Πέμπτη 19 Ιανουαρίου 2017

             
  
  ЭIЄ

 Ὁ Ἀθηνόδωρος καὶ τὸ φάντασμα τοῦ ἁλυσοδεμένου νεκροῦ
(Μιὰ ἀληθινὴ ἱστορία τῆς ἀρχαίας Ἀθήνας)
Ἔρευνα & συγγραφή: Ἰωάννης Γ. Βαφίνης

    Ἀθηνόδωρος ὁ Σολεὺς ὑπῆρξε στωικὸς φιλόσοφος τοῦ 3ου αἰῶνος π.Χ. στὴν ἀρχαία Ἀθήνα. Γενέτειρα τοῦ θεωροῦνταν οἱ Σόλοι της Κιλικίας. Οἱ Σόλοι ὑπῆρξαν στὰ κλασσικὰ χρόνια ἀποικία τῶν ἀρχαίων Ἀθηναίων. 
 Ἡ ἱστορία μας ξεκινάει ἀπὸ κάποιο ἰδιαίτερο χρονικὸ σημεῖο τῆς ζωῆς τοῦ φιλοσόφου, ἴσως πολὺ μετὰ τῆς ἐνηλικιώσεως του, ὅπου ἀποφάσισε μετὰ τοῦ ἀδερφοῦ του Ἄρατου νὰ μεταβεῖ εἰς τὴν Ἀθήνα γιὰ νὰ παρακολουθήσει τὴν φιλοσοφικὴ διδασκαλία τοῦ Ζήνωνα τοῦ Κιτιέως
 Ὁ Ζήνων, ἐκεῖνο τὸν καιρό, εἶχε δημιουργήσει εἰς τὴν πόλη τῆς σοφίας ἕνα νέο ρεῦμα διδασκαλίας ἀναγόμενο στὴ σφαῖρα τῆς στωικῆς φιλοσοφίας. 
  Θεωρῶντας τὴν Ἀθήνα ὡς δεύτερη τοῦ πατρίδα, καὶ γόνος παλαιοτάτων Ἀθηναίων ἀποικιστὼν καὶ ἱδρυτῶν τῆς πόλεως τῶν Σόλων, δὲν δυσκολεύτηκε νὰ πάρει τὴν ἀπόφαση τῆς μόνιμης μετεγκαταστάσεως στὴν πόλη τῶν τεχνῶν, τῆς φιλοσοφίας καὶ τῶν γραμμάτων. 
  Ὅταν ἔφτασε στὸ κλεινὸν ἄστυ ἀντίκρυσε μιὰ ὡραιότατη διόροφη οἰκία κι ἀποφάσισε ἀμέσως νὰ τὴν ἀγοράσει. Παρόλες τὶς φῆμες ποὺ κυκλοφοροῦσαν ἀπὸ τοὺς τριγύρω κατοίκους, γιὰ ὁρισμένα παραφυσικὰ φαινόμενα ποὺ συνέβαιναν στὸ ἐσωτερικὸ τοῦ σπιτιοῦ, ὁ Ἀθηνόδωρος ἀδιαφόρησε κι ἐπίσπευσε τὴν ἀγορά του. 
  Ἡ ἐγκατάσταση τοῦ πραγματοποιήθηκε ταχέως χωρὶς οὐδεμία καθυστέρηση.  Ὡστόσο, οἱ περίοικοι συνέχιζαν νὰ ὁμιλοῦν μὲ φόβο γι' αὐτὸ τὸ σπίτι, ὑποστηρίζοντας ὅτι, κατὰ τὴν διάρκεια τῆς νυκτὸς ἐμφανίζονταν ἕνα ἀλόκοτο φάντασμα. Αὐτὸς ἦταν κι ὁ λόγος ποὺ κανεὶς ἄλλος δὲν ἤθελε νὰ τὸ κατοικήσει. 
 Τὴν πρώτη νύκτα τῆς διαμονῆς του, ὁ Ἀθηνοδῶρος, καθὼς ἔγραφε καθήμενος κι ἀτάραχος τὰ πονήματα του, ἄκουσε ἕνα τρομακτικὸ θόρυβο παραγόμενο ἀπὸ βαριὲς συρόμενα σιδερικά. Σὺν τῷ χρόνῳ εἶδε ἕναν γέροντα φορτωμένον μὲ ἁλυσίδες ποὺ τὸν πλησίασε. 
 Ὁ Ἀθηνόδωρος παραμένοντας ἀτάραχος συνέχισε νὰ γράφει. Ὅμως τὸ ἀλόκοτο φάντασμα τοῦ γέροντα, μ' ἕνα νεῦμα τοῦ δαχτύλου του, τὸν προέτρεπε νὰ τὸν ἀκολουθήσει. Ὁ φιλόσοφος, τότε, τοῦ ἔγνεψε νὰ τὸν περιμένει λιγάκι ἐὼς ὅτου τελειώσει τὴν ὕλη του συγγράματος. 
 Μετ' ὀλίγον, τὸ φάντασμα, τὸν πλησίασε σὲ ἀπόσταση ἀναπνοῆς καὶ κρότησε τὶς ἁλυσίδες κοντὰ στ' αὐτιά του Ἀθηνοδώρου. Διεγειρώμενος ἀπὸ τὴν ἐπιμονὴ τοῦ γέροντος, ἔλαβε τὴν λυχνία του, ὁ στωικὸς φιλόσοφος, ἀκολουθῶντας τὸν ὁδοιπορῶντας μέχρι τὴν αὐλὴ τῆς οἰκίας του. 
 Κατὰ τὴν στιγμὴ τῆς ἐλεύσεως τοὺς στὸ χωμάτινο χῶρο τῆς αὐλῆς, τὸ φάντασμα εἰσῆλθε κάτω ἀπὸ τὸ ὑπόστρωμα τῆς αὐλῆς, ἐξαφανιζόμενο. 
   Μὴ θορυβηθεῖς, ὁ Ἀθηνόδωρος, ἔκοψε μιὰ μικρὴ ποσότητα, ὅσο τῆς παλάμης του, ἀπ' τὴν χλωρίδα τῆς τοποθεσίας ἐκείνης, γιὰ νὰ σημαδέψει τὴν περιοχὴ κι ἐπέστρεψε στὸ δῶμα του. 
   Ἐφόσον ξημέρωσε ἡ ἐπερχόμενη ἡμέρα, ὁ Ἀθηνόδωρος φρόντισε νὰ συναντήσει τοὺς ἄρχοντες τῆς πόλης τῶν Ἀθηνῶν καὶ νὰ τοὺς διηγηθεῖ καταλεπτῶς τὰ νυχτερινὰ συμβάντα. 
  Ἐκεῖνοι ἐπιλαμβανόμενοι τῶν γεγονότων ἔσπευσαν στὴν αὐλὴ τῆς οἰκίας καὶ ἔσκαψαν στὸ σημεῖο ὑπόδειξης τοῦ Ἀθηνοδώρου. 
  Μετὰ ἀπὸ λίγα λεπτὰ ἐκ τῆς ἀνασκαφῇς ἐφανερώθηκαν τὰ ὀστᾶ ἑνὸς νεκροῦ ἡλικιωμένου ἀνδρὸς περιδεδεμένα ἀπὸ βαριὲς ἁλυσίδες. Φαίνεται ὅτι,  ὁ νεκρὸς δολοφονήθηκε βασανιζόμενος ἀδίκως καὶ ὑπὸ ἀντίξοες συνθῆκες βαλμένος κάτω ἀπ' τὸ χῶμα. Τὸ πνεῦμα του περιπλανόνταν στὸ χῶρο αὐτὸ μέχρι νὰ βρεθοῦν τὰ ὀστᾶ καὶ κηδευθοῦν μὲ τὰ τοπικὰ ἐθιμοτυπικὰ δρώμενα. 
  Ἀφ' ὅτου, λοιπόν, ἔγινε τὸ τελετουργικὸ τῆς παραδοσιακῆς - θρησκευτικῆς τελετῆς ἐνταφιασμοῦ κι ἀπεδόθηκαν οἱ τιμὲς στὸν νεκρόν, ἔκτοτε, ἡ οἰκία αὐτὴ παρέμεινε ἐς ἀεὶ ἥσυχος καὶ ἀνενόχλητος. 
                               


ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ 
•Πλίνιος ὁ νεότερος, Ἐπιστολὲς Γουσταύου •Παζίνη, Μέγας προφητικὸς ὀνειροκρίτης,εκδ. Ἀνατολή, Ἀθῆναι 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου