ЭIЄ
Η ΛΥΡΙΚΗ ΜΟΥΣΙΚΟΠΟΙΗΤΙΚΗ ΔΟΜΗ
ΤΗΣ ΚΑΝΤΑΔΑΣ
Η ΛΥΡΙΚΗ ΜΟΥΣΙΚΟΠΟΙΗΤΙΚΗ ΔΟΜΗ
ΤΗΣ ΚΑΝΤΑΔΑΣ
ἔρευνα καὶ συγγραφή: Ἰωάννης Γ. Βαφίνης
Στὸ συγκεκριμένο κεφάλαιο, παραδίδω ἕνα μέρος ἀπ΄την ἔρευνα τοῦ ποιητικοῦ μέτρου τῆς ἑλληνικῆς καντάδας. Ἡ καταφανῶς μουσικοποιητικὴ δομή της καντάδας, ἕλκει τὴν καταγωγή της ἀπὸ τὴν ἀρχαιοελληνικὴ λυρικὴ καὶ θεατρικὴ ποίηση. Ἀρκετὰ ἐνδεικτικὰ στοιχεῖα, δύνανται νὰ ἀποδείξουν αὐτήν την μακραίωνη παράδοση.
Πιὸ συγκεκριμένα, τὰ τραγούδια τῆς ἀθηναϊκῆς καντάδας, "Ἡ Δημητρούλα" & "Κελαϊδῆστε ὡραῖα μου πουλάκια", ὅπως καὶ τῆς ἑπτανησιακῆς καντάδας "Ἀπόψε τὴν κιθάρα μου", "Εἰς τὸν ἀφρὸ τῆς θάλασσας", ἐμφανίζουν στοὺς στίχους τους μελωδικὲς καὶ λεκτικὲς ἐπαναλήψεις πρὸς χάριν ἐννοιολογικῆς πληθωρικῆς ἔμφασης.
Πιὸ ἀναλυτικά, στὸ δίπλωμα τοῦ πρώτου στίχου στὸ "Ἀπόψε τὴν κιθάρα μου" ἄδεται ἡ ἐπαναλαμβανόμενη φράση: "καὶ στὰ καὶ στὰ καντούνια τραγουδῶ" ἐνῷ στὸν ἑπόμενο στίχο τὸ ἑξῆς δίπλωμα ἐκτελεῖται μὲ μιὰ τμηματικὴ ἐπανάληψη: "ν' ἀκοῦ- ν' ἀκούσεις τὴν κιθάρα μου καὶ ὕστερα νὰ πέσεις".
Πιὸ συγκεκριμένα, τὰ τραγούδια τῆς ἀθηναϊκῆς καντάδας, "Ἡ Δημητρούλα" & "Κελαϊδῆστε ὡραῖα μου πουλάκια", ὅπως καὶ τῆς ἑπτανησιακῆς καντάδας "Ἀπόψε τὴν κιθάρα μου", "Εἰς τὸν ἀφρὸ τῆς θάλασσας", ἐμφανίζουν στοὺς στίχους τους μελωδικὲς καὶ λεκτικὲς ἐπαναλήψεις πρὸς χάριν ἐννοιολογικῆς πληθωρικῆς ἔμφασης.
Πιὸ ἀναλυτικά, στὸ δίπλωμα τοῦ πρώτου στίχου στὸ "Ἀπόψε τὴν κιθάρα μου" ἄδεται ἡ ἐπαναλαμβανόμενη φράση: "καὶ στὰ καὶ στὰ καντούνια τραγουδῶ" ἐνῷ στὸν ἑπόμενο στίχο τὸ ἑξῆς δίπλωμα ἐκτελεῖται μὲ μιὰ τμηματικὴ ἐπανάληψη: "ν' ἀκοῦ- ν' ἀκούσεις τὴν κιθάρα μου καὶ ὕστερα νὰ πέσεις".
Ὁ Νῖκος Χατζηαποστόλου
ἕνας ἀπὸ τοὺς κορυφαίους
μουσουργοὺς καὶ πρωτεργάτες
τῆς Ἀθηναϊκῆς Καντάδας
ποὺ τραγουδοῦσε τὶς νύχτες
στὰ στενὰ τῆς Πλάκας καί
στὴν περιοχὴ Νεαπόλεως
τοῦ κλεινὸν ἄστυ
τῶν Ἀθηνῶν
ἕνας ἀπὸ τοὺς κορυφαίους
μουσουργοὺς καὶ πρωτεργάτες
τῆς Ἀθηναϊκῆς Καντάδας
ποὺ τραγουδοῦσε τὶς νύχτες
στὰ στενὰ τῆς Πλάκας καί
στὴν περιοχὴ Νεαπόλεως
τοῦ κλεινὸν ἄστυ
τῶν Ἀθηνῶν
Παρομοίως, οἱ μελωδικὲς καὶ λεκτικὲς ἐπαναλήψεις ἐμφανίζονται στοὺς ἑξῆς στίχους τῶν προαναφερθέντων τραγουδιῶν: "Εἰς τὸν ἀφρὸ εἰς τὸν ἀφρὸ τῆς θάλασσας ἡ ἀγάπη μου ἡ ἀγάπη μου κοιμᾶται..." & "Βιάσου Δημητρούλα μ' τρούλα μ' τρούλα μ'....και στὴν ἀγκαλιά σου ἀγκαλιά σου ἀγκαλιά σου..." & "Κέλαϊδήστέ ὡραῖα μου πουλάκια κελαϊδῆστε, τραγουδῆστε, κελαϊδῆστε τραγουδῆστε τὸν ὡραῖο τὸν ὡραῖο σας σκοπό".
Τὸ ἴδιο φαινόμενο μελικῶν ἐπαναλήψεων καὶ φράσεων συναντᾶμε στὴν ἀρχαία ἀθηναϊκὴ τραγωδία στὶς ὠδὲς καὶ ἀντωδὲς τοῦ χοροῦ. Τὰ λυρικὰ τραγούδια τῆς διονυσιακῆς τραγωδίας ἐκτελοῦνταν ὡς μονωδίες ἢ διωδίες.
Στὶς ἀρχαῖες διωδίες πολὺ πιθανὸν νὰ συνέβαινε τὸ γεγονός της διφωνίας σὲ διαστήματα τρίτης, ὅπως καὶ στὶς ἀθηναϊκὲς καντάδες τῆς νεότερης ἑλληνικῆς ἱστορίας. Ἐπιπλέον, στὴν λευκαδίτικη διάλεκτο, ὅπου τὸ κανταδόρος θεωρεῖται προερχόμενο ἀπὸ τὸ λατινικὸ cantatore δηλ. τὸν τραγουδιστὴ τῆς πολυφωνίας, ὁδηγούμαστε στὴν ἰδιότητα τοῦ cantor = χοροδιδάσκαλος τῆς εὐρωπαϊκῆς θρησκευτικῆς ὑμνωδίας.
Οἱ κάντορες (ἀπὸ τὸ canto > ἀρχ. ἑλληνικό ἀείδω > ἀοιδὸς) τῆς εὐρωπαϊκῆς μουσικῆς προῆλθε ἀπὸ τοῦς χοροδιδάσκαλους τῆς ἀρχαίας ἀθηναϊκῆς τραγωδίας - κωμωδίας. Κάντορες, δηλαδὴ χοροδιδάσκαλοι, ἦταν καὶ οἱ θεατρικοὶ δημιουργοί: Αἰσχύλος, Σοφοκλῆς, Εὐριπίδης, Ἀριστοφάνης, Μένανδρος κ.α.
Ὁ ἀοιδὸς Δημόδοκος ἦταν ἀπό
τοὺς πρώτους ὑμνητὲς τοῦ ἔρωτα
τοῦ ἔρωτα τοῦ Ἄρη καὶ τῆς Ἀφροδίτης
δηλαδὴ ἕνας πρώιμος ὁμηρικός
κανταδῶρος ἐπικολυρικός.
τοὺς πρώτους ὑμνητὲς τοῦ ἔρωτα
τοῦ ἔρωτα τοῦ Ἄρη καὶ τῆς Ἀφροδίτης
δηλαδὴ ἕνας πρώιμος ὁμηρικός
κανταδῶρος ἐπικολυρικός.
Ἄρα, τὸ μπὲλ κάντο, ποὺ συντελεῖται κυριολεκτικὰ στὸ τρόπο ἑρμηνεία της καντάδας - σερενάτας, ἐτυμολογεῖται ὡς τραγουδῶ καλλίφωνα καὶ ἕλκει τὶς ρίζες του ἀπὸ τὴν Ἑλλάδα καὶ δὴ τὴν Ἀθήνα ποὺ χρησιμοποιοῦνταν ὁ ὅρος καλλίφωνος ἢ καλλίφθογγος καὶ γενικότερα ἡ ἔννοια τῆς εὐφωνίας.
Ἐπιπλέον, παρόμοια μελικὰ φαινόμενα ἐπαναληπτικῶν στίχων, ἡμιστιχίων λέξεων ἢ συλλαβῶν ἐμφανίζονται στὶς ὠδικὲς στροφὲς τῶν Πινδαρικῶν ὠδῶν (ὁ Πίνδαρος ἦταν χοροδιδάσκαλος ἤτοι καὶ κάντορ) ἀλλὰ καὶ στὰ χορικὰ τῶν ἀρχαίων τραγωδιῶν, ὅπως λέγει ὁ ἀξιομνημόνευτος ἐρευνητὴς Γεώργιος Παχτίκος στὸ βιβλίο τοῦ "260 Δημώδη Ἑλληνικὰ ἄσματα", σελ. νγ'.
Μὲ λίγα λόγια ὑπενθυμίζουμε ὅτι, ἡ ὀνομασία της καντάδας, ὅπως διαμορφώθηκε ὡς σήμερα, προέρχεται ἀπὸ τὸ ρῆμα κατάδω. Σύμφωνα μὲ τὸ ἐτυμολογικὸ λεξικὸ τῆς ἀρχαίας ἑλληνικῆς γλώσσης τῶν Liddel & Scott, ἡ λέξη κατάδω σημαίνει: τραγουδῶ, θέλγω ἢ κατευνάζω τραγουδῶντας, (εὑρεθεῖς σὲ κείμενο τοῦ Λουκιανοῦ του Σαμοσατεὺς) μὲ δοτικὴ σημαίνει τραγουδῶ ξόρκι ἢ ἐπωδὸ (ἐπωδὴ) σὲ κάποιον ἄλλο σύμφωνα μὲ τὸν Ἡρόδοτο. Ἐπίσης, ξεκουφαίνω μὲ τὸ τραγούδι μου καὶ πάλι σὲ ἔργο τοῦ Λουκιανοῦ.
Στὴν πορεία τὸ κατάδω, ἰωνιστὶ καταείδω (ἀπὸ τὸ ἀείδω κατά, πρός), μεταφέρθηκε στὴν λατινικὴ γλῶσσα ὡς κάντο (canto) ποὺ σημαίνει τραγουδῶ. Ἡ πρόσθεση τοῦ γράμματος n δηλαδὴ ἐν μεταφέρθηκε ὅταν ἐμεῖς ὡς ἀντιδάνειο ἐπαναχρησιμοποιήσαμε τὴν λέξη κατάδω μὲ ἀποτέλεσμα νὰ προσφωνεῖται καντάδα.
Ὁ Σοφοκλῆς, στὴν τραγωδία του "Τραχίνιαι", δίδει μιὰ περαιτέρω διάσταση στὴν ἐτυμολόγηση τῆς λέξεως κατάδω, ὅταν λέγει: "...βάξιν[1] κατήδη τῶνδε..." (στίχ. 87). Ἐδῶ, ὁ ἀθηναῖος τραγωδός, μὲ τὴν φράση κατήδη(ιωνικός τύπος του κατάδω), ἐπισημαίνει τὴν χρήση φωνητικῆς ἀπόδοσης στοὺς χρησμοὺς καὶ τὶς προφητεῖες. Εἶναι γνωστὸ ὅτι οἱ χρησμοὶ αὐτοὶ δίδονταν πάνω σ' ἕνα ἐξάμετρο στίχο, τραγουδιστά. Ὁπότε, ὁ Σοφοκλῆς, ἀναφέρεται σ' ἕναν τραγουδιστὸ χρησμὸ ἢ μιὰ φήμη.
Παραδόξως θὰ λέγαμε, πὼς οἱ καντάδες, σὲ ὁρισμένες περιπτώσεις, ἐμπεριεῖχαν καὶ μιὰ μελλοντολογία ἐν συναρτήσῃ μὲ μιὰ δραματικότητα γιὰ τὸ τί θὰ συμβεῖ στὴν κόρη ἂν δὲν δεχτεῖ τὸν ἔρωτα τοῦ ἐνδιαφερόμενου ἢ γενικὰ ἀνέπλαθε στὸ ποιητικό της θέμα διάφορες κοινωνικὲς αἰσθηματικὲς περιπέτειες ὅπως στὰ ἔργα τοῦ Μενάνδρου τῆς Νέας Ἀττικῆς κωμωδίας.
Πασιφανέστατη λοιπὸν εἶναι ἡ μακραίωνη ἐπιβίωση αὐτοῦ του τραγουδιστικοῦ εἴδους ἀπὸ τὴν μακρινὴ ἀρχαιότητα ποὺ φτάνει ἕως τὴν ἐποχὴ τοῦ Θησέα καὶ τῆς Ἀριάδνης. Φαίνεται ἐπίσης ὅτι, ἡ καντάδα ἤτοι καὶ σερενάτα, εἶχε τὴν ἰδιότητα τοῦ τραγουδιστικοῦ κατευναυσμοῦ, τοῦ θεληματικοῦ ἄσματος, ποὺ πείθει θέλγοντας τὶς ψυχὲς τῶν γυναικῶν(φαίνεται πὼς τὴν χρήση τῆς ἰδίας τέχνης ἔκανε καὶ ὁ Θησέας).
Τούτη ἡ ἐρωτικὴ ἱστορία τῶν προϊστορικῶν χρόνων, ὅπως ἀναπλάστηκε ἀπὸ τὸν Βιτσέντζο Κορνάρο στὰ πρόσωπα δύο νέων ἀθηναϊκῆς καταγωγῆς, τοῦ Ἐρωτόκριτου καὶ τῆς Ἀρετούσας σήμανε τὴν ἐπιβίωση τῆς καντάδας στὸν μεταβυζαντινὸ ἑλληνισμό. Ὅπως ὁ Ἐρωτόκριτος ἔκανε καντάδες στὴν Ἀρετοῦσα στὰ μέρη τῆς Ἀθήνας, ἔτσι, κι ὁ Θησέας μὲ τὴν λύρα του τραγουδοῦσε ἐρωτικὰ ἄσματα στὴν Ἀριάδνη, ἡ ὁποία τὸν εἶχε ἐρωτευτεῖ μὲ τὴν πρώτη ματιά.
Ὁ Ἐρωτόκριτος κάνει καντάδα στὴν Ἀρετοῦσα τῶν Ἀθηνῶν.
Μέχρι σήμερα στὸν Πειραιᾶ ὑπάρχει ἡ σπηλιά της
Μέχρι σήμερα στὸν Πειραιᾶ ὑπάρχει ἡ σπηλιά της
Ἀρετούσας ἢ Ἀρέθουσας νύμφης
τῆς ἀρχαιοελληνικῆς μυθολογίας.
Ἐν κατακλεῖδι, ἡ καντάδα ἴσως νὰ εἶναι μιὰ πολὺ παλιὰ ἱστορία, ἀπὸ τότε ποὺ ὁ ἄνθρωπος ἔμαθε νὰ τοποθετεῖ τὴν φωνή του μουσικὰ καὶ νὰ ἀντιλαμβάνεται τὴν δύναμη τῆς τέχνης. Αὐτὸ λοιπόν, τὸ καλλιτεχνικὸ χάρισμα τῆς φύσης, ποὺ χρησιμοποιεῖται ἀκόμη κι ἀπ' τὰ ὠδικὰ πτηνὰ ἢ καὶ ἀπὸ ἄλλα ἔμβια ὄντα τοῦ ζωικοῦ βασίλειου ὅσα διαθέτουν γονίδιο ὠδικῆς ἑρμηνείας, τὸ ἀπομιμήθηκε ὁ πολιτισμένος ἄνθρωπος γιὰ νὰ δημιουργήσει ὕμνους τρυφερῆς κι ἁγνῆς ἀγάπης, ὅπως τὸ κάτωθι ἀθηναϊκὸ τραγούδι τοῦ εἴδους βάλς - καντάδα.
Σὲ μιὰ γειτονιὰ φτωχική
ὁ νοῦς μου συχνὰ μὲ γυρίζει
καὶ κάποιες χαρὲς ποὺ περάσανε μοῦ θυμίζει
ὁ νοῦς μου συχνὰ μὲ γυρίζει
καὶ κάποιες χαρὲς ποὺ περάσανε μοῦ θυμίζει
......................................
Ω ὦ ὦ ὦ ὦ ὦ μιὰ κιθάρα στὸ στενό
Ω ὦ ὦ ὦ ὦ ὦ μὲ καημὸ γιὰ ἕναν ἔρωτα ἁγνό......
Ω ὦ ὦ ὦ ὦ ὦ μὲ καημὸ γιὰ ἕναν ἔρωτα ἁγνό......
("Ἡ παλιὰ γειτονιά", στίχοι: Ἀσημακόπουλος Γιῶργος, Σπυρόπουλος Βασίλης, Παπαδούκας Πάνος μουσική: Γιῶργος Μουζάκης, πρώτη ἑρμηνεία: Μάγια Μελάγια τὸ 1955).
Ὁ μεγάλος Ἀθηναῖος κανταδόρος Νῖκος Γούναρης
ἐκφραστὴς ἑνὸς πανάρχαιου εἴδους τραγουδιοῦ πού
ἄνθιζε στὶς γειτονιὲς τῆς παλαιᾶς Ἀθήνας
ἐκφραστὴς ἑνὸς πανάρχαιου εἴδους τραγουδιοῦ πού
ἄνθιζε στὶς γειτονιὲς τῆς παλαιᾶς Ἀθήνας
Μεγάλοι στὸ εἶδος τῆς ἀθηναϊκῆς καντάδας ὑπῆρξαν καὶ οἱ κιθαρωδοὶ
Φώτης Πολυμέρης καὶ Τώνης Μαρούδας. Ἡ περίοδο ποὺ ἤκμασαν
θεωρεῖτε καὶ ἡ δεύτερη περίοδο ἀκμῆς αὐτοῦ τοῦ εἴδους μουσικῆς
στὶς δεκαετίες τοῦ ΄40 καί ΄50.
ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[1] Ὁ Βάξις ἀπὸ τὸ Βάκις. Ὁ Βάκις ἦταν ἕνας παμπάλαιος Βοιωτὸς προφήτης
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
-Γεωργίου Δ. Παχτίκου, 260 ΔΗΜΩΔΗ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΑΙΣΜΑΤΑ, ἐκδ. Π. Δ. Σακελλαρίου, Ἐν Ἀθήναις, 1905
-ΕΠΙΤΟΜΗ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΛΕΞΙΚΟΥ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ LIDDELL & SCOTT
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
-Γεωργίου Δ. Παχτίκου, 260 ΔΗΜΩΔΗ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΑΙΣΜΑΤΑ, ἐκδ. Π. Δ. Σακελλαρίου, Ἐν Ἀθήναις, 1905
-ΕΠΙΤΟΜΗ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΛΕΞΙΚΟΥ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ LIDDELL & SCOTT
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου