ντοκιμαντὲρ παίχτηκε στὴν κρατικὴ τηλεόραση ΕΤ2 κατὰ τὴν διάρκεια τῆς δεκαετίας τοῦ '90. 
 Πολλὰ ἀπὸ τὰ εὑρήματα πὸθ ἐκτέθηκαν πρὸς χάριν τοῦ κινηματογραφικοῦ φακοῦ προκάλεσαν, ἐκείνη τὴν περίοδο, μεγάλη ἐντύπωση στὴν ἀρχαιολογικὴ κοινότητα. 
 Τόσο τὸ μικρὸ ἀγαλματίδιο τοῦ ταύρου, ποὺ θυμίζει τὸ σύμβολο τῆς Κρητικομινωικῆς αὐτοκρατορίας, ὅσο καὶ τὸ ἀγαλματίδιο τοῦ γενειοφόρου ἀνδρὸς ποὺ φοράει λεοντῆ ὅπως ὁ Ἕλληνας ἡμίθεος Ἡρακλῆς, ἄφησαν ἀναπάντητα ἐρωτήματα γιὰ τὴν καταγωγὴ τῶν δημιουργῶν τῆς ὑψηλῆς τεχνοτροπίας οἰκοδομημάτων, στὴν περιοχὴ τῆς Ὑεμένης. 
 Ἐν τούτοις τὸ πρῶτο ἐρευνητικὸ ταξίδι, στὸ νότιον ἄκρον τῆς Ἀραβικῆς χερσοννήσου πραγματοποιήθηκε κατὰ τὴν περίοδο τῆς πολιτιστικῆς ἀκμῆς τοῦ δυτικοῦ κόσμου, συντελεῖται τὴν 4η Ἰανουαρίου τοῦ 1761 μὲ ἕδρα την Κοπεγχάγη
 Ἕξι ἄνδρες ἐκ Δανίας, μὲ ἐπιστημονικὴ κατάρτιση, ξεκινοῦν γιὰ ἀναχώρηση πρὸς τὸ μυστηριῶδες μέρος τῆς Εὐδαίμονος Ἀραβίας, κοινῶς τὴ σήμερον ἐπονομαζόμενη Ὑεμένη. 
 Ἡ ὁμάδα ἀπαρτίζονταν ἀπὸ ἕναν γλωσσολόγο, ἕναν βοτανολόγο, ἕναν ἀστρονόμο μαθηματικό, ἕναν ζωγράφο κι ἕναν φυσικό. Ὑπὸ τὶς διαταγὲς τοῦ βασιλιᾶ τῆς Δανίας ταξίδεψαν μ' ἕνα ἱστιοφόρο γιὰ νὰ ἐρευνήσουν τὰ μυστικὰ μιᾶς μυθικῆς χώρας. 
 Σκοπὸς τῆς ἀποστολῆς ἦταν νὰ περιγράψουν, στὸ ἐσωτερικὸ τῆς χώρας, ἕναν αὐτόνομο πολιτισμὸ ἀνέγγιχτο ἀπὸ τοὺς ὅμορους λαούς. 
 Ἐπιπλέον, ἡ κυρία ἐντολή, ὑπῆρξε ἡ καταγραφὴ τῆς ἀκτογραμμῆς πρὸς τὴν Ἐρυθρὰ θάλασσα, ἡ ἀρχιτεκτονικὴ δομὴ τῶν πόλεων καὶ ἡ παραγωγὴ τοῦ πολίτιμου λιβανίου. 
  Σημαντικὴ στάση πραγματοποιήθηκε εἰς τὴν πόλη Σαναά, τὴν ὁποία πιστεύουν οἱ ἱστοριοδίφες ἐρευνητὲς τῆς Δανίας ὅτι, τὴν ἔχτισε ὁ Σὴμ γιὸς τοῦ Νῶε [1]. 
 Λένε ἀκόμη πώς, ἡ Ὑεμένη, κατὰ τὸν 8ο αἰῶνα π.Χ. διαιροῦνταν σὲ ἕξι σημαντικὰ βασίλεια: α)τὸ Σαβαϊκὸ(Saba) μὲ πρωτεύουσα τὴν Μαρὶμπ(Marib) καὶ Σάνα(Sana'a), β)τὸ Ἀουσάν(Aousan), γ)τὸ Μιναϊκό(Ma'in), δ)τὸ Καταμπάν(Qataban), ε)τὸ Χαντραμάουτ(Hadramaut) μὲ κέντρο την Σάμπουα(Shabwa) καὶ στ)τὸ Χιμιαριτικό(Himjar)
 Ὡστόσο, οἱ σχέσεις τῶν βασιλείων διακατέχονταν ἀπὸ μία ἀσίγαστως διχόνοια διὰ τὴν ἀτομικὴ προσπάθεια ἐλέγχου τῶν ἐμπορικῶν ὁδῶν. 
 Βασικὸς κόμβος τῆς τοπογραφίας θεωροῦνταν ἡ ὁδὸς τοῦ λιβανίου[2], δηλαδή, τῆς διακομιστικῆς ἐμπορικῆς γραμμῆς διόδου τοῦ μονοπωλιακοῦ προϊόντος. 
 Ἰδιαίτερη, ὅμως, σημασία ἔδωσαν οἱ ἐρευνητὲς σ' ἕνα ἐδάφιο τῆς Καινῆς Διαθήκης ὅπου ἐξιστοροῦνταν ἡ παρουσία μιᾶς βασίλισσας τοῦ νότου συσχετιζόμενης ἐρωτικῶς μὲ τὸν βασιλιᾶ τοῦ Ἰσραὴλ Σολομῶντα. Ἰδοὺ τὸ ἀπόσπασμα τῆς Ἁγίας Γραφῆς: "βασίλισσα νότου ἐγερθήσεται ἐν τῇ κρίσει μετὰ τῶν ἀνδρῶν τῆς γενεᾶς ταύτης καὶ κατακρινεῖ αὐτούς, ὅτι ἦλθεν ἐκ τῶν περάτων τῆς γῆς ἀκοῦσαι τὴν σοφίαν Σολομῶντος, καὶ ἰδοὺ πλεῖον Σολομῶντος ὧδε." (Κατὰ Λούκα Εὐαγγέλιο, ἰα' 31). Μετάφραση: [Ἡ βασίλισσα τοῦ Νότου θὰ ἐγερθῇ κατὰ τὴν Κρίσιν μὲ τοὺς ἄνδρας τῆς γενεᾶς αὐτῆς καὶ θὰ τοὺς καταδικάσῃ, διότι αὐτὴ ἦλθε ἀπὸ τὰ πέρατα τῆς γῆς διὰ νὰ ἀκούσῃ τὴν σοφίαν τοῦ Σολομῶντος καὶ νά, ἐδῶ εἶναι περισσότερον ἀπὸ τὸν Σολομῶντα.]
  Ἄντ' αὐτοῦ, ἂς προσέξουμε τὴν μετάφραση τοῦ θεολόγου Παναγιώτη Τρεμπέλα: "Διὰ αὐτὸ δὲ ἡ εἰδωλολάτρης βασίλισσα τῆς νοτιοδυτικῆς Ἀραβίας θὰ ἀναστηθεῖ κατὰ τὴν ἔσχατη κρίση μαζὶ μὲ τοὺς ἄνδρες τῆς γενιᾶς αὐτῆς, καὶ θὰ τοὺς καταδικάσει, διότι αὐτὴ μολονότι ἦταν γυνὴ καὶ δὲν γνώριζε τὸν ἀληθινὸ Θεόν, ἦλθον ἀπὸ τὴν ἄκρη τοῦ κόσμου νὰ ἀκούσει τὴν σοφία τοῦ Σολομῶντα, ἀφοῦ ἐγὼ δὲν εἶμαι ἁπλῶς σοφός, ὅπως ἦτο ἐκεῖνος, ἀλλ' εἶμαι αὐτὴ ἡ ἐνσάρκωσις τῆς θείας Σοφίας"
 Τὰ ἄνωθεν στοιχεῖα καὶ οἱ κάτωθι εἰκόνες ἀναδεικνύουν περίτρανα τὴν ἐξάπλωση τοῦ ἀρχαίου ἑλληνικοῦ πολιτισμοῦ στὰ πέρατα τῆς οἰκουμένης. Ἐπιπλέον, ἐπιβεβαιοῦτε ἡ διάβαση τοῦ Διόνυσου, εἰς τὴν περιοχὴ τῆς Ὑεμένης, κατὰ τὸ ἀπώτατο παρελθόν, πιθανότατα, τὴν περίοδο τῆς ἐκστρατείας του στὶς μακρινὲς Ἰνδίες
 Προφανῶς, τὴν ἴδια παλαιοτάτη ἐποχὴ μετέβει κι ἡ θεὰ Ἀθηνᾶ ὅπου ἄφησε τὸ στίγμα της στὸν κόλπο του Ἄντεν, οἰκοδομῶντας τὴ ἐν Ἀραβίᾳ Ἀθήνα ἤτοι πόλη του Ἄντεν, ὅπως ἔχω περιγράψει εἰς ἕτερον ἐρευνητικὸ πόνημα. 

Ἀγαλματίδιο κερασφόρου ταύρου ὁμοίως 
μὲ τοὺς ταύρους ποὺ βρῆκαν οἱ ἀρχαιολόγοι στὶς ἀνασκαφὲς τῆς Μινωικῆς Κρήτης ἀλλὰ καὶ στὶς Ἰνδίες στὸ πολιτισμό της Χαράππα 

Ἀναπαράσταση τοῦ ὑδάτινου φράγματος 
στὴν Μαρὶμπ κατὰ τὴν περίοδο τοῦ Ρωμαϊκοῦ Βασιλείου ὅπως τὸ σχεδίασαν οἱ ἀρχαιολόγοι. 

Τὰ ἐρείπια τῆς πόλεως στὴν ἔρημο τῆς Ὑεμένης. 

Νεανίας, ὁμοίως μὲ μικρὸ Διόνυσο, 
ὅπου καβαλικεύει λέοντα. 

Ἀρχαιολόγος στὴν ἔρημο τῆς Ὑεμένης ἐπιδεικνύει τὸ ἀγαλματίδιο τοῦ γενειοφόρου ἀνδρὸς ποὺ φοράει τὴν λεοντῆ. 

Ἡ πρόσοψη τοῦ ἀγαλματιδίου τοῦ γενειοφόρου ἀνδρὸς μὲ τὰ ἑλληνικὰ χαρακτηριστικὰ τῆς ἐρήμου τῆς Ὑεμένης. 

Ἄνδρας Ὑεμενίτης εἰκονιζόμενος σὲ ἀνάγλυφη ἐπιτύμβια στήλη 
παρόμοια μὲ τὶς Ἀθηναϊκὲς στῆλες 
τοῦ Κεραμεικοῦ. Ἡ μορφή του μοιάζει ἑλληνικὴ ὅσο καὶ ὁ χαιρετισμὸς μὲ τὸ δεξί του χέρι. Στὸ ἀριστερὸ κρατάει βακτρία καὶ στὸ ζωνάρι του φέρει μάχαιρα ὅπως συνηθίζουν οἱ Ἕλληνες κάτοικοι τῆς Κρήτης. 

Τοπικὸ ἀλφάβητο τῶν Ὑεμενιτῶν, μὲ ἐμφανεῖς τὰ σημάδια ὁμοιότητας μὲ τὸ ἑλληνικό, ποὺ βρέθηκε στὴν περιοχὴ τῆς Ὑεμένης στὸ ναὸ Awwam, ἐπίσης, γνωστὸ ὡς Mahram Bilqis στὸ Marib. 

Ἀγαλματίδιο γυναίκας σὲ στάση δέησης. Πιθανὸν ἡ Οὐρανία Ἀφροδίτη των Ὑεμενιτῶν. Ἡ ὄψη της ὁμοιάζει μὲ ἀνάλογες μορφὲς τοῦ ἑλληνικοῦ κόσμου ὅπως παρόμοια δείχνει καὶ ἡ γλυπτικὴ τέχνη τοῦ μετάλλου. 

Κεφάλι ταύρου ἢ μόσχου σύμβολο γονιμότητας καὶ ἰσχύος. Ἀνάλογα σύμβολα εἶχε ἡ Ἀθήνα τὴν ἐποχὴ τοῦ Θησέα ἀλλὰ καὶ ἡ Μινωικὴ Κρήτη. 

Τὰ ἐρείπια τοῦ ναοῦ τῆς βασίλισσας τοῦ Σαβὰ ἢ βασίλισσα Μπίλγκις καὶ ὁ ναὸς τοῦ Ἡλιακοῦ θεοῦ κοντὰ στὸ Μαρίμπ. 


Εἰκόνες ἀπὸ τὸ ἀρχαῖο φράγμα ποὺ ἀνακάλυψε ἡ ἀρχαιολογικὴ σκαπάνη. Τὸ τεράστιο μέγεθος καὶ ἡ ἀρχιτεκτονικὴ δομὴ τοῦ ἔργου δείχνει τὸ ὑψηλὸ ἐπίπεδο 
τεχνολογίας ποὺ κατεῖχε ὁ "ἀγνώστου προέλευσης" ἀρχαῖος πολιτισμὸς τοῦ λαοῦ τῆς Ὑεμένης. 

Ἡ ἔνθρονη γυναῖκα, θεὰ ἢ βασίλισσα, ποὺ βρέθηκε στὶς ἀνασκαφές. Μοιάζει μὲ τὴν θεὰ Γαῖα Ρέα Κυβέλη. Μᾶλλον πρόκειται γιὰ τὴν Οὐρανία Ἀφροδίτη. 


Κλίμακες τῆς βάσης τοῦ ναοῦ πανομοιότυπες μὲ ἐκεῖνες τοῦ μινωικὸ ἀνακτόρου τῆς Κνωσοῦ. 

Πύλη εἰσόδου ἀρχαίου τείχους ποὺ ἡ δομή του ἔχει στοιχεῖα κυκλώπειας μυκηναϊκῆς τειχοποιίας. 

Τὰ ἐρείπια τοῦ ναοῦ στὴν Μαρίμπ, ἀπὸ ἀεροφωτογραφία. 

Ἀγαλματίδιο ποὺ περιγράφει τὴν μορφὴ ἑνὸς γενειοφόρου ἄνδρα τῆς Ὑεμένης ποὺ φέρει πανοπλία. Μοιάζει νὰ εἶναι ὁ θεός Διόνυσος ἢ ἕνας ἀπὸ τοὺς ἀκολούθους του Σατύρους 

Στὴν πάνω εἰκόνα βλέπουμε τὴν κάτοψη τὴν ἀρχαίας πόλης ἀπὸ ἀεροφωτογραφία, ἐνῷ στὴν κάτωθι εἰκόνα τὰ τείχη τῆς Μαρὶμπ μὲ τὴν τέλεια τεχνολογικὴ ἀρμογὴ τειχοποιίας. 

Μιὰ σύγχρονη ἀποτύπωση τῆς Εὐδαίμων Ἀραβίας σὲ χάρτη. 


ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[1]Ὁ Νῶε τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης ἔχει ἑλληνικὸ ὄνομα παραγόμενο ἐκ τῆς λέξης νοῦς, ἀττικὸς τύπος του του νοός, πληθυντ. νόες. Ἐν ὀλίγοις, ὁ Νῶε ἢ εἶναι ὁ Θεὸς Δημιουργὸς ἢ ὁ ἄνθρωπος ποὺ διαθέτει ἀνεπτυγμένες διανοητικὲς ἱκανότητες ἐκ Θεοῦ προερχόμενες. 
[2]Ἀπὸ ἐκεῖνα τὰ μέρη τῆς Ὑεμένης ἀγόρασαν τὸ λιβάνι, οἱ τρεῖς Μάγοι, γιὰ νὰ τὸ προσφέρουν ὡς δῶρο, μαζὶ μὲ τὸν χρυσὸ καὶ τὰ σμύρνα, εἰς τὸν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν. 

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
•ΗΡΟΔΟΤΟΥ ΙΣΤΟΡΙΑΙ

ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΤΑΙΝΙΑ
•"Τὰ μυστήρια τοῦ κόσμου (TERRA X EXPEDITIONS INTO THE UNKNOWN THE INCENSE CONNECTION - An expedition in Yeman)" by Helga Lippert 

Τρίτη 25 Ιουνίου 2019


ЭIЄ
ΤΟ ΣΠΑΘΙ ΤΟΥ ΘΗΣΕΑ ΚΑΙ ΤΟ ΕΞΚΑΛΙΜΠΟΥΡ ΤΟΥ ΑΡΘΟΥΡΟΥ - ΑΡΚΤΟΥΡΟΥ ΚΙ Ο ΙΠΠΟΤΙΣΜΟΣ

Ἔρευνα & συγγραφὴ: Ἰωάννης Βαφίνης 


  Στὴν προϊστορικὴ ἐποχὴ ἔζησαν ἄνθρωποι ποὺ ἀπόκτησαν μεγάλη φήμη ἐκ τῶν κοινοφελὼν ἔργων τους. Τὰ ἡρωικά τους κατορθώματα καταγράφηκαν στὴν μνήμη τῶν λαῶν τους ὡς μεγάλες εὐεργεσίες. 
 Εἰς τὸ πάλαι ποτέ, εἰς τὴν πόλη τῆς Ἀθήνας, κράδαινε τὸ βασιλικὸ σκῆπτρο ἕνας ἀπόγονος τῶν  ὅπου τὸ ὄνομα τοῦ ἦταν Αἰγεύς
 Ὁ Αἰγέας, λοιπόν, ὡς ἀπόγονος τῶν γηγενῶν Ἐρεχθείδων, εἶχε ἕναν ἀθεράπευτο καημὸ στὴν βασιλικὴ βιωτή του. Ἔχοντας τελέσει δύο γάμους δὲν ἠδύνατο νὰ ἀποκτήσει ἕναν διάδοχο τοῦ βασιλικοῦ του θρόνου. 
 Μὴ δυνάμενος νὰ τὸ ἀποδεχθεῖ πῆρε τὴν ἀπόφαση νὰ πάει στὸ μαντεῖο τῶν Δελφῶν, γιὰ νὰ λάβει χρησμὸ περὶ τῆς ἀτεκνίας του.   Ἡ Πυθία ἔδωσε τὸν χρησμὸ λέγοντάς του νὰ μὴν ἀνοίξει τὸ στόμιο τοῦ ἀσκοῦ μὲ τὸ κρασί, πρὶν ἐπιστρέψει στὴν Ἀθήνα. 
 Ἐκεῖνος μὴ κατανοῶντας τὸν χρησμὸ κατὰ τὴν ἐπιστροφή του πέρασε ἀπὸ τὴν πόλη της Τροιζήνας, ὅπου κατοικοέδρευε ὁ φίλος του βασιλιᾶς Πιτθέας. Μεταξὺ τῶν δύο βασιλέων διατηροῦνταν ἀπὸ καιροῦ μιὰ σεβαστὴ φιλία. Γι' αὐτό, κατὰ τὴν διάρκεια τοῦ συμποσίου, ὁ Αἰγεύς του ἀποκάλυψε τὸν δυσνόητο χρησμὸ ποὺ ἔλαβε ἀπὸ τὴν Πυθία. Ὁ Πιτθέας, ὄντας σοφὸς γέροντας, κατανόησε γιὰ τὸ πὼς ἔπρεπε νὰ τὸ διαχειριστεῖ. Ἀφοῦ πρῶτα μέθυσε μὲ δυνατὸ οἶνο τὸν Αἰγέα τὸν ἔβαλε νὰ συγκοιμηθεῖ στὴν κλίνη μὲ τὴν κόρη του Αἴθρα
 Ἡ πριγκιποπούλα της Τροιζήνας, μετὰ τὴν νυχτερινὴ συνεύρεση μὲ τὸν βασιλιᾶ τῆς Ἀθήνας, μεταφέρθηκε στὸ νησὶ τῆς Ἀγάπης ὅπου συνδέθηκε ὑπερβατικὰ καὶ μὲ τὸν θεὸ τῆς θάλασσας Ποσειδῶνα[δεν συνευρέθηκε μὲ τὸν Ποσειδῶνα ἁπλᾶ κάποια οὐράνια παρέμβαση συνέβει εἰς τὴν σύλληψη τοῦ μεγάλου ἥρωα Θησέα]. 
 Ὁ Αἰγέας, μαθαίνοντας ἄμεσα γιὰ τὴν ἐγκυμοσύνη της Αἴθρας τῆς ἀποκάλυψε τὸ σχέδιο πρὶ τοῦ ἀπογόνου του. Δηλαδή, τὴν ἐνημέρωσε γιὰ τὴν τοποθέτηση τῶν ἱερῶν συμβόλων τῆς βασιλικῆς γενιᾶς τῶν Ἀθηνῶν κάτω ἀπὸ ἕνα πελώριο βράχο. 
 Τῆς ἄφησε, ἀμέσως ἐντολὴ ὅτι ἐὰν γεννήσει γιό, κι ἀφοῦ πρωτίστως ὁλοκληρώσει τὰ δεκαέξι του χρόνια, νὰ τὸν ὁδηγήσει εἰς τὸ σημεῖο τῆς κρύπτης γιὰ νὰ πάρει τὸ βασιλικὸ σπαθὶ μὲ τὰ χρυσᾶ πέδιλα
 Ἐφόσον ὁ νεαρὸς κατάφερνε νὰ σηκώσει τὸν βράχο, γιὰ νὰ λάβει τὰ τεκμήρια τῆς βασιλικῆς ἐξουσίας, τοῦτο ἄμεσα θὰ πιστοποιοῦσε καὶ τὴν γνησιότητα τοῦ βασιλικοῦ διαδόχου του θρόνου τῶν Ἀθηνῶν. 

Ἀρχαῖο ἑλληνικὸ ἀνάγλυφο ποὺ δείχνει τὸν Θησέα νὰ σηκώνει τὸν πελώριο βράχο γιὰ νὰ πάρει τὸ σπαθὶ καὶ τὰ σανδάλια τοῦ βασιλικοῦ οἴκου τοῦ πατέρα τοῦ Αἰγέα. 
Πίσω ἀκριβῶς φαίνεται ἡ Αἴθρα νά 
τὸν κατευθύνει. 

  Μετὰ λοιπόν, τὴν παρέλευση ἐννέα μηνῶν ἡ Αἴθρα γέννησε ἕναν υἱὸ τὸν ὁποῖο ὀνόμασε Θησέα ἤτοι καὶ Θεσέα ἕνεκα τῆς θέσης ποὺ ἔπρεπε νὰ ἀποκαλύψει πρὶν ξεκινήσει τὴν πορεία τῶν ἄθλων. 
 Ὁ Θησέας, ἕως τὰ δεκαέξι του χρόνια, ἔλαβε παντὼς ἐπιστητοῦ ἐκπαίδευση ἐκ τοῦ παιδαγωγοῦ Κοννίδα. Συντελοῦντος τῆς προβλεπόμενης ἡλικίας καὶ κατόπιν παραινέσεως τῆς μητρός του Αἴθρας ὁ Θησέας ὁδηγήθηκε στὸν μυστικὸ σημεῖο ὅπου εἶχε τοποθέτηση ὁ πατέρας του κάτω ἀπὸ ἕνα γιγάντιο βράχο τὸ σπαθὶ μὲ τὰ χρυσᾶ σανδάλιά του. 
 Ὁ Ἀθηναῖος ἥρως, ἀποδεικνύοντας τὴν θεία καταγωγή του σήκωσε μὲ μιὰ κίνηση τὸν ὀγκώδεις βράχο καὶ πῆρε τὰ ἱερὰ σύμβολα. 
 Τοῦτος μοιάζει νὰ εἶναι ὁ πρῶτος του ἆθλος ὅπου τὸν ὁδήγησε στὰ ἑπόμενα πολυθρύλητα κατορθώματα του. 
 Ὅπως διαφαίνεται ἱστορικά, τὸ σπαθὶ καὶ τὰ χρυσᾶ σανδάλια εἶχαν κάποια ἰδιαίτερη συμβολικὴ ἀξία καὶ ὁ κάτοχος τῶν ἱερῶν συμβόλων χρίζονταν, ἐλέῳ Θεοῦ, βασιλιᾶς ἢ διάδοχος τοῦ θρόνου. 

Ἡ εἰκόνα ἑνὸς σπαθιοῦ ποὺ βρέθηκε στὸν τύμβο τοῦ πολεμιστῆ ὅπως ἀναγράφεται κάτωθι στὴν ἀνάρτηση τοῦ φωτογραφικοῦ 
ἀρχαιολογικοῦ ὑλικοῦ τοῦ Edouard Dodwell:"Ancient sword found 
at the tomb of a warrior in Athens 1819 Edouard Dodwell". Γιὰ τοὺς Ἀθηναίους, εἶχε παραμείνει ἀπὸ τὴν ἐποχὴ τοῦ βασιλιᾶ τους Θησέα ὁ συμβολισμὸς τῆς ἱερότητας τοῦ σπαθιοῦ 
καὶ ἡ ἀξία τῆς κληρονομικότητας. 

 Μολαταῦτα, τὰ ἄνωθεν ἱστορημένα γεγονότα πρεπει νὰ θεωρηθοῦν ἀπὸ τοὺς σύγχρονους ἱστοριοδίφες γνήσια καὶ ἀληθεῖς, ἱστορικὰ κι οὐχὶ παραϊστορία, καθ' ὅσον, οἱ ἱστορικοὶ τῆς ἀρχαιότητας τὰ κατέγραψαν μὲ τὴν πρόθεση ἐγκυρότητος εἰς τὶς μακροσκελεῖς ἐξιστορήσεις τους. 
  Ἔτσι, ἂν θελήσουμε νὰ παραβάλλουμε τὴν ἱστορία τοῦ σπαθιοῦ τοῦ Θησέα μὲ τὴν ἱστορία τοῦ σπαθιοῦ του Ἀρθούρου, τὸ ἐπονόμαστο ἐξκάλιμπουρ, μέλλει νὰ ἀποκαλυφθοῦν ἐμφανῆ στοιχεῖα μεταβάσεως τῆς πρώτης ἱστορίας τοῦ σπαθιοῦ τοῦ Θησέα στὴν δεύτερη καὶ κατὰ πολὺ μεταγενέστερη τοῦ Ἀρθούρου ἡ ὁποία διασώζεται ἐλαφρῶς μυθιστοριοποιημένη. 
 Τούτη, λοιπόν, τὴν παραβαλλομένη ὑπόθεση εἰς τὴν Βρετανικὴ μυθολογία, ὡσὰν παραμυθία, ἀναμοχλεύουμε δθακριτικὰ ἐντρυφῶντας στὰ δρώμενα τῆς μεσαιωνικῆς Βρετανίας. Πρωταγωνιστής, ἐδῶ, εἶναι ὁ Ἀρθοῦρος, ὁ ἱδρυτὴς τοῦ τάγματος τῆς στρογγυλῆς τραπέζης. Στὴν πορεία ὅμως, τῆς περιγραφῆς τοῦ μύθου, θὰ δοῦμε ὅτι τὰ μυθολογικὰ γεγονότα τοῦ Ἀρθουριανοῦ κύκλου βασίζονται στὴν μεταγραφὴ τοῦ βίου Ἀττικῶν ἡρώων, ὅπως λόγου χάριν, τοῦ Θησέα, τοῦ Ἰκάριου, τοῦ Ἱππότη κ.α. 
  Ἐν ὀλίγοις, ὁ Ἀρθοῦρος ἐθεωρεῖτο ἕνας μικρὸς ἥρωας ποὺ γεννήθηκε γιὰ νὰ βασιλέψει στὴν Κελτικὴ Βρετανία πρὶν τὴν εἰσβολὴ τῶν Σαξόνων καὶ τῶν Νορμανδῶν
 Μεγάλωσε σὲ μιὰ φτωχὴ ἀγροτικὴ οἰκογένεια, θεωρῶντας, συμφώνως του μυθοπλάστου, ὅτι συντηροῦσε τὸ λαϊκὸ ἔρεισμα ἐκ τῆς ἀγροτικῆς τάξεως τοῦ λαοῦ τῆς ὑπαίθρου (δηλαδὴ ἀπὸ τὸν ἁπλὸ λαό, ὅπως καὶ ὁ Θησέας, ἄλλωστε, ὑπῆρξε πολὺ λαοφιλὴς καὶ συνάμα προστάτης τῶν ἀδυνάτων χαμηλῶν κοινωνικῶν τάξεων). 
  Ὁ μῦθος τῆς Ἀρθουριανῆς λογοτεχνίας λέει ὅτι, κάποτε ὑπῆρχε ἕνα ἱερὸ σπαθὶ ποὺ κατασκευάστηκε μὲ μαγικὸ τρόπο ἀπὸ τὸν μάγο Μέρλιν, κι ὀνομάστηκε ἐξκάλιμπερ ἢ ἐξκάλιμπουρ. Τὸ σπαθὶ τὸ δώρισε στὸν βασιλιᾶ Πέντραγκον ὁ Μέρλιν, σὲ κάποια μεταξύ τους συνδιαλλαγή. 
  Τελικά, ἔπειτα ἀπὸ πολλὲς περιπέτειες, ὁ Οὖθερ Πέτραγκον, ὁ γνήσιος πατέρας του Ἀρθούρου, κάρφωσε τὸ ἐξκάλιμπερ σ' ἕνα βράχο, λίγο πρὶν πεθάνει. Γιὰ πολὺ καιρὸ οἱ ἱππότες της Βρετανίας προσπαθοῦσαν νὰ ξεσφηνώσουν τὸ ἱερὸ σπαθὶ ἀπὸ τὸ βράχο μὰ κανείς τους δὲν τὸ κατάφερνε. 
  Ὁ μικρὸς Ἀρθοῦρος, μετὰ τὸ θάνατο τῶν γονιῶν του υἱοθετήθηκε ἀπὸ μιὰ ἀγροτικὴ οἰκογένεια. Κάποια στιγμή, ποὺ ἐκτελοῦσε χρέη ἱπποκόμου, τοῦ ζητήθηκε ἀπὸ κάποιον ἱππότη νὰ τοῦ φέρει ἕνα σπαθί.   Ἐκεῖνος, ἀναζητῶντας τὴν εὕρεση ἑνὸς σπαθιοῦ ὁδηγήθηκε στὸν βράχο μὲ τὸ καρφωμένο ἐξκάλιμπουρ. Χωρὶς νὰ γνωρίζει τίποτα γιὰ τὸ μυστήριο ποὺ περιβάλλει αὐτὸ τὸ σπαθί, τραβῶντας το, τὸ ἔβγαλε μέσα ἀπὸ τὸν βράχο. Τότε, βλέποντας ὅλοι τὸ γεγονὸς θεώρησαν ὅτι, ἡ κατάρα τοῦ σπαθιοῦ λύθηκε κι ὁ Ἀρθοῦρος μέλλει νὰ ἀνακηρυχθεῖ ὁ νέος βασιλιᾶς της Κελτικῆς Βρετανίας

Ζωγραφικὴ ἀπεικόνιση τοῦ νεαροῦ 
Ἀρθούρου ποὺ ἕλκει τὸ ἐξκάλιμπουρ καὶ τὸ ἀπελευθερώνει ἀπὸ τὸν βράχο 

  Μετὰ ἀπὸ τὴν στέψη του, ὁ Ἀρθοῦρος, γίνεται ἐκτελεστὴς μεγάλων ἄθλων εἴτε πολεμικῆς ὑπεροχῆς εἴτε κυβερνητικῆς διαχείρισης. 
 Ὅλα αὐτὰ ὅμως ἀντανακλοῦν μιὰ ἐλαφρῶς παρηλλαγμένη ἐξιστόρηση σημαντικῶν ἡρωικῶν ἄθλων τῆς ζωῆς τοῦ Ἕλληνα Θησέα, πρότυπου βασιλιᾶ τῆς πόλεως τῶν Ἀθηνῶν. 
 Οἱ ἆθλοι τοῦ Θησέως, ποὺ υἱοθετήθηκαν καὶ μεταφέρθηκαν στὴν ἀνάπλαση τῆς μυθολογικης ὕλης τοῦ Ἀρθούρου πιστοποιοῦνται κι ἀπὸ τὴν ἐγκυκλοπαίδεια ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ στὰ λήμματα, Θησέας καὶ Ἀρθοῦρος ἀντίστοιχα. 
 Πιὸ συγκεκριμένα, στὸ λῆμμα Ἀρθοῦρος, ἀναφέρεται ὁ ἐν λόγῳ βασιλέας της Βρετανίας ὡς ἥρωας ποὺ ἔφερε τὸν πολιτισμὸ καὶ τὴν δημιουργία, τὸ ὁποῖο τροποτινὰ ἀντικατοπτρίζει τὰ μεγάλα ἔργα ποὺ πρόσφερε στὴν ἱστορία τοῦ ἀνθρώπου ὁ Ἕλληνας Ἀθηναῖος ἥρωας Θησέας [1]. 
 Ὀφείλω ἐδῶ νὰ ἐνημερώσω ὅτι, ὁ Θησέας ὑπῆρξε πρόσωπο ἱστορικὸν καὶ τὸ ἐπιβεβαιώνουν μεταγενέστερες ἱστορικὲς πηγὲς ὅπως ἡ μαρτυρία περὶ τῆς συλλογῆς καὶ μεταφορᾶς των ὀστώντου ἥρωος στὴν Ἀθήνα ἀπὸ τὸν πολιτικό - στρατηγὸ Κίμωνα Μιλτιάδους
 Τὸ ὄνομα τοῦ Θησέα δὲν ἔσβησε στὴν πορεία τοῦ χρόνου, ἀκόμα καὶ κατὰ τὴν χριστιανικὴ ἐποχὴ ὅπου ἐξυμνήθηκε ἀπὸ τὸν ἐπίσκοπο τῶν Ἀθηνῶν, Μιχαὴλ Χωνιάτηὡς προστάτης τῶν γραμμάτων καὶ πρωτεργάτης τῶν νόμων καὶ τῆς δικαιοσύνης. 
 Ἐπιπλέον, στὸ λῆμμα Ἀρθοῦρος, καταγράφεται ἡ ἐνδεδειγμένη κλοπὴ θεμάτων ἀπὸ τὴν ἑλληνικὴ μυθολογία, ὅπως, τὸ δικαίωμα στὴν ἐξουσία μὲ τὴν ἀπόκτηση τοῦ ξίφους, παρμένο ἀπὸ τὸν μῦθο τοῦ Θησέα, καὶ ἐπίσης ὁ τρόπος γέννησης τοῦ Ἀρθούρου, παρμένος ἀπὸ τὸν μῦθο τοῦ Ἡρακλῆ κι ὁμοίως ἡ προδοσία της σύζυγο τοῦ βασιλιᾶ Ἀρθούρου ἀπὸ συγγενικὸ πρόσωπο κλεμμένο ἀπὸ τὴν βιογραφία τοῦ Ἀχαιοῦ βασιλέα Ἀγαμέμνων

Ζωγραφικὴ ἀπεικόνιση τῆς ἔλευσης 
τοῦ ἥρωα Θησέα στὰ πατρογονικὰ ἐδάφη ὅπου ἀναγνωρίζεται, κατὰ τὴν πρώτη τους συνάντηση, ἀπὸ τὸν πατέρα τοῦ, βασιλέα τῆς Ἀθήνας, Αἰγέα, διὰ μέσου τοῦ βασιλικοῦ 
σπαθιοῦ - ξίφους. 

 Ἐν τούτοις, περὶ τῆς ἱστορικῆς ὑπάρξεως τοῦ βασιλέως Ἀρθούρου δὲν τίθεται κανένα ἀξιόπιστο κριτήριο. Οὕτως εἰπεῖν, ἡ φερωνυμία τοῦ ἐν λόγῳ προσώπου μέλλει νὰ ἀναζητηθεῖ ὡς μιὰ παραφθορὰ τοῦ ὀνόματος ἐκ τοῦ λαμπροτάτου ἄστρου του Βοώτη Ἀρκτούρου
 Ὁ Ἀρκτοῦρος, ἐμφανῶς ἐμπεριέχει μία μυθολογικὴ σχέση μὲ τὸν Ἀττικὸ ἥρωα Ἰκάριο, τοῦ ὁποίου ἡ βιογραφία ἀποσυμβολίζει τὸν μῦθο του ἀστέρα Ἀρκτοῦρο του Βοώτη. Συνελλόντι, ὁ Ἀρκτοῦρος σύμφωνα μὲ τὴν ἑλληνικὴ μυθολογία εἶναι ὁ Ἰκάριος ποὺ καταστερίστηκε στὸν οὐρανὸ ἀπὸ τὸν θεὸ Ζεύς. 
  Ἡ ἱστορία του Ἰκάριου ἢ Ἴκαρου ἢ Ἰκαρίων, τῆς Αἰγηίδος φυλῆς τῶν Ἀθηνῶν, ὅπου διαβιοῖ ἐπὶ τῆς βασιλείας του Ἐρεχθείδη Πανδίονα στὴν περιοχὴ τῶν Μεσογείων Ἀττικῆς, μυθιστορεῖται μὲ τὰ ἑξῆς περαιτέρω σχόλια: "Κάποτε ὅταν ὁ Ἰκάριος δέχτηκε νὰ φιλοξενήσει τὸν Διόνυσο, ὁ θεὸς τῆς ἀμπέλου καὶ τοῦ οἴνου γιὰ νὰ ἀνταμείψει τὴν θερμὴ ὑποδοχή του Ἰκάριου, τοῦ ἔκανε δῶρο τὴν γνώση της ἀμπελοκαλλιέργειας καὶ τῆς οἰνοποιίας. 
 Ὁ Ἰκάριος θέλοντας νὰ μεταλαμπαδεύσει τὴν τέχνη τῆς διονυσιακῆς καλλιέργειας καὶ παραγωγῆς τοῦ ὑδαροῦς ποτοῦ συναντῶντας τοὺς ἡμεδαποὺς συμπολῖτες του πρόσφερε νὰ πιοῦν τὸν ἄκρατο διονυσιακὸ οἶνο. Ἡ μέθη ποὺ τοὺς προκάλεσε τὸ ἀλκοὸλ τοῦ οἴνου ἀντιμετωπίστηκε ἄμεσα μὲ βαριὰ καχυποψία καὶ χωρὶς νὰ τὸν δικάσουν θανάτωσαν τὸν Ἰκάριο, ἰσχυριζόμενοι ὅτι τὸ θῦμα προσπάθησε νὰ τοὺς δηλητηριάσει. Λίγο ἀργότερα ἡ κόρη του Ἠριγόνη, καθοδηγούμενη ἀπὸ τὴν σκύλα της Μαίρα ἢ Μαρία, ἔφτασε στὸν Ὑμηττὸ ὅπου ἐκεῖ βρῆκε τὸν τάφο τοῦ πατέρα της ὅπου τὸν εἶχαν θάψει οἱ φονεῖς του. Στὸ σημεῖο αὐτό, ἡ νεαρὴ κόρη, ἀπὸ τὴν λύπη της, ἀπαγχονίστηκε"
 Ἡ Ἠριγόνη, ὑπῆρξε ἕνα μυθολογικὸ πρόσωπο ὅπου συμβόλιζε τὴν Αὐγή, κι ἀναφέρονταν ὅτι πέθανε σὲ νεαρὴ ἡλικία. Ὁ ἄδικος θάνατος τῆς ἐπέφερε τὴν θεία μῆνιν μὲ ἀποτέλεσμα νὰ ἐπέλθει ἡ ἀρρώστια τῆς πανούκλας ἢ τῆς λύσσας σὲ ὅλες τὶς παρθένες τῆς Ἀττικῆς, ποὺ πλέον ἀλλόφρονες ἀπαγχονίζονταν ὡσάν την Ἠριγόνη. 
 Ὁ Δίας κι ὁ Διόνυσος, βλέποντας τὴν τροπὴ τοῦ μοιραίου δράματος, μετέτρεψαν σὲ οὐράνιους ἀστερισμούς τους τρεῖς πρωταγωνιστές. Ὁ Ἰκάριος ἔγινε ὁ λαμπρὸς ἀστήρ του Βοώτη, ἐπονομαζόμενος ὡς Ἀρκτοῦρος ἢ Ἀρθοῦρος, ἡ Ἠριγόνη ὁ ἀστερισμὸς τῆς Παρθένου καὶ ἡ σκυλίτσα Μαίρα τὸ ἄστρο τοῦ κυνός
 Γιὰ νὰ ἐξευμενίσουν τὸ κακό, οἱ Ἀθηναῖοι, ἔπιασαν τοὺς δράστες τοῦ ἐγκλήματος καὶ τοὺς τιμώρησαν. Ἔπειτα, θέσπισαν μιὰ ἐξωραϊστικὴ καὶ γονιμικἠ ἑορτὴ ποὺ τὴν ὀνόμασαν ΑἰώραἘώρα. Κατὰ τὴν διάρκεια τῆς ἑορτῆς δίνονταν ἕνας ἐπιτραπέζιος δεῖπνοςΕὔδειπνος λεγόμενος, ὅπου ἔψαλλαν ὁμόφωνα ἕνα ἆσμα. 
 Τοῦτο, τὸ ἑλληνικὸ ἀθηναϊκὸ ἔθος υἱοθετήθηκε ἀπὸ τοὺς Βάρδους μυθογράφους γιὰ νὰ περιγράψουν τὶς γιορτὲς τῶν ἱπποτῶν τῆς στρογγυλῆς τραπέζης μὲ τὰ ἄσματα καὶ τὸ πιοτὸ ποὺ ἔπιναν στὸ κύπελλο μπράγκα
 Κατὰ τὴν ἐποχή, λοιπόν, τοῦ Ἰκάριου καὶ τῆς Ἠριγόνης γεννιέται καὶ ὁ μῦθος τοῦ σπαθιοῦ τοῦ Αἰγέα του γιοῦ τοῦ Πανδίονα καὶ πατέρα τοῦ Θησέα. Ἀποσπασμάτια αὐτοῦ τοῦ μύθου φαίνεται πὼς ταξίδεψαν πρὸς τὴν Βρετανικὴ ἤπειρο, στοὺς μεταχριστιανικοὺς αἰῶνες, τότε ποὺ πλάθεται ἐκ τῶν ἐπικῶν ποιητῶν ὁ μορφικὸς χαρακτῆρας τοῦ βασιλιᾶ Ἀρθούρου. 
 Οἱ ὁμοιότητες τοῦ μύθου ὅπου ἔπλασαν γιὰ τὸν Βρετανὸ βασιλέα ἕλκουν τὴν καταγωγή τους ἐκ τῆς Ἑλληνικῆς ἐπικῆς ποιήσεως
 Ἐπιπλέον, περὶ τῆς δημιουργίας τοῦ ἱπποτικοῦ τάγματος τοῦ Ἀρθούρου, ὀφείλουμε νὰ ἀναζητήσουμε τὶς πιθανὲς ρίζες προελεύσεως εἰς τὴν ἀρχαία προϊστορικὴ Ἀθήνα. Τὸ καιρὸ ἐκεῖνο ὑπῆρξε ἕνας μυθολογικὸς ἥρωας ποὺ ὀνομάζονταν Ἱππότης
 Προκειμένου ὅμως, νὰ ἀποκαλύψουμε τὰ πιὸ βαθιὰ αἴτια τῆς πατρότητας τοῦ ὅρου τῆς ἱππικῆς ἢ ἱπποτικῆς ἢ ἰππευτικὴς τέχνης ἀναζητοῦμε τὰ χνάρια τοῦ θαλάσσιου θεοῦ Ποσειδῶνα, ὁ ὁποῖος δίδαξε τοὺς Ἀθηναίους, πρώτους ἀπ' ὅλους, τὴν ἱππικὴ τέχνη. Γιὰ τὴν ἐν λόγῳ εὐεργεσία του στὴν πόλη τῶν Ἀθηνῶν ὀνομάστηκε καὶ Ἴππιος Ποσειδῶν
 Οἱ Ἀθηναῖοι, τιμοῦσαν τὸν Ἴππιο Ποσειδῶνα σ' ἕνα ἀπ' τοὺς ἱεροὺς λόφους τῆς Ἀθήνας ποὺ ὀνομάζονταν Ἴππιος Κολωνός
 Στὰ μυθολογούμενα τους, οἱ Ἀθηναῖοι, ἐξιστοροῦσαν τὸ γεγονὸς τῆς διδασκαλίας τῆς ἱππικῆς τέχνης ἀπὸ τὸν Ποσειδῶνα στοὺς ἐγχώριους κατοίκους τῆς ἐνδόξου πόλεως. 
 Ἐπίσης, λέγεται ὅτι, ἦταν ἐκεῖνος ὅπου προσάρτησε πρῶτος ἕνα αὐτοσχέδιο ἅρμα στοὺς ἵππους. Ἔτσι, γεννήθηκε ἡ ἀρματοδρομία. Πραγματικά, μιὰ τόσο βαθιὰ ἐπιρροὴ εἶχε ἡ ἰππευτικὴ τέχνη στὴν ζωὴ τῶν Ἀθηναίων πολιτῶν ὅπου θεσμοθετήθηκε ἰδιαιτέρα ὀνομασία κοινωνικῆς τάξης ἡ ὁποία ὀνομάζονταν Ἱππεῖς [2]. 
 Αὐτοί, ὑπῆρξαν, κατὰ μίαν ἐκδοχή, οἱ πρῶτοι ἱππότες, οἱ ἀσχολούμενοι μόνο μὲ τὰ ἄλογα, τὴν ἱππικὴ τέχνη, τοὺς κανόνες εὐγένειας καὶ τὴν τιμὴ τῶν ὅπλων, οἱ κοινῶς ὀνομαστοὶ εὐπατρίδες. Τοῦτοι, οἱ ἀλογοτρόφοι ἱππεῖς ἦταν μιὰ κοινότητα μέσα στὴν κοινότητα τῆς πολιτείας, ποὺ συμμετεῖχαν ὑπὸ τὴν μορφὴ ἱεροτελεστίας στὴν μεγαλύτερη ἑορταστικὴ ἐκδήλωση τῶν Ἀθηνῶν, τὰ Παναθήναια


Τὸ ἐξκάλιμπουρ ἀπὸ τὴν ὁμώνυμη ταινία γυρισμένη τὸ 1981 κι ἀντ' αὐτοῦ στήν 
κάτωθι εἰκόνα βλέπουμε τὴν ἀνάπλαση ἑνὸς μυκηναϊκοῦ σπαθιοῦ στὴν ἐποχὴ τοῦ Θησέα. 


ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[1] Στὸ κύκλο τῆς Ἀρθουριανῆς λογοτεχνίας συγκαταλέγεται καὶ ἡ περιπέτεια τοῦ Τριστάνδου καὶ τῆς Ἰζόλδης. Ἰδοὺ τί λέει ἡ Wikipedia στὸ λῆμμα Ἰζόλδη. Κατὰ τὴ διάρκεια μιᾶς περιπέτειας στὴ περιοχή της Βρετάνης, ὁ Τριστάνδος ὑποφέρει ἀπὸ μιὰ δηλητηριασμένη πληγή, ποὺ μόνο ἡ Ἰζόλδη, ὁ πιὸ ἐξειδικευμένος ἰατρὸς τοῦ κόσμου, δύναται τὴν θεραπεύσει. Στέλνει, λοιπόν, ἕνα πλοῖο, ζητῶντας ἀπ' τὸ πλήρωμά του νὰ ἀνοίξει τὰ λευκὰ πανιὰ κατὰ τὴν ἐπιστροφὴ ἂν εἶναι ἡ Ἰζόλδη ἐπάνω στὸ πλοῖο κι ἂν δὲν εἶναι νὰ παραμείνουν μὲ τὰ μαῦρα. Ἡ Ἰζόλδη συμφωνεῖ νὰ πάει, καὶ τὸ πλοῖο ξεκινάει μὲ τὰ λευκά του πανιὰ ψηλά. Ὡστόσο, ὁ Τριστάνδος εἶναι πολὺ ἀδύναμος καὶ δὲν μπορεῖ νὰ κοιτάξει ἔξω ἀπ' τὸ παράθυρό του γιὰ νὰ δεῖ τὸ χρῶμα τῶν πανιῶν. Γι' αὐτὸ ζητᾶ ἀπὸ τὴ νόμιμη σύζυγό του νὰ τὸ ἐλέγξει. Ὅμως ἀπὸ ζηλοτυπία, ἡ νόμιμη γυναῖκα τοῦ Ἴσελτ, τοῦ λέει ὅτι τὰ πανιὰ εἶναι μαῦρα καὶ ὁ Τριστάνδος μέσα στὴν ἀπόγνωση τοῦ πεθαίνει ἀμέσως. Ὅταν ἡ Ἰζόλδη, ἐπιστρέφει βρίσκει τὸν ἐραστή της νεκρό. Ἡ ὑπόθεση τῆς θανατηφόρας παρεξήγησης τῶν λευκῶν καὶ μαύρων πανιῶν εἶναι κλεμμένη ἀπὸ τὴν ἱστορία τοῦ βασιλιᾶ Αἰγέα καὶ τοῦ γιοῦ τοῦ Θησέα στὴν ἑλληνικὴ μυθιστορία. Ἐκεῖ, βλέπουμε τὸν Αἰγέα νὰ παραγγέλνει στὸν γιὸ τοῦ Θησέα, ἂν γυρίσει νικητὴς ἀπὸ τὴν Κρήτη, νὰ ἀλλάξει τὰ μαῦρα πανιὰ καὶ νὰ βάλει λευκὰ ἢ πορφυρᾶ (κατὰ μία ἄλλη ἐκδοχή). Ἀφοῦ, ἐν τέλει σκοτώνει τὸν Μινώταυρο, γυρνάει πίσω στὴν Ἀθήνα, ἀλλά, κατὰ τὴν διάρκεια τοῦ ταξιδιοῦ ἀναγκάζεται, ἀφοῦ, συγκοιμήθηκε μὲ τὴν Ἀριάδνη νὰ τὴν ἀφήσει πίσω. Ἐπειδή, λοιπὸν ἦταν θλιμμένος γιὰ τὴν ἀπώλεια τῆς Ἀριάδνης, ξεχνάει ν'αλλάξει τὰ πανιὰ κι ὁ Αἰγεὺς βλέποντας τὰ μαῦρα ἱστία γκρεμίζεται ἀπὸ τὸν βράχο τῆς Ἀκρόπολης τῶν Ἀθηνῶν (κατὰ ἄλλους ἀπὸ τὸν βράχο τοῦ Σουνίου). 
[2] Ἡ μοναδικὴ καταγραφὴ περὶ ἀρχαίας ἱππικῆς τέχνης συναντᾶτε στὸ σύγγραμα τοῦ Ἀθηναίου ἱστορικοῦ φιλοσόφου καὶ στρατιωτικοῦ Ξενοφῶντα, "Περὶ ἱππικῆς". Ὁ Ξενοφῶντας ὑπῆρξε ἕνας ἄριστος ἱππέας ἀλλὰ καὶ εὐγενὴς ἱππότης. Ὡς ἔφιππος πολεμιστὴς ἔλαβε μέρος σὲ πολλὲς μάχες καὶ ἐκτὸς συνόρων τῆς πατρίδας του, ὅπως παρὰ τὸ πλευρὸ τοῦ φιλέλληνα βασιλέα της Περσίας Κύρου. Θὰ λέγαμε ὅμως ὅτι, ἡ ἔννοια τοῦ ἱππότη πρωτοεμφανίζεται στὰ ἐπικὰ κείμενα τοῦ Ὁμήρου, ὅπου, ὁ ραψωδὸς προσφωνεῖ τὸν Νέστορα στὴν Ἰλιάδα ὡς ἱππότη: "ἱππότα Νέστωρ" (Ἰλιὰς Β 336). 


ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
•ΕΓΚΥΚΛΟΠΑΙΔΙΚΟΙ ΘΗΣΑΥΡΟΙ, ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ,  ἐκδοτικὴ Ἀθηνῶν
•Πλουτάρχου, Βίοι Παράλληλοι/Θησέας 
•Διόδωρου Σικελιώτης, Ἱστορικὴ Βιβλιοθήκη 
•Ἀπολλόδωρου Βιβλιοθήκη 
•Παυσανίου, Ἀττικά 
•Ὁμήρου, Ἰλιάς