Σάββατο 22 Σεπτεμβρίου 2018



  ЭIЄ
ΑΓΙΟΣ ΛΕΩΝΙΔΗΣ: ΤΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΤΗΣ ΕΝΑΠΟΘΕΣΕΩΣ ΤΩΝ ΙΕΡΩΝ ΟΣΤΩΝ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΑΘΗΝΑ
Έρευνα & συγγραφή Ιωάννης Βαφίνης


  Στην Αθήνα του 3ου αιώνα μ.Χ όπου είχε ήδη επικρατήσει στρατιωτικά ο ρωμαϊκός ιμπεριαλισμός, διαβιούσε εν κρυπτώ η χριστιανική αδελφότητα των γηγενών Αθηναίων. Μολονότι, η Αθήνα, ήταν μια από τις πόλεις του ρωμαϊκού κράτους που της είχε παραχωρήθει μια υποτυπώδη πολιτειακή ελευθερία, η Pax Romana ως μεγάλος αδελφός επέβλεπε κατά τρόπον δυναστικό κάθε διαφορετική πρόθεση ιδεαλισμού. Μία εξ αυτών των επικίνδυνων προθέσεων ιδεαλισμού υπήρξε  κι ο χριστιανισμός. Οι Ρωμαίοι πίστευαν ότι ο χριστιανικός ιδεαλισμός είχε ως προορισμό την ανατροπή των σχεδίων της ρωμαϊκής κοσμοκράτορας. Γι' αυτό η ρωμαϊκή μηχανή εξεδίωκε μετά μανίας τους πεποιθότες του χριστιανικού δόγματος.
  Τον καιρό εκείνο, στην μικρή κοινότητα των χριστιανών της Αθήνας διατελούσε επίσκοπος της εκκλησίας του Χριστού ο Λεωνίδης εξ Αθηνών[1]. Λεπτομέρειες περί του βίου του Αθηναίου επισκόπου διασώθηκαν ελάχιστες έως και μηδαμινές.
  Οι μόνες έγκυρες πηγές, περί της βιοτής του Αγίου, είναι η περίοδος της ανάληψης του επισκοπικού θρόνου αλλά και το μαρτυρικό γεγονός της τελευτής του. Πως, πότε, που και γιατί συντελέσθηκε το γεγονός τούτο;
  Τα ελάχιστα ιστορικά κείμενα, γνώμονες της επιμέρους έρευνας, ρίχνουν φως  άγνωστες πτυχές του ιστορικού βίου του Αγίου επισκόπου των Αθηνών που δεν έχουν δημοσιευθεί. Άλλωστε, το οφείλομεν εις την μνήμη του!

Τοιχογραφία με την όψη του επισκόπου Αθηνών
Αγίου Λεωνίδα ευρισκόμενη
στον ναό Αγίας Τριάδας Μεθάνων

  Εκ πρώτης, σημειώνουμε την χρονική συνύπαρξη του Αγίου Λεωνίδη  με τον ρωμαίο αυτοκράτορα Δέκιο. Ο Λεωνίδας υπήρξε ο πιο ένθερμος οπαδός του Χριστού ενώ ο Δέκιος ίσως να υπήρξε ο πιο λυσσασμένος εχθρός του Χριστού και της χριστιανικής πίστεως. Ο Ρωμαίος συγκλητικός ανέλαβε την εξουσία κατά την περίοδο του 249 με 251 μ.Χ. τότε όπου ο Λεωνίδης ήταν ήδη επίσκοπος Αθηνών, ο έκτος κατά σειρά[2]. Το πρώτο μέλημα του τυράννου Δέκιου ήταν να εξεδώση διάταγμα εναντίων των χριστιανών.
  Ο Δέκιος, ως εγκάθετο αντιχριστιανικό πνεύμα, με την πρόφαση της συμμετοχής του στην μερίδα των δημοκρατικών θεσμών, θέλησε να ενισχύσει τον ψευτοϊδεατισμό της Pax Romana. Ωστόσο, η φασιστική του ταυτότητα, δείγμα στυγνός ολοκληρωτισμού, και τα πιστεύω του στο παγανιστική θρησκεία του ρωμαϊκού κόσμου τον ώθησε σε μια τυραννική νομοθεσία. Υποχρέωσε τους χριστιανούς να θυσιάζουν μια φορά τον μήνα στους ρωμαίους θεούς, πριν από την σειρά των δικαστικών της κοινότητας τους, για να τους δοθεί το πιστοποιητικό έγγραφο της κρατικής νομιμότητας (libellus). 
  Δίχως αυτό το πιστοποιητικό κάθε πολίτης, έχανε τα πολιτικά του δικαιώματα, διότι, κρίνονταν αντιεξουσιαστής, εχθρός των παγανιστικών θεών και της αυτοκρατορίας της Ρώμης. Όποιος λοιπόν αρνούνταν κινδύνευε με βαρύτατους βασανισμούς ή και μαρτυρικό θάνατο σε κοινή θέα.
  Αυτή η διαταγή του Δέκιου, ενώ θα πρέπει να κριθεί από τους ιστορικούς ως τυραννική, βάναυση και απολυταρχική δεν της έχει δοθεί η πρέπουσα ιστορική σημασία, δεδομένου ότι, με το πρόσχημα μιας φαινομενικής δημοκρατικότητας, ο Δέκιος, με σφαγιασμό, εξόντωσε χιλιάδες χριστιανούς που αντιστάθηκαν στις φαύλες, αλαζονικές κι απάνθρωπες φιλοδοξίες του. 
   Ένας εξ αυτών, των αντιδρώντων, ήταν του καιρού εκείνου ο επίσκοπος Αθηνών Λεωνίδης. Ο Λεωνίδης, φαίνεται ότι, αντέδρασε σφόδρα εις το αντίχριστο διάταγμα του Δεκίου. Συχνά στα κήρυγματα του παρήγγελνε στο ποίμνιο του να μην υποκύψει στο θέλημα του Δεκίου, έτσι ώστε, να μην δεχθεί να θυσιάσει στα ψευτοείδωλα. Δηλαδή, μήτε να θυσιάσει, μήτε να φάγει ειδωλόθυτα, καθότι οι θυσίες των Ρωμαίων ψευτοθεών είχανε μεταβληθεί σε αντιθεϊκό μίασμα.


Απεικόνιση του Αγίου ιερομάρτυρα 
Λεωνίδα στον ιερό ναό του Αγίου Ιωάννου
Γαργαρέτας στην Αθήνα

 Σύμφωνα με την ιστορική καταγραφή του Αγίου Μιχαήλ Ακομινάτου, ο επίσκοπος Αθηνών Λεωνίδης ευρισκόμενος στην Τροιζήνα συνελήφθη μαζί με την συνοδεία του και οδηγήθηκαν ομού εις Κόρινθον. Η συνοδεία του αποτελούνταν από εφτά γυναίκες που είχαν αναπτύξει μαζί του έναν υψηλότατο πνευματικό δεσμό. Πρόκειται για τα πνευματικά του τέκνα, εξ Αθηνών, με τα ακόλουθα ονόματα: Χαρίσση, Νίκη, Γαληνή, Καλλίδα, Νουνεχία, Βασίλισσα και Θεοδώρα. Η ρωμαϊκή σπείρα τους συνέλαβε και τους έφερε  κατηγορούμενους έμπροσθεν του ηγεμόνα ανθύπατου Βενούστο
   Τότε, η Κόρινθος είχε ανακηρυχθεί πρωτεύουσα της Ελλάδος (Αχαΐας), καθότι, η Αθήνα και η Σπάρτη είχαν μια ιδιότυπη ανεξαρτησία. Στην Κόρινθο, ο Άγιος Λεωνίδης, όρθωσε το ανάστημα του και είπε ένα αγέρωχο όχι στον πεπλανημένο αντίχριστο Δέκιο και τον παγανιστικό του κόσμο, που παρακλάδι του ήταν ο ρωμαϊκός ιμπεριαλισμός. Ο Βενούστος, ορμώμενος από τις συνεχείς αρνήσεις του επισκόπου Αθηνών, διέταξε να οδηγηθεί ο Λεωνίδης σ' έναν δημόσιο χώρο για να υποστεί εκεί τα πιο φρικτά βασανιστήρια. 
  Ο Λεωνίδης, όμως, ανθίσταται σθεναρά και λαμβάνει άμεσα τον λαμπρό στέφανο της αγιοσύνης από τους αγγέλους του Τριαδικού Θεού. Η στέψη του τέθηκε μετά τον φρικτό απαγχονισμό του και το ξέσκισμα της σαρκός του.   
  Κατά την ίδια στιγμή με τον Άγιο Λεωνίδη συνεμαρτύρησαν και οι επτά γυναίκες, οι οποίες έλαβαν ομοίως τον στέφανο της αγιότητας. Τα νεκρά σώματα, του Λεωνίδη και των επτά γυναικών, ρίφθηκαν στην θάλασσα.
   Οι μετέπειτα μαρτυρίες θέλουν την μεταφορά των ιερών λειψάνων του Αγίου και των γυναικών εις την Αθήνα όπου συνετάφησαν μέσα σε κρύπτη επί μικρά νησίδα του ποταμού Ιλισού. Λίγο αργότερα, μετά την παρέλευση τριών αιώνων, κι μολονότι ο ποταμός είχε αλλάξει την ροή του, ανεγέρθηκε στο σημείο αυτό ναός, σε ρυθμό Βασιλικής, αφιερωμένος στον Άγιο Λεωνίδη. Προ μερικών δεκαετιών οι ανασκαφές έφεραν στο φως τα ερείπια της βασιλικής του Ιλισού, όπως την ονόμασαν οι ερευνητές αρχαιολόγοι (δες κάτωθι εικόνες από τον αρχαιολογικό χώρο στην Αθήνα επί της λεωφόρου Αρδηττού). 
   




Η Βασιλική του Ιλισσού( από το προσωπικό μου αρχείο φωτογραφίας), που βρίσκεται στην οδό Αρδηττού στο κλεινόν άστυ των Αθηνών, ανακαλύφτηκε προ μερικών ετών από τους αρχαιολόγους. Σύμφωνα με τους ανασκαφείς ο ναός ήταν αφιερωμένος στον Αγίο Λεωνίδη. Η δομή της είναι τρίκλιτη, με εγκάρσιο κλίτος, νάρθηκα και αίθριο. Στον βόρειο τοίχο της βρίσκεται το μαρτύριο του Αγίου Λεωνίδη, επισκόπου Αθηνών. 
Πρόκειται για κτίσμα του 4ου αιώνα, προγενέστερο δηλαδή της βασιλικής, που βάσει των ψηφιδωτών δαπέδων χρονολογείται στο α΄ μισό του 5ου αιώνα. Η μαρτυρία του Μιχαήλ Ακομινάτου, κατά τον 12ο αιώνα, είναι σαφείς περί του ναού που κτίστηκε, πάνω σε μία νησίδα του ποταμού Ιλισσού, από ευλαβείς Αθηναίους, προς τιμήν του ιερομάρτυρα επισκόπου Λεωνίδη. Σήμερα οι αρχαιολόγοι συμφωνούν περί της τοποθεσίας. 
Λέγεται ότι σ' αυτό τον ναό ο Άγιος Μιχαήλ Ακομινάτος, ο τελευταίος επίσκοπος Αθηνών, πριν την φραγκοκρατία και την Οθωμανική κυριαρχία, εξεφώνησε λόγο δια τον μαρτυρικό θάνατο του Αγίου Λεωνίδη και την μεγάλη πίστη του στον Χριστό. Επιπλέον, η τελευταία εικόνα παρουσιάζει σχέδιον κατόψεως της περιοχής λεωφόρου Αρδηττού από τον Ιωάννη Τραυλό. Δεξιά
διακρίνεται η θέση του ναού του Αγίου Λεωνίδη.

 Μια άλλη παραπλήσια μαρτυρία αναφέρει ότι, καθώς ο Άγιος και οι επτά γυναίκες αρνήθηκαν να αλλαξοπιστήσουν και κράτησαν ακέραιη την πίστη τους στον Ιησού Χριστό, οι Ρωμαίοι αντικρίζοντας την αδιαλλαξία της πίστης τους, αύθυς, τους μετέφεραν στον τόπο του μαρτυρίου, όπου έμπροσθεν των κατοίκων της Επιδαύρου βασανίστηκαν ανηλεώς. Μετά τον απαγχονισμό και το ξέσκισμα της σαρκός του επισκόπου Λεωνίδη επήλθε και η θανάτωση των επτά γυναικών. Στη συνέχεια τα σώματα τους ρίφθηκαν στα βάθη της θαλάσσεως, αφού τα έδεσαν πρώτα με πέτρες για βαρίδια. Η θανάτωση τους έγινε μία μέρα πριν το Πάσχα.
  Οι κάτοικοι της Επιδαύρου, που άθελα τους έγιναν αυτούσιοι μάρτυρες του μαρτυρικού θανάτου του Αγίου και των επτά γυναικών, βρήκαν αργότερα τα καθαγιασμένα λείψανα να τα έχει ξεβράσει η θάλασσα. Ομαδόν έσπευσαν άμεσα να τα ανασύρουν. Σύμφωνα με την μαρτυρία του Αγίου Μιχαήλ Ακομινάτου Χωνιάτηεπισκόπου Αθηνών, τα λείψανα των ιερομαρτύρων θάφτηκαν με ευλάβεια στην ιερή πόλη των Αθηνών,  πλησίον του ναού του Ολυμπείου Διός.
 Παρά ταύτα δεν μπορεί να επιβεβαιωθεί ιστορικά, γιατί και πως, τα οστά των ιερομαρτύρων, κατά την περίοδο της φραγκοκρατίας, μεταφέρθηκαν από την Αθήνα, προς φύλαξην, εις στην περιοχή της Επιδαύρου, όπου βρέθηκαν σε σωστική ανασκαφή το 1916. 
 Οι αρχαιολόγοι, ύστερα από παραινέσεις τοπικών παραγόντων, σκάβοντας κάτω από ναό της Υπεραγίας Θεοτόκου βρέθηκαν μπροστά στην θέα επτά αρχαίων γυναικείων σκελετών. Συνάμα, σε μια μαρμάρινη πλάκα κάτωθεν αυτών βρέθηκαν τα οστά ενός ανδρός που είχε θανατωθεί δια στραγγαλισμού. Μάλιστα, τα οστά και ο χώρος ταφής ανάβλυζαν άρρητη ευωδία.
  Δια ταύτα και άνευ ουδεμίας υπερβολής, οφείλουμε να είμαστε πιο δεκτική στα θεία θαύματα που μας οδηγούν στην αλήθεια του Θεού. Έτσι, μελετώντας εμβριθώς τους βίους των αγίων δύναται να αποκομίζουμε ψυχικά οφέλη.   Επιπλέον ωφέλιμη είναι η ενθύμηση του μαρτυρικού θανάτου του αρχιερέα και επισκόπου Αθηνών Λεωνίδη και να αποδίδομαι τιμή σ' αυτόν τον υπέρλαμπρο αγωνιστή της πίστεως στον όνομα Του Ιησού Χριστού που με θάρρος και αυταπάρνηση στάθηκε ακλόνητος έμπροσθεν της θηριώδους κι αντίχριστης ρωμαϊκής εξουσίας.

Μεγαλυνάριον
Χαίροις τῆς Ἑλλάδος θεῖος βλαστός, Ἱερομαρτύρων Λεωνίδα ἡ καλλονή· χαίροις Ἀθηναίων, ὁ θεῖος Ποιμενάρχης, καί πρός Χριστόν μεσίτης, Πάτερ θερμότατος.


Υποσημείωση
[1]Κατά μίαν λανθασμένη εντύπωση ο Άγιος Λεωνίδας αναγράφεται ως Τροιζήνιος. Τούτη, όμως η εντύπωση εκπηγάζει από την μαρτυρία του Μιχαήλ Ακομινάτου που λέγει ότι, επί των ημερών που βρίσκονταν ο Άγιος στην Τροιζήνα τον συνέλαβαν. Το αληθέστερο είναι ο Άγιος Λεωνίδης να υπήρξε Αθηναίος το γένος, διότι, οι χριστιανικές κοινότητες ήταν μικρές και τα μέλη τους είχαν κυρίως εντοπία προέλευση.
[2] Σύμφωνα με τον πίνακα των Επισκόπων, Μητροπολιτών & Αρχιεπισκόπων που εξέδωσε ο αρχιεπίσκοπος Αθηνών Χρυσόστομος Παπαδόπουλος οι κατά τους πρώτους αιώνες επίσκοποι Αθηνών είναι: Α) Ιερόθεος, Β)Διονύσιος Αρεοπαγίτης Γ)Νάρκισσος, Δ)Πούπλιος, Έ)Κοδράτος & ΣΤ)Λεωνίδης ή Λεωνίδας 

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
-ΜΕΓΑΣ ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ, μήνας Απρίλιος
-ΝΕΩΤΕΡΟΝ ΕΓΚΥΚΛΟΠΑΙΔΙΚΟΝ ΛΕΞΙΚΟ ΤΟΥ ΗΛΙΟΥ
-ΣΠΥΡΙΔΩΝΑ ΛΑΜΠΡΟΥ, ΜΙΧΑΗΛ ΧΩΝΙΑΤΗ ΤΑ ΣΩΖΟΜΕΝΑ, Αθήνα 1879


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου