ЭIЄ
ΑΓΙΟΣ ΛΕΩΝΙΔΗΣ: ΤΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΤΗΣ ΕΝΑΠΟΘΕΣΕΩΣ ΤΩΝ ΙΕΡΩΝ ΟΣΤΩΝ ΤΟΥ ΣΤΗΝ ΑΘΗΝΑ
Ἔρευνα & συγγραφὴ: Ἰωάννης Βαφίνης
Εἰς τὴν Ἀθήνα τοῦ 3ου αἰῶνα μ.Χ. ὅπου ἤδη φέρεται νὰ ἔχει ἐπικρατήσει στρατιωτικὰ ὁ ρωμαϊκὸς ἰμπεριαλισμὸς διαβιοῦσε ἐν κρυπτῷ ἡ χριστιανικὴ ἀδελφότητα τῶν γηγενῶν Ἀθηναίων. Μολονότι ἡ Ἀθήνα, ἦταν μιὰ ἀπὸ τὶς πόλεις τοῦ ρωμαϊκοῦ κράτους ὅπου τῆς εἶχε παραχωρήθει μιὰ "ὑποτυπώδη" πολιτειακὴ ἐλευθερία, ἡ Pax Romana ὡς μεγάλος ἀδελφὸς ἐπέβλεπε κατὰ τρόπον δυναστικό τους ἔχοντας ἀλλότρια πρόθεση ἰδεαλισμοῦ.
Μία ἐξ αὐτῶν τῶν ἀλλότρια ἐπὶ κινδύνῳ προθέσεων ἰδεαλισμοῦ θεωροῦνταν κι ὁ χριστιανισμός. Οἱ Ρωμαῖοι, παραδόξως, πίστευαν ὅτι, ὁ χριστιανικὸς ἰδεαλισμὸς εἶχε ὡς προορισμὸ τὴν ἀνατροπὴ τῶν σχεδίων τῆς ρωμαϊκῆς κοσμοκρατορίας.
Ἐπὶ τούτου, ἡ ρωμαϊκὴ ἐξουσία ἐξεδίωκε μετὰ μανίας τους πεποιθότας τοῦ χριστιανικοῦ δόγματος.
Τὸν καιρὸ ἐκεῖνο, στὴν μικρὴ κοινότητα τῶν χριστιανῶν τῆς Ἀθήνας διατελοῦσε ὡς ἐπίσκοπος τῆς ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ ὁ Ἅγιος Λεωνίδης ἐξ Ἀθηνῶν[1]. Λεπτομέρειες περὶ τοῦ βίου τοῦ Ἀθηναίου ἐπισκόπου διασώθηκαν ἐλάχιστες ἕως καὶ μηδαμινὲς μὲ ἀποτέλεσμα νὰ μὴν δυνάμεθα νὰ λεπτολογήσουμε!
Οἱ μόνες ἔγκυρες πηγές, περὶ τῆς βιοτῆς τοῦ Ἁγίου, εἶναι ἡ περίοδος τῆς ἀνάληψης τοῦ ἐπισκοπικοῦ θρόνου ἀλλὰ καὶ τὸ μαρτυρικὸ γεγονὸς τῆς τελευτῆς του.
Τὰ ἐλάχιστα ἱστορικὰ κείμενα, γνώμονες τῆς ἐπί μέρους ἔρευνας, ρίχνουν φῶς στὶς ἄγνωστες πτυχὲς τοῦ ἱστορικοῦ βίου τοῦ Ἁγίου ἐπισκόπου τῶν Ἀθηνῶν ποὺ δὲν ἔχουν δημοσιευθεῖ. Ἄλλωστε, τὸ ὀφείλομεν εἰς τὴν μνήμη του!
Τοιχογραφία μὲ τὴν ὄψη τοῦ ἐπισκόπου Ἀθηνῶν Ἁγίου Λεωνίδα εὑρισκόμενη
στὸν ναὸ Ἁγίας Τριάδας Μεθάνων
Στὸ σημεῖο αὐτό, ὀφείλουμε χρονικὰ νὰ ἐπισημάνουμε τὴν χρονικὴ συνύπαρξη τοῦ Ἁγίου Λεωνίδη μὲ τὸν ρωμαῖο αὐτοκράτορα Δέκιο.
Κατὰ τὴν χρονολόγηση ἐκείνης τῆς περιόδου ὁ Ρωμαῖος συγκλητικὸς ἀνέλαβε τὴν ἐξουσία κατὰ τὸ ἔτος 249 ἕως τὸ 251 μ.Χ. Τὴν ἴδια ἐποχὴν ἐπίσκοπος Ἀθηνῶν ἕκτος κατὰ σειράν[2] ἦταν ὁ Λεωνίδης.
Ἡ διαφορὰ μεταξὺ τῶν δυὸ προσώπων ἦταν ὅτι, ὁ Ἅγιος Λεωνίδης ὑπῆρξε ὁ πιὸ ἔνθερμος ὀπαδὸς τοῦ Χριστοῦ ἐνῷ ὁ Δέκιος ὑπῆρξε ὁ πιὸ λυσσασμένος ἐχθρὸς τοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς χριστιανικῆς πίστεως.
Ἐν ὀλίγοις, τὸ πρῶτο μέλημα τοῦ τυράννου Δέκιου ἦταν νὰ ἐξεδώση διάταγμα ἐναντίων τῶν χριστιανῶν.
Ὁ Δέκιος, ὡς ἐγκάθετο ἀντιχριστιανικὸ πνεῦμα, μὲ τὴν πρόφαση τῆς συμμετοχῆς του στὴν μερίδα τῶν δημοκρατικῶν θεσμῶν, θέλησε νὰ ἐνισχύσει τον ψευτοϊδεατισμὸ τῆς Pax Romana.
Συνάμα, ἡ φασιστική του ταυτότητα, δεῖγμα στυγνοῦ ὁλοκληρωτισμοῦ, καὶ τὰ πιστεύω του στὴν παγανιστικὴ θρησκεία τοῦ ρωμαϊκοῦ κόσμου τὸν ὤθησε σὲ μιὰ δυσανάρμοστη νομοθεσία.
Ὑποχρέωνε τοὺς χριστιανούς, ὑπὸ τῆς ἀπειλῆς τοῦ νόμου, νὰ θυσιάζουν μιὰ φορὰ τὸν μῆνα στοὺς ρωμαίους θεούς, πρὶν ἀπὸ τὴν σειρὰ τῶν δικαστικῶν τῆς κοινότητας τους, οὕτως ὥστε νὰ δικαιοῦντο τὸ πιστοποιητικὸ ἔγγραφο τῆς κρατικῆς νομιμότητας (libellus).
Δίχως αὐτὸ τὸ πιστοποιητικό, ἕκαστος πολίτης, ἔχανε τὰ πολιτικά του δικαιώματα, καθότι, κρίνονταν ὡς ἀντιεξουσιαστής, ἐχθρὸς τῶν παγανιστικῶν θεῶν καὶ τῆς αὐτοκρατορικῆς Ρώμης.
Παράλληλα, ὅποιος ἀρνοῦνταν τὸ νόμο κινδύνευε μὲ βαρύτατους βασανισμοὺς ἢ καὶ μὲ μαρτυρικὸ θάνατο σὲ κοινὴ θέα.
Ἡ διαταγή του Δέκιου, κατὰ τὴν ἱστορικὴν κρίση πρέπει νὰ χαρακτηριστεῖ ὡς τυραννική, βάναυση καὶ ἀπολυταρχική, δεδομένου ὅτι, μὲ τὸ πρόσχημα μιᾶς φαινομενικῆς δημοκρατικότητας, σφαγιάστηκαν χιλιάδες χριστιανοὶ ποὺ ἀντιστάθηκαν στὶς φαῦλες, ἀλαζονικὲς κι ἀπάνθρωπες φιλοδοξίες τοῦ ἄρχοντος τῆς συγκλήτου.
Τοῦ καιροῦ ἐκείνου, ἕνας ἐξ αὐτῶν, τῶν ἀντιδρώντων, ὑπῆρξε κι ὁ ἐπίσκοπος Ἀθηνῶν Λεωνίδης.
Ὁ Λεωνίδης, ἐφαίνετο ὅτι, ἀντέδρασε μὲ σφοδρότητα εἰς τὸ ἀντίχριστο διάταγμα τοῦ Δεκίου. Σχεδὸν σὲ ὅλα του τὰ κηρύγματα παρότρυνε τὸ ποίμνιο τοῦ νὰ μὴν ὑποκύψουν στὸ θέλημα τοῦ Δεκίου καὶ τελέσουν θυσία εἰς τὰ ψευτοείδωλα. Δηλαδή τους παρήγγελνε μήτε νὰ θυσιάσουν καὶ μήτε νὰ φάγουν ἀπὸ τὰ εἰδωλόθυτα, καθότι, οἱ θυσίες τῶν Ρωμαίων ψευτοθεῶν εἴχανε μεταβληθεῖ σὲ ἀντιθεϊκὸ μίασμα.
Τοιχογραφία τοῦ Ἁγίου ἱερομάρτυρα
Λεωνίδη ἀπὸ τὸν ἱερὸ ναὸ τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου Γαργαρέττας στὴν Ἀθήνα(Κουκάκι).
Σύμφωνα μὲ τὴν ἱστορικὴ καταγραφὴ τοῦ βυζαντινοῦ λόγιου κι ἐπισκόπου Ἀθηνῶν, Ἁγίου Μιχαὴλ Χωνιάτη Ἀκομινάτου, ὁ Ἅγιος Λεωνίδης εὑρισκόμενος στὴν Τροιζήνα συνελήφθη μαζὶ μὲ τὴν συνοδεία του καὶ ὁδηγήθηκαν εἰς Κόρινθον. Ἡ συνοδεία τούτη ἀποτελοῦνταν ἀπὸ ἑφτὰ γυναῖκες ποὺ εἶχαν ἀναπτύξει μαζί του ἕναν ὑψηλότατο πνευματικὸ δεσμό. Πρόκειται γιὰ τὰ ἐξ Ἀθηνῶν πνευματικά του τέκνα, τὰ ὁποῖα φέρουν τὰ ἀκόλουθα ὀνόματα: Χαρίσση, Νίκη, Γαληνή, Καλλίδα, Νουνεχία, Βασίλισσα καὶ Θεοδώρα.
Ἡ ρωμαϊκὴ σπεῖρα, ἀφοῦ συνέλαβε τὸν Ἅγιο Λεωνίδη καὶ τὶς ἑπτὰ γυναῖκες, τοὺς ὁδήγησε κατηγορούμενους ἔμπροσθεν τοῦ τοπικοῦ ἡγεμόνα ἀνθύπατου Βενοῦστο.
Τότε, ἡ Κόρινθος εἶχε ἀνακηρυχθεῖ πρωτεύουσα τῆς Ἑλλάδος (Ἀχαΐας), καθότι, ἡ Ἀθήνα καὶ ἡ Σπάρτη εἶχαν μιὰ ἰδιότυπη ἀνεξαρτησία.
Στὴν Κόρινθο, ὁ Ἅγιος Λεωνίδης, ὄρθωσε τὸ ἀνάστημα τοῦ καὶ εἶπε ἕνα ἀγέρωχο ὄχι στὸν πεπλανημένο ἀντίχριστο Δέκιο καὶ τὸν παγανιστικό του κόσμο, ποὺ παρακλάδι του ἦταν ὁ ρωμαϊκὸς ἰμπεριαλισμός.
Ὁ Βενοῦστος, ὁρμώμενος ἀπὸ τὶς συνεχεῖς ἀρνήσεις τοῦ ἐπισκόπου Ἀθηνῶν, διέταξε νὰ ὁδηγηθεῖ ὁ Λεωνίδης σ' ἕναν δημόσιο χῶρο καὶ νὰ ὑποστεῖ ἐκεῖ τὰ πιὸ φρικτὰ βασανιστήρια.
Ὁ Λεωνίδης, ὅμως, ἀνθίστανται σθεναρὰ λαμβάνοντας ἄμεσα τὸν λαμπρὸ στέφανο τῆς ἁγιοσύνης ἀπὸ τοὺς ἀγγέλους τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ. Ἡ στέψη του τέθηκε ἔπειτα τοῦ φρικτοῦ ἀπαγχονισμοῦ του καὶ τὸ ξέσκισμα τῆς σαρκός του.
Ὁμοῦ μετὰ τοῦ Ἁγίου Λεωνίδη συνεμαρτύρησαν καὶ οἱ ἑπτὰ γυναῖκες, οἱ ὁποῖες ἔλαβαν ὁμοίως τὸν στέφανο τῶν ὁσιομαρτύρων. Τὰ νεκρὰ σώματα, τοῦ Λεωνίδη καὶ τῶν ἑπτὰ γυναικῶν, ρίφθηκαν ἀμέσως στὴν θάλασσα.
Οἱ μετέπειτα μαρτυρίες θέλουν τὴν μεταφορὰ τῶν ἱερῶν λειψάνων τοῦ Ἁγίου καὶ τῶν γυναικῶν εἰς τὴν Ἀθήνα, ὅπου, ἐκεῖ συνετάφησαν μέσα σὲ μία κρύπτη ἐπὶ τῆς μικρᾶς νησῖδας τοῦ ποταμοῦ Ἰλισοῦ.
Μετὰ τὴν παρέλευση τριῶν αἰώνων, καὶ μολονότι ὁ ποταμὸς εἶχε ἀλλάξει τὴν ροή του, ἀνεγέρθηκε στὸ σημεῖο αὐτὸ μεγαλοπρεπὴς ναὸς σὲ ρυθμὸ Βασιλικῆς ἀφιερωμένος στὸν Ἅγιο Λεωνίδη.
Πρὶν ἀπὸ ὁρισμένες δεκαετίες οἱ ἀρχαιολογικὲς ἀνασκαφὲς ἔφεραν στὸ φῶς τὰ ἐρείπια τῆς βασιλικῆς τοῦ Ἰλισοῦ, ὅπως τὴν ὀνόμασε ἡ ἀνασκαφικὴ ὁμάδα τῶν ἀρχαιολόγων (δὲς κάτωθι προσωπικὲς φωτογραφίες, ἀπὸ τὸν ἀρχαιολογικὸ χῶρο τῶν ἐρειπίων τῆς βασιλικῆς στὴν Ἀθήνα, ἐπὶ τῆς λεωφόρου Ἀρδηττοῦ).
Ἡ Βασιλική του Ἰλισσοῦ(από τὸ προσωπικό μου ἀρχεῖο φωτογραφίας) ποὺ βρίσκεται στὴν ὁδὸ Ἀρδηττοῦ στὸ κλεινὸν ἄστυ τῶν Ἀθηνῶν, ἀνακαλυφθεῖσα πρὸ μερικῶν ἐτῶν ἀπ' τοὺς ἀρχαιολόγους. Συμφώνως μὲ τοὺς ἀνασκαφεῖς ὁ ναὸς ἦταν ἀφιερωμένος στὸν Ἀγίο Λεωνίδη. Ἡ δομή της εἶναι τρίκλιτη, μὲ ἐγκάρσιο κλίτος, νάρθηκα καὶ αἴθριο. Στὸν βόρειο τοῖχο της βρίσκεται τὸ μαρτύριο τοῦ Ἁγίου Λεωνίδη, ἐπισκόπου Ἀθηνῶν[αυτό εἰκάζουν οἱ ἀρχαιολόγοι]. Πρόκειται γιὰ κτίσμα τοῦ 4ου αἰῶνα, προγενέστερο δηλαδὴ τῆς βασιλικῆς, ποὺ βάσει τῶν ψηφιδωτῶν δαπέδων χρονολογεῖται στὸ α' μισὸ τοῦ 5ου αἰῶνα. Ἡ μαρτυρία τοῦ Μιχαὴλ Ἀκομινάτου, κατὰ τὸν 12ο αἰῶνα, εἶναι σαφεῖς περὶ τοῦ ναοῦ ποὺ κτίστηκε, πάνω σὲ μία νησῖδα τοῦ ποταμοῦ Ἰλισσοῦ, ἀπὸ εὐλαβεῖς Ἀθηναίους ἢ ἀπὸ τὸ ποίμνιο τοῦ Ἐπισκόπου τιμῶντας τὴν μνήμη τοῦ ἱερομάρτυρα ἐπισκόπου τους Λεωνίδη. Σήμερα οἱ ἀρχαιολόγοι συμφωνοῦν περὶ τῆς τοποθεσίας. Λέγεται ὅτι σ' αὐτὸ τὸν ναὸ ὁ Ἅγιος Μιχαὴλ Ἀκομινάτος, ὁ τελευταῖος ἐπίσκοπος Ἀθηνῶν, πρὶν τὴν φραγκοκρατία καὶ τὴν Ὀθωμανικὴ κυριαρχία, ἐξεφώνησε λόγο διὰ τὸν μαρτυρικὸ θάνατο τοῦ Ἁγίου Λεωνίδη καὶ τὴν μεγάλη πίστη του στὸν Χριστό. Ἐπιπλέον, ἡ τελευταία εἰκόνα παρουσιάζει σχέδιον κατόψεως τῆς περιοχῆς λεωφόρου Ἀρδηττοῦ ἀπὸ τὸν Ἰωάννη Τραυλό. Δεξιὰ διακρίνεται ἡ θέση τοῦ ναοῦ τοῦ Ἁγίου Λεωνίδη.
Μιὰ ἄλλη παραπλήσια μαρτυρία ἀναφέρει ὅτι, καθὼς ὁ Ἅγιος καὶ οἱ ἑπτὰ γυναῖκες ἀρνήθηκαν νὰ ἀλλαξοπιστήσουν καὶ κράτησαν ἀκέραιη τὴν πίστη τους στὸν Ἰησοῦ Χριστό, οἱ Ρωμαῖοι ἀντικρίζοντας τὴν ἀδιαλλαξία τῆς πίστης τους, εὐθύς, τοὺς μετέφεραν στὸν τόπο τοῦ μαρτυρίου, ὅπου, παρουσία τῶν κατοίκων τῆς Ἐπιδαύρου βασανίστηκαν ἀνηλεῶς.
Μετὰ τὸν ἀπαγχονισμὸ καὶ τὸ ξέσκισμα τῆς σαρκὸς τοῦ ἐπισκόπου Λεωνίδη ἐπῆλθε καὶ ἡ θανάτωση τῶν ἑπτὰ γυναικῶν. Στὴ συνέχεια τὰ σώματα τοὺς ρίφθηκαν στὰ βάθη της θαλάσσεως, ἀφοῦ τὰ ἔδεσαν πρῶτα μὲ πέτρες γιὰ βαρίδια. Ἡ θανάτωση τοὺς ἔγινε μία μέρα πρὶν τὸ Πάσχα.
Οἱ κάτοικοι τῆς Ἐπιδαύρου, ποὺ ἄθελα τοὺς ἔγιναν αὐτούσιοι μάρτυρες τοῦ μαρτυρικοῦ θανάτου τοῦ Ἁγίου καὶ τῶν ἑπτὰ γυναικῶν, βρῆκαν ἀργότερα τὰ καθαγιασμένα λείψανα νὰ τὰ ἔχει ξεβράσει ἡ θάλασσα. Ὀμαδὸν ἔσπευσαν ἄμεσα νὰ τὰ ἀνασύρουν. Σύμφωνα μὲ τὴν μαρτυρία τοῦ Ἁγίου Μιχαὴλ Ἀκομινάτου Χωνιάτη, ἐπισκόπου Ἀθηνῶν, τὰ λείψανα τῶν ἱερομαρτύρων θάφτηκαν μὲ εὐλάβεια στὴν ἱερὴ πόλη τῶν Ἀθηνῶν, πλησίον τοῦ ναοῦ του Ὀλυμπείου Διός.
Παρὰ ταῦτα δὲν μπορεῖ νὰ ἐπιβεβαιωθεῖ ἱστορικά, γιατί καὶ πώς, τὰ ὀστᾶ τῶν ἱερομαρτύρων, κατὰ τὴν περίοδο τῆς φραγκοκρατίας, μεταφέρθηκαν ἀπὸ τὴν Ἀθήνα, πρὸς φύλαξην, εἰς στὴν περιοχὴ τῆς Ἐπιδαύρου, ὅπου βρέθηκαν σὲ σωστικὴ ἀνασκαφῇ τὸ 1916.
Οἱ ἀρχαιολόγοι, ὕστερα ἀπὸ παραινέσεις τοπικῶν παραγόντων, σκάβοντας κάτω ἀπὸ ναὸ τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου βρέθηκαν μπροστὰ στὴν θέα ἑπτὰ ἀρχαίων γυναικείων σκελετῶν. Συνάμα, σὲ μιὰ μαρμάρινη πλάκα κάτωθεν αὐτῶν βρέθηκαν τὰ ὀστᾶ ἑνὸς ἀνδρὸς ποὺ εἶχε θανατωθεῖ διὰ στραγγαλισμοῦ. Μάλιστα, τὰ ὀστᾶ καὶ ὁ χῶρος ταφῆς ἀνάβλυζαν ἄρρητη εὐωδία.
Διὰ ταῦτα καὶ ἄνευ οὐδεμίας ὑπερβολῆς, ὀφείλουμε νὰ εἴμαστε πιὸ δεκτικὴ στὰ θεῖα θαύματα ποὺ μᾶς ὁδηγοῦν στὴν ἀλήθεια τοῦ Θεοῦ. Ἔτσι, μελετῶντας ἐμβριθῶς τοὺς βίους τῶν ἁγίων δυνάμεθα νὰ ἀποκομίσουμε ψυχικὰ ὀφέλη.
Ἡ ἐνθύμηση τοῦ μαρτυρικοῦ θανάτου τοῦ ἐπισκόπου Ἀθηνῶν Λεωνίδη μας καθιστᾶ ἐγρήγορους εἰς τὴν ὁμολογία τῆς Πίστεως μᾶς ἐφόσον ἀποδίδοντας τιμὴ σ' αὐτὸν τὸν ὑπέρλαμπρο ἀγωνιστὴ τοῦ ὀνόματος Τοῦ Χριστοῦ ποὺ μὲ θάρρος καὶ αὐταπάρνηση στάθηκε ἀκλόνητος ἔμπροσθεν τῆς θηριώδους κι ἀντίχριστης ρωμαϊκῆς ἐξουσίας, συμμετέχομεν στὴν συνομολογίαν!
Μεγαλυνάριον
Χαίροις τῆς Ἑλλάδος θεῖος βλαστός, Ἱερομαρτύρων Λεωνίδα ἡ καλλονή· χαίροις Ἀθηναίων, ὁ θεῖος Ποιμενάρχης, καί πρός Χριστόν μεσίτης, Πάτερ θερμότατος.
ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΗ
[1]Κατά μίαν λανθασμένη ἐντύπωση ὁ Ἅγιος Λεωνίδης ἀναγράφεται ὡς Τροιζήνιος. Τούτη, ὅμως ἡ ἐντύπωση ἐκπηγάζει ἀπὸ τὴν μαρτυρία τοῦ Μιχαὴλ Ἀκομινάτου ποὺ λέγει ὅτι, ἐπὶ τῶν ἡμερῶν ποὺ βρίσκονταν ὁ Ἅγιος στὴν Τροιζήνα τὸν συνέλαβαν. Τὸ ἀληθέστερο εἶναι ὅτι, ὁ Ἅγιος Λεωνίδης ἦταν Ἀθηναῖος τὸ γένος, διότι, οἱ χριστιανικὲς κοινότητες ἦταν μικρὲς καὶ τὰ μέλη τους εἶχαν κυρίως ἐντοπία προέλευση.
[2] Σύμφωνα μὲ τὸν πίνακα τῶν Ἐπισκόπων, Μητροπολιτῶν & Ἀρχιεπισκόπων, ὅπου ἐξέδωσε ὁ ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν Χρυσόστομος Παπαδόπουλος, οἱ κατὰ τοὺς πρώτους αἰῶνες ἐπίσκοποι Ἀθηνῶν εἶναι: Α)Ἰερόθεος, Β)Διονύσιος Ἀρεοπαγίτης Γ)Νάρκισσος, Δ)Πούπλιος, Ἔ)Κοδράτος & ΣΤ)Λεωνίδης ἢ Λεωνίδας κλπ
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
•ΜΕΓΑΣ ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ, μήνας Απρίλιος
•ΝΕΩΤΕΡΟΝ ΕΓΚΥΚΛΟΠΑΙΔΙΚΟΝ ΛΕΞΙΚΟ ΤΟΥ ΗΛΙΟΥ
•ΣΠΥΡΙΔΩΝΑ ΛΑΜΠΡΟΥ, ΜΙΧΑΗΛ ΧΩΝΙΑΤΗ ΤΑ ΣΩΖΟΜΕΝΑ, Αθήνα 1879
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου