Τετάρτη 28 Ιουνίου 2017



ЭIЄ
Οι αμορόζοι ερωτοτραγουδιστές απόγονοι του Ίμερου - Πάρη

έρευνα και συγγραφή: Ιωάννης Γ. Βαφίνης

 Στα λογοτεχνικά κείμενα του Γρηγορίου Ξενόπουλου υπάρχουν άφθονες αναφορές για τα μουσικά δρώμενα της παλαιάς εποχής του ρομαντισμού. Πιο συγκεκριμένα, ο Ξενόπουλος, στο διήγημα του, "Ο ποπολάρος", διασώζει λεπτομέρειες του μουσικού πολιτισμού της Ζακύνθου, τούτου δε και αδελφοποιημένου με την πόλη των Αθηνών.
 Στην Αθήνα, την αιώνια πόλη και πρωτεύουσα του έθνους των Ελλήνων, είχε μετεγκατασταθεί από την γενέτειρα του Ζάκυνθο, ο λόγιος συγγραφεύς, όπου διέμεινε ως το τέλος της ζωής του. Στην Αθήνα, φαίνεται ότι συνέγραψε τα περισσότερα διηγήματα του κι ένα από αυτά ήταν κι ο ποπολάρος όπου συγκίνησε τα μάλα το αναγνωστικό του κοινό. 
  Μια λεπτομέρεια της απαρχής του διηγήματος αναφέρει τα εξής: «Το παλιό τραγούδι της κιθάρας, που το τραγουδούσαν οι ζακυνθινοί «αμορόζοι», έλεγε: Ο ανήφορος της Μπόχαλης είναι ωραίο σεργιάνι, κι 'όπ' αγαπάει μελαγχροινή το νου του τόνε χάνει. Κάθε απόγευμα που ο Ζέππος, ο γιος του Πεμπονάρη του σταφιδά, έπαιρνε τον ανήφορο της Μπόχαλης, θυμότανε και μουρμούριζε αυτό το τραγούδι· για να ταιριάζει όμως περισσότερο στην περίσταση του, εκεί που έλεγε  «μελαγχροινή», ο Ζέππος έβαζε «μια ξανθή»...»  (κεφ. Α, Ένα ειδύλλιο στην Μπόχαλη).
Οι αμορόζοι - κανταδόροι της Ζακύνθου στην μεταφορά του διηγήματος
 του Γρ. Ξενόπουλου "Ο Ποπολάρος" σε κινηματογραφική ταινία το 1971 
με πρωταγωνιστή τον Κώστα Πρέκα. Ο Κ. Πρέκας, υποδύονταν τον Ζέπο 
όπως τον βλέπουμε αριστερά, έξω από το παράθυρο της αγαπημένης του 
Έλντας (στην ταινία την ερμηνεύει η Μπέτυ Λιβανού), να τραγουδούν το 
κανταδόρικο άσμα "Απόψε την κιθάρα μου". 

  Όπως έχω παρατηρήσει, ομοίως, και στην έρευνα μου «Η αρχαιοελληνική προέλευση της καντάδας - σερενάτας - πατινάδας από τον κώμο και τον παρακλαυσίθυρον», οι αμορόζοι ήταν οι κανταδόροι της Ζακύνθου. Η ονομασία του αμορόζου - κανταδόρου - ερωτοτραγουδιστή, αρχικά, δεικνύει την ξενική και δη λατινική της ρίζα, εκ του λήμματος amor (αμόρ) ή amore (αμόρε) που μεταφράζεται με την λέξη έρως. Ωστόσο, η πραγματική προέλευση του λήμματος εντοπίζεται στην παραφθορά και τον αναγραμματισμό της ονομασίας του ακόλουθου οπαδού της Αφροδίτης που έφερε την ονομασία Ίμερος.
 Ο Ίμερος, σύμφωνα με την ελληνική μυθολογία, ήταν ένας από τους πρώτους ερωτοτραγουδιστές το ανθρώπινου είδους. Το ερμηνευτικό του ήθος ήταν το συσταλτικό τραγούδισμα, που θεωρείται εράσμιο, ποθητό, αξιολάτρευτο. Έκ του πάλαι, λοιπόν, η χροιά της φωνής των ερωτοτραγουδιστών καθορίστηκε με την φράση ιμερόεις
  Ο Λουκιανός o Σαμοσατεύς, ένας από τους αρχαίους συγγραφείς της ελληνορωμαϊκής περιόδου, αναπαρήγαγε τον μύθο του Ίμερου, σε συνάρτηση με το ιστορικό πρόσωπο του Πάρη, που κέρδισε την Ελένη της Σπάρτης με το ερωτικό του τραγούδισμα και την εράσμια συμπεριφόρα του. Ιδού και τα γραφόμενα του Λουκιανού που επιβεβαιώνουν τα υπαινιχθέντα:
«Ἀφροδίτη
θάρρει τούτου γε ἕνεκα. παῖδε γάρ μοι ἐστὸν δύο καλώ, Ἵμερος καὶ Ἔρως, τούτω σοι παραδώσω ἡγεμόνε τῆς ὁδοῦ γενησομένω: καὶ ὁ μὲν Ἔρως ὅλος παρελθὼν εἰς αὐτὴν ἀναγκάσει τὴν γυναῖκα ἐρᾶν, ὁ δ᾽ Ἵμερος αὐτῷ σοι περιχυθεὶς τοῦθ᾽ ὅπερ ἐστίν, ἱμερτόν τε θήσει καὶ ἐράσμιον. καὶ αὐτὴ δὲ συμπαροῦσα δεήσομαι καὶ τῶν Χαρίτων ἀκολουθεῖν καὶ οὕτως ἅπαντες αὐτὴν ἀναπείσομεν.
Πάρις
ὅπως μὲν ταῦτα χωρήσει, ἄδηλον, ὦ Ἀφροδίτη: πλὴν ἐρῶ γε ἤδη τῆς Ἑλένης καὶ οὐκ οἶδ᾽ ὅπως καὶ ὁρᾶν αὐτὴν οἴομαι καὶ πλέω εὐθὺ τῆς Ἑλλάδος καὶ τῇ Σπάρτῃ ἐπιδημῶ καὶ ἐπάνειμι ἔχων τὴν γυναῖκα — καὶ ἄχθομαι ὅτι μὴ ταῦτα ἤδη πάντα ποιῶ.» (Θεών κρίσις, Διάλογος - Το μήλον της έριδος).


Μετάφραση:

[Αφροδίτη 

Γι' αυτό μη σε μέλει. Έχω δυο ωραίους νέους,  τον Ίμερο και τον Έρωτα και σ' αυτούς θα σε παραδώσω για να σου γίνουν οδηγοί. Και ο μεν Έρως θα μπει μέσα στην καρδιά της Ελένης και θα την αναγκάσει να σε ερωτευθεί. Ο δε Ίμερος θα κάνει τέτοιο το παρουσιαστικό σου και την κορμοστασιά σου που να γίνεις σ' αυτήν ποθητός και αγαπητός. Θα είμαι δε κι εγώ εκεί και θα παρακαλέσω τις Χάριτες να ρθουν μαζί μου ως εκεί,  για να την καταφέρουμε όλοι μαζί.

Πάρις

Τι ξεμπερδέματα θα έχω Αφροδίτη από αυτή την περιπέτεια δεν ξέρω, νοιώθω όμως πως από τώρα είμαι ερωτευμένος με την Ελένη και δεν ξέρω πως μου φαίνεται  σαν να τη βλέπω κι όλας και πως ταξιδεύω τα ίσα για την Ελλάδα, και πως φθάνω στη Σπάρτη και ξαναγυρίζω έχοντας μαζί μου τη γυναίκα αυτή - και στεναχωριέμαι γιατί δεν τα κάνω όλα αυτά μια ώρα αρχύτερα].
  Με τα σχόλια του Λουκιανού αντιλαμβανόμαστε την αντίληψη του αρχαίου κόσμου δια την επιρροή που εξασκούσαν οι υιοί της Αφροδίτης, Ίμερος και Έρως. Πίστευαν δε πως ο Ίμερος ήταν μια θετική αύρα του εραστή που επιδρά στην ψυχολογία της γυναίκας. Η αύρα του Ίμερου, προσδόθηκε ετυμολογικά και στην έκφραση της ερωτικής φωνητικής χροιάς.
  Η ιμερόεις φωνητική χροιά του ερωτικού τραγουδιού ήταν το γνώρισμα του κωμάζειν, κατά την αρχαία ελληνική εθιμοτυπία. Το κωμάζειν, όπως ετυμολογείται από το Μέγα Ετυμολογικόν λεξικό (ETYMOLOGICON MAGNUM) που συντάχθηκε κατά τους βυζαντινουύς χρόνους, είναι μια μουσικοποιητικοχορετική τέχνη που ονομάζεται κώμος και εκτελείται βαδίζοντας στους δρόμους κατά τις νυχτερινές ώρες, τις ώρες του ύπνου.

Εικόνα από το "Μέγα ετυμολογικό Λεξικόν"

 Μια γλαφυρή περιγραφή ενός ερωτικού πάθους, εκφραζόμενου με τον τρόπο της νυκτωδίας - σερενάτας, δίδεται από τον Λουκιανό τον Σαμοσατεύς στο έργο του «Δις κατηγορούμενος». Η υπόθεση εξελίσσεται έξω από την θύρα της αγαπημένης ενός νεαρού. Ο νέος, γεμάτος πόθο και ορμή, μετά της παρέας του, μεθυσμένων απάντων, περπατούν στο δρόμο όπου οδηγεί στο σπίτι της κοπέλας. Αφότου φτάνουν στην πόρτα του σπιτιού της χτυπάει την πόρτα της για να την εκβιάσει να κατέβει κάτω ενώ, παράλληλα, της τραγουδάει μία κανταδόρικη ερωτική ωδή. Το αρχαίο κείμενο, προϊόν της ελληνορωμαϊκής περιόδου, το παραθέτω στην κάτωθι εικόνα, όπου διαπιστώνεται η μακραίωνη προέλευση του θυροκοπικού άσματος του επονόματι και κώμου όπου στην πορεία των αιώνων μετονομάσθηκε σε νυκτωδία ή καντάδα ή πατινάδα ή σερενάτα.

  Το παράδοξο είναι  η προέλευση της λέξης σερενάτα. Κατά την επισφαλέστερη εκδοχή, προέρχεται από τον Σερένο, ήτοι και Σειλινό ακόλουθο του Διονύσου. Ο Σειλινός - Σάτυρος θεωρείται οπαδός του Διονύσου και πρωτοστατούσε στις κωμαστικές εκδηλώσεις. Εκτός από πολύ καλός χορευτής, ο Σειλινός, συχνά παρουσιάζεται να βαστά λύρα ή βάρβιτο ή κιθάρα και να άδει ερωτικές ωδές του κώμο, δηλαδή του κωμάζειν κιθαρωδικός.
  Οι αμορόζοι λοιπόν, προέρχονται, εξ ονόματος, από τον Ίμερο αλλά η ονομασία της σερενάτας εκ του Σειληνού - Σερένου. Ωστόσο, το αστικό δρώμενο της Σερενάτας - Καντάδας, στην συνολική του παρουσίαση, ενδείκνυται ως ένας συνδυασμός προερχόμενος εκ των δύο "θεϊκών" οντοτήτων, του Ίμερου & του Σειληνού. Εξ αυτών των δύο προσώπων της ελληνικής μυθολογίας ώσμωσαν τα στοιχεία της ερωτικής μουσικοποιητικής τέχνης δίνοντας το ερέθισμα στον Έλληνα πρωτάνθρωπο να εκφράσει τα συναισθήματα του απροκάλυπτα προς το ωραιότατο πλασμα της φύσης...το θήλυ. Έπειτα, από τον πολιτιστικό έθος των Ελλήνων διαδόθηκε και στους υπόλοιπους πληθυσμούς της γης. Με το ερωτικό συναίσθημα, στην μουσικοποιητική τέχνη, άρχισε η εξανθρώπιση του ανθρώπου.
 Το πανάρχαιο αυτό έθος, της ερωτικής ωδής, όπου βασίστηκε η μελωδική γραμμή της παραδοσιακής καντάδας των Αθηνών, Επτανήσων και περιχώρων, συναντιέται αυτούσιο στο αρχαίο λυρικό ποίημα του Βακχυλίδη που εξιστορεί την κατανίκηση του μινωταυρικού θηριού από τον βασιλιά των Αθηνών Θησέα. Ο λυρικός ποιητής Βακχυλίδης στον διθύραμβο του περιγράφει τους Αθηναίους παίδες να τραγουδούν έναν παιάνα με εράσμια ποθεινή φωνή, την ερατά όπι: «ἠίθεοι δ᾽ ἐγγύθεν νέοι παιάνιξαν ἐρατᾷ ὀπί.» (ΔΙΘΥΡΑΜΒΟΣ III ΗΙΘΕΟΙ 'Η ΘΗΣΕΥΣ ΚΗΙΟΙΣ ΕΙΣ ΔΗΛΟΝ). 
 Εν τοιαύτα, οι παιάνες, που εκτελούσαν οι Αθηναίοι προς τιμήν του Δηλίου Απόλλωνος, στην πορεία της μουσικοποιητικής δημιουργίας μεταλλάχθηκαν από θρησκευτικού περιεχομένου σε ερωτικού και εν τέλει στο τραγουδιστικό είδος της Σερενάτας - Καντάδας - Πατινάδας.


ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
  1. Γρηγόριος Ξενόπουλος, Ο Ποπολάρος, εκδ. Αδελφοί Βλάσση, Αθήνα 
  2. Λουκιανού, Θεών διάλογοι, Δις κατηγορούμενος
  3. Μεγα ετυμολογικόν λεξικό (ETYMOLOGICON MAGNVMZ)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου